11ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΟΥ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ ΛΑΥΡΙΟ
ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
Η 11η διοργάνωση του Φεστιβάλ Μεσογειακού Ντοκιμαντέρ έγινε στο Λαύριο, στο Τεχνολογικό Πάρκο της Εταιρείας Αξιοποίησης και Διαχείρισης Περιουσίας του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου (Ε.Μ.Π.). Σχεδόν στην έξοδο της πόλης, στο δρόμο προς την Αθήνα, έχει δημιουργηθεί ένα πάρκο όπου παρουσιάζεται το τεχνολογικό περιβάλλον, ότι απέμεινε από τα εργοστάσια της γαλλικής εταιρείας που εκμεταλλευόταν τα ορυχεία της περιοχής. Κτίρια ανακαινισμένα, έχουν δοθεί για άλλες χρήσεις, όπως χώροι συναυλιών, θεάτρου ή κινηματογράφου, καφέ κ.λπ., δίπλα όμως από αυτά υπάρχουν τα παλιά κτίρια που είναι μισογκρεμισμένα. Το Μουσείο Μεταλλευμάτων είναι ακριβώς στο ίδιο κτιριακό συγκρότημα με την αίθουσα εκδηλώσεων και με το καφέ (δε γράφει, παρόλα αυτά, τις ημέρες και τις ώρες που μπορεί κάποιος να το επισκεφτεί!).
ΔΥΟ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΛΗ
Πριν να αναφερθούμε στο Φεστιβάλ, στις ταινίες και στις παράλληλες εκδηλώσεις, θα άξιζε να κάνουμε μια αναφορά στην πόλη του Λαυρίου. Νομίζουμε ότι η πρόσφατη και παλιότερη ιστορία της δίνει έναν άλλο χαρακτήρα και στο Φεστιβάλ, το φορτώνει με μνήμες και ιδεολογικές θέσεις.
Το Λαύριο ήταν από παλιά, από την αρχαία Ελλάδα, ο χώρος όπου λειτουργούσαν ορυχεία. Η στρατηγική του θέση, κοντά στη θάλασσα, με λιμάνι, του έδινε μια άλλη χρησιμότητα: γινόταν η παραγωγή μεταλλευμάτων, η επεξεργασία τους και η αποστολή τους στα διαφορετικά μέρη του κόσμου. Η εξόρυξη ουσιαστικά δε σταμάτησε ποτέ, στα πρόσφατα χρόνια όμως έχουμε συνδυάσει το Λαύριο με την ΠΕΣΙΝΕ, τη γαλλική εταιρεία που εκμεταλλευόταν τα κοιτάσματά του.
Όταν τα ορυχεία εξαντλήθηκαν, τότε αυτή η περιοχή έχασε το ενδιαφέρον της για τις εταιρείες που εκμεταλλευόταν τη γη της. Οι κάτοικοι, σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα, έχασαν τη δουλειά τους και το Λαύριο κινδύνεψε να γίνει ένας έρημος τόπος. Οι ιδέες που έπεσαν στο «τραπέζι συσκέψεων» ήταν συγκεκριμένες: μαρίνα και λιμάνι, ξενοδοχεία. Και αυτό έγινε! Έχει μετατραπεί πλέον από πόλη παραγωγική σε μεταπρατική, βοηθητική, όσον αφορά στο λιμάνι, της Ραφήνας, αφού δεν έχει προβλεφτεί ακόμα να σχεδιαστεί ένα σύγχρονος δρόμος που θα κάνει εύκολη τη πρόσβαση του ταξιδιώτη από την Αθήνα. Η συγκοινωνία είναι πολύ αργή, η πρόσβαση στην πόλη είναι δύσκολη, κατά συνέπεια ο τουρισμός είναι ουσιαστικά ανύπαρκτος.
Κάποια λίγα ναυπηγεία μας θυμίζουν ακόμα τη βιομηχανική περίοδο της πόλης. Στην πλατεία που βρίσκεται κοντά στο παλιό λιμάνι ένα άγαλμα θα μας θυμίσει την άλλη ιστορική πλευρά του Λαυρίου: απέναντι είναι η Μακρόνησος (ή το Μακρονήσι), το μικρό και στενό νησί που πήγαιναν τους δημοκράτες στην εξορία, με την πρόφαση ότι υπηρετούν το στρατό. Στο άγαλμα απεικονίζεται μια μάνα «η οποία κοιτά το παιδί της απέναντι στη Μακρόνησο», όπως αναφέρει στη στήλη. Έτσι, για να μην ξεχνάμε την ιστορία.
