|
|
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΣΤΕΣ ΣΤΗΝ ΟΜΙΧΛΗ
|
ΠΙΣΩ
|
Κινηματογραφιστές Στην Ομίχλη
ΠΡΩΤΟΣ ΣΤΟΧΟΣ ΤΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ
Ποιος είναι άραγε ο πλέον αποτελεσματικός τρόπος να αντιδράσουν οι κινηματογραφιστές και αυτή η αντίδρασή τους να έχει αντίκτυπο στην ελληνική κοινωνία; Οι κινηματογραφιστές, ως εργαζόμενοι, έχουν ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Σε πολύ λίγες περιπτώσεις είναι υπάλληλοι σε μια εταιρεία παραγωγής, στις περισσότερες είναι ελεύθεροι επαγγελματίες. Πως μπορούν να απεργήσουν; Σε αυτό το ερώτημα θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σε αυτό το σημείωμα.
ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ
Ας πάρουμε μια υπόθεση: Οι κινηματογραφιστές αποφασίζουν να απέχουν από την εργασία τους. Κατά συνέπεια δε γίνονται ελληνικές ταινίες για ένα χρόνο. Η αγωνιστική τους διεκδίκηση γίνεται για να υπάρξουν κανόνες στη χρηματοδότηση των ταινιών, από το υπουργείο Πολιτισμού και τους συνεργαζόμενους με αυτό φορείς, όπως και από τις ιδιωτικές εταιρείες που χρεωστούν, βάσει νόμου, λεφτά που θα έπρεπε να έχουν πάει στη χρηματοδότηση των ταινιών, μιλάμε βέβαια κυρίως για τους τηλεοπτικούς σταθμούς. Η αδιαφορία του υπουργείου και των καναλιών δείχνει ότι οι μεν και οι δε θεωρούν ότι ο ελληνικός κινηματογράφος δεν είναι μια τόσο σημαντική υπόθεση για να τον υποστηρίξουν οικονομικά. Άρα η αποχή από τις εργασίες τους θα είχε ακριβώς το ίδιο αποτέλεσμα των πολιτικών των μέχρι τώρα κυβερνήσεων, το να μη γίνουν ταινίες ή να γίνουν μόνο αυτές που οι εν λόγω παράγοντες θέλουν. Κατά συνέπεια, αυτή η αποχή δε θα είχε κανένα αποτέλεσμα και δε θα είχε κανένα αντίκτυπο στο ελληνικό κινηματογραφόφιλο κοινό. Τα επιμέρους θέματα αυτού του σημείου θα τα εξετάσουμε στη συνέχεια.
Ας δούμε τώρα το θέμα από μια διαφορετική άποψη. Ο κάθε κινηματογραφιστής θέλει να κάνει ταινίες. Αυτό είναι το μεράκι και η δουλειά του. Αυτό διεκδικεί, άλλωστε. Μια αποχή θα περιοριζόταν, ως αποτέλεσμα, στην εξής διαπίστωση: «Φέτος δεν έγιναν ταινίες στην ελληνική κινηματογραφία.». Και αυτό θα είναι μια απλή διαπίστωση στις στατιστικές που κρατούν οι μελετητές και το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου. Μέχρι εκεί και το θέμα τελειώνει έτσι. Ποιος άραγε θα θυμηθεί, μετά από ένα χρόνο ότι αυτό το αποτέλεσμα είναι το προϊόν μιας διαμαρτυρίας των κινηματογραφιστών για την ψήφιση ενός νόμου περί κινηματογραφίας; Κανένας, συμπεριλαμβανομένων και των δημοσιογράφων.
Κάποιος άλλος τρόπος διαμαρτυρίας που θα είχε αντίκτυπο στο ελληνικό κινηματογραφόφιλο κοινό θα ήταν η κατάληψη είτε του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου είτε του υπουργείου. Σε αυτή την περίπτωση μιλάμε για μια δυναμική, επαναστατική δράση, η οποία θα πρέπει να έχει ως υπόβαθρο ιδεολογικές θέσεις και μια στέρεα, καλά μελετημένη πολιτική, η οποία δεν υπάρχει, όπως είδαμε στο εισαγωγικό σημείωμα, σε αυτή την ενότητα, και όπως θα δούμε στα επόμενα κείμενά μας. Άρα μια τέτοια επαναστατική αντίδραση, αφού δεν θα είχε κάτι δομικό να προτείνει, θα ήταν μια απλή τρομοκρατική πράξη, μια σκανδαλιά ή μια επιπόλαια ενέργεια. Και σίγουρα θα ήταν εις βάρος των κινηματογραφιστών.