ΔΥΟ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ
Όπως αναφέραμε και στην εισαγωγή μας για αυτό το Φεστιβάλ, η πρώτη του διοργάνωση έγινε στη Σάμο. Από αυτή την πρώτη φορά μέχρι την ενδέκατη, φέτος, είδαμε μια πολύ σημαντική βελτίωση. Οι ταινίες που προβάλλονται είναι ντοκιμαντέρ και, όπως είναι φυσικό, το μεγαλύτερο μέρος της θεματικής του προγράμματος είναι το περιβάλλον. Το αστικό και αποβιομηχανοποιημένο, πλέον, τοπίο του Λαυρίου βοηθά στο να ενωθεί το Φεστιβάλ με την πόλη, να βρουν οι κάτοικοι ενδιαφέροντα στις ταινίες που προβάλλονται. Ένα δεύτερο κοινό σημείο, του Φεστιβάλ με την πόλη, είναι τα δικαιώματα του ανθρώπου και οι αγώνες για δημοκρατία. Οι Λαυριώτες ξέρουν τι θέλει να πει εργατικός αγώνας και διεκδίκηση για τους δημοκρατικούς θεσμούς. Ίσως για αυτό το λόγο οι προβολές είχαν, από νωρίς, πληρότητα στο κλειστό χώρο, ο οποίος είχε διαμορφωθεί πολύ λειτουργικά και όμορφα. Σε αυτόν υπήρχαν κάποιες παλιές μηχανές που μας θύμιζαν την πρότερη χρήση του χώρου.
Τη διοργάνωση του Φεστιβάλ υπογράφει το Σωματείο Ελλήνων Σκηνοθετών-Παραγωγών Κινηματογράφου, μαζί με τη Νομαρχία Ανατολικής Αττικής και την Εταιρεία Αξιοποίησης και Διαχείρισης Περιουσίας του Ε.Μ.Π., συνεργάζονται με το Δήμο Λαυρεωτικής.
ΟΙ ΤΑΙΝΙΕΣ
Με ελάχιστες αλλαγές ολοκληρώθηκε το πρόγραμμα. Μετά από τους χαιρετισμούς των επισήμων προβλήθηκαν δύο ταινίες πολύ σημαντικές για το μελετητή του κινηματογράφου ή τον κινηματογραφόφιλο. Η μία ήταν του Youssef Chahine, «Cairo αs seen by Chahine» (1991). Ο πολύ σημαντικός Αιγύπτιος σκηνοθέτης, ο οποίος πέθανε, σε ηλικία 82 ετών, στις 27 Ιουλίου 2008, έκανε μια ταινία για την πόλη που ζούσε. Με την πρόφαση ότι κάνει μια ταινία για το Κάιρο έκανε μια έρευνα, την οποία παρακολουθούμε. Βλέπουμε έτσι τα διαφορετικά πρόσωπα του Καΐρου, τις αντιθέσεις, τη σύγχρονη πόλη, τις διαφορετικές νοοτροπίες, τη σύγκρουση παλιού και νέου, τις διαφορετικές τάξεις που ζουν σε αυτό το μέρος της γης. Με πολύ όμορφο τρόπο, ο Σαχίν δομεί την αφήγησή του σε μια ταινία ντοκιμαντέρ που θα άξιζε κανείς να τη μελετήσει με πολύ προσοχή.
Μαζί με αυτήν είδαμε την ταινία του Κώστα Φέρρη, «Τα ματόκλάδα σου λάμπουν» (1961). Αυτή η ταινία βασίστηκε στο ομώνυμο τραγούδι του Βαμβακάρη και έγινε την εποχή που ο Φέρρης μελετούσε, ενταγμένος σε μια ομάδα που ήταν δίπλα στο ρεμπέτη, τη ζωή και το έργο του Μάρκου Βαμβακάρη. Μπορούμε να δούμε τον αριστοτεχνικό τρόπο που ο Φέρρης χρησιμοποίησε για να δείξει το κλίμα που το ρεμπέτικο θέλει να μεταφέρει, την ελπίδα για έρωτα από μια νέα κοπέλα, τελικά το όνειρό της ότι έρχεται ο νεαρός που αγαπά. Αν βλέπαμε αυτή την ταινία σαν ένα βιντεοκλίπ, θα ήταν ένα πολύ καλό μάθημα για τους σύγχρονούς μας σκηνοθέτες.
Ο Θάνος Μικρούτσικος, μαζί με το Γιάννη Κούτρα, τον Κώστα Θωμαΐδη και τη Ρίτα Αντωνοπούλου, έδωσαν, στο τέλος της πρώτης μέρας, μια συναυλία στο θεατράκι που ήταν πολύ κοντά στο χώρο των προβολών. Η μαγεία είναι δεδομένη στις συναυλίες του Μικρούτσικου. Δε χρειάζεται να πούμε περισσότερα για αυτόν.
ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
Θα σταθούμε σε κάποιες ταινίες που μας ενδιέφεραν περισσότερο. Θα πρέπει να πούμε όμως για τρεις νέους ορίζοντες του Φεστιβάλ: στη συνεργασία του με το Φεστιβάλ Ecofilms, το οποίο γίνεται στη Ρόδο (βλέπε σχετική αναφορά σε αυτό το διαδικτυακό τόπο), με την Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου και με το Φεστιβάλ Puntodivista, της πόλης Sarroch, της Ιταλίας. Κάθε μία συνεργασία από αυτές είχε τις δικές της ευεργετικές συνέπειες για αυτό το Φεστιβάλ.
Θα ξεκινήσουμε με την ταινία «Are still there any sherpheards?», του Jorge Pelicano, από την Πορτογαλία. Η ταινία προβλήθηκε και στο Φεστιβάλ Ecofilms και μας δείχνει τη ζωή των βοσκών στην οροσειρά Εστρέλα, όπου σιγά-σιγά εγκαταλείπεται η βοσκή και η διαβίωση γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Με πολύ όμορφο τρόπο ο σκηνοθέτης μας δείχνει την εξέλιξη μέσα στα τέσσερα χρόνια που διήρκεσαν τα γυρίσματα. Οι αλλαγές στον τόπο, στις συνήθειες των κατοίκων, στην ερήμωση και στην προσπάθεια εκσυγχρονισμού, όλα αυτά προσδίδουν με βιωματικό τρόπο τη δική τους αφήγηση.
Με τον ίδιο βιωματικό τρόπο δομείται η αφήγηση της Nahed Awwad, η οποία φέρνει την ταινία «25 killometers». Βλέπουμε τις δυσκολίες να επισκεφτεί τους δικούς της σε μια άλλη πόλη της Παλαιστίνης, ξεκινώντας από τη Ραμάλα. Ο δρόμος είναι δύσκολος, περνά μέσα από συρματοπλέγματα, τα πράγματα δυσκολεύουν από το τοίχος που έχει υψωθεί από τους Ισραηλινούς και από τα σημεία ελέγχου που έχουν βάλει για να εμποδίσουν τις μετακινήσεις.
Μια ενδιαφέρουσα μελέτη για το ρεμπέτικο κάνει η Nefin Dinc, από την Τουρκία. Στην ταινία της «Rebetiko: the song of two cities» βλέπουμε Έλληνες και Τούρκους μελετητές και μουσικούς να μιλούν για αυτό το είδος της μουσικής, Η σκηνοθέτης προσπαθεί να βρει τα κοινά στοιχεία που ενώνουν τους δύο λαούς. Ένα δύσκολο εγχείρημα, το οποίο στέφεται από σχετική επιτυχία, αφού υπήρχαν κάποιες ανακρίβειες από μελετητές και από τις δύο χώρες. Η αλήθεια είναι ότι η επίσημη ιστορία του ρεμπέτικου δεν υπάρχει διότι δεν μπορεί να βρεθεί ο κοινός τόπος συνεννόησης μεταξύ των μελετητών, οπότε το εγχείρημά της ήταν ριψοκίνδυνο. Η σκηνοθεσία όμως έβγαζε τη συγκίνηση και τη νοσταλγία που το θέμα ήθελε.
Ενδιαφέρουσα η μελέτη του Μένιου Δίτσα για τους τσιγγάνους, στην ταινία «Εκτός σχεδίου». Είχαμε την ευκαιρία να ξαναδούμε την ταινία του Eran Kolirin, «The band’s visit», η προβολή ήταν μια πρόταση του κριτικού κινηματογράφου Ρόμπι Εκσιέλ, στο πλαίσιο της συνεργασίας με την Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου.
Ενδιαφέρον παρουσίασαν οι ταινίες που διάλεξε ο Δημήτρης Μακρής, από το Φεστιβάλ Puntodivista. Μικρού μήκους με πολύ ενδιαφέρον, κυρίως στην ικανότητα να συμπυκνώνουν το κινηματογραφικό λόγο, έτσι ώστε σε τρία λεπτά να έχουν ολοκληρώσει την αφήγησή τους. Ιδίως η ταινία «How many more (lives)?», του Nicola Sorcinelli, η οποία αναφερόταν στους νέους που έχουν πληγεί από τα ναρκωτικά, μας ξύπνησε και το εικαστικό ενδιαφέρον, αφού με τον πιο μινιμαλιστικό τρόπο μπόρεσε να μιλήσει για αυτό το πρόβλημα σε τόσο μικρό χρόνο.
ΚΑΤΙ ΣΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Πολύ πετυχημένη η φετινή διοργάνωση. Καλές ταινίες, καλή οργάνωση, ο Βασίλης Βαφέας, καλλιτεχνικός διευθυντής, και ο Νίκος Κανάκης, οργανωτικός υπεύθυνος, έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους. Ο χώρος διευκόλυνε τις διαπροσωπικές σχέσεις, το πρόγραμμα δεν ήταν γεμάτο, είχαμε την ευκαιρία να δούμε την πόλη και να θαυμάσουμε τις ομορφιές της. (Σε άλλο δικό μας site θα βάλουμε κάποιες από τις φωτογραφίες που τραβήξαμε.)
Περιμένουμε του χρόνου να δούμε την εξέλιξη του Φεστιβάλ, με καινούργιες συνεργασίες. Θα προτείναμε, πάντως, τη μεταφορά των προβολών στην Αθήνα, κάποιο χρονικό διάστημα μετά τη λήξη των εργασιών του Φεστιβάλ στο Λαύριο.
Γιάννης Φραγκούλης
11ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΟΥ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