Το σπάσιμο των δεσμών με πολλά από τα Σωματεία που ενεργοποιούνται στον ελληνικό κινηματογραφικό χώρο, από τη μεριά των Κινηματογραφιστών στην Ομίχλη, τους στέρησε από την εμπειρία συνδικαλιστικών ελιγμών. Άλλωστε αυτή τη συντεχνιακή λογική αρνήθηκαν, από την πρώτη στιγμή, θα ήταν πολύ περίεργο να προστρέξουν σε αυτή, με την πρώτη δυσκολία. Θα ήταν μια μεγάλη ήττα τους.
Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΒΙΤΡΙΝΑΣ
Η βιτρίνα του ελληνικού κινηματογράφου είναι το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Από την πρώτη χρονιά -τότε ως Εβδομάδα Ελληνικού Κινηματογράφου- έως σήμερα που έχει ένα διεθνή χαρακτήρα, ο ελληνικός κινηματογράφος παρουσιαζόταν στη Θεσσαλονίκη κάθε χρονιά. Αυτή η παρουσίαση ήταν μια απόδειξη ότι υπήρχε. Από εκεί και πέρα ανοίγει και θα ανοίγει μια μεγάλη κουβέντα που αφορά στο ποιο κινηματογράφο θέλουμε. Μια κουβέντα που θα την κάνουμε στο τελευταίο σημείωμά μας, όταν θα διατυπώσουμε τις απόψεις μας για αυτό το θέμα.
Ακριβώς αυτή την απόδειξη ήθελαν οι Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη να καταστρέψουν. Κατά πάσα πιθανότητα αυτή ήταν η σκέψη των αιτούντων ένα νέο νόμο. Πολύ περισσότερο αφού αυτή η απόδειξη δείχνει ένα καλό πρόσωπο, μια όμορφη βιτρίνα, η οποία κρύβει ένα κατεστραμμένο τοπίο, το οποίο υπάρχει χάρη στη φιλοτιμία, τις ηρωικές προσπάθειες και την αυταπάρνηση κάποιων λίγων κινηματογραφιστών.
Η αποχή των κινηματογραφιστών ήταν η μοναδική λύση που θα ταρακουνούσε τα νερά που είχαν ήδη αρχίσει να εκπέμπουν αυτή τη χαριστική μυρωδιά του βάλτου και του πτώματος σε αποσύνθεση. Αυτή, η πραγματική κατάσταση θα έπρεπε να φανεί. Η υποκρισία και η προσπάθεια κάλυψης της πραγματικότητας αγγίζει τα όρια της συγκάλυψης, είναι εξίσου ένοχες όσο και οι πολιτικές της αδιαφορίας. Δεν μπορεί κανείς παρά να έρθει αντιμέτωπος με αυτή την απόφαση, εφόσον θέλει να αποδώσει δικαιοσύνη και να πει τα πράγματα με το όνομά τους.
Είναι φυσικό, και αυτονόητο, ότι αυτή η αποχή ήταν, πρώτα από όλα, εναντίον των ίδιων των κινηματογραφιστών, αφού δε θα έδειχναν τις δουλειές τους στους παραγωγούς και διανομείς που έρχονται από το εξωτερικό. Εξυπακούεται ότι το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης θα έχανε ένα σημαντικό μέρος της εθνικής του ταυτότητας, υπήρχαν πολύ λίγες ελληνικές ταινίες και, κατά συνέπεια, θα μπορούσε να ήταν ένα Φεστιβάλ που θα μπορούσε να είχε γίνει οπουδήποτε στον κόσμο, όχι αναγκαστικά στην Ελλάδα. Αυτός όμως ήταν και ο μοχλός πίεσης των κινηματογραφιστών προς την πολιτεία. Έχοντας δει τις διαφορετικές κυβερνήσεις να έρχονται και να φεύγουν και τα προβλήματα να παραμένουν άλυτα, αποφάσισαν να διαμαρτυρηθούν στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού και, συγχρόνως, στο σύνολο του πολιτικού κόσμου.
Είναι απορίας άξιον γιατί κάποια Σωματεία, του ελληνικού κινηματογραφικού χώρου, και κόμματα, κάποιο της Αριστεράς, είδαν το θέμα με φόβο. Τα Σωματεία είδαν να χάνεται το λίγο χαλί που είχαν κάτω από τα πόδια τους, την αιτία της (μη) ύπαρξής τους. Γιατί, λογικά, αυτά θα έπρεπε να είχαν ξεκινήσει δυναμικά αυτό τον αγώνα. Από την άλλη, το ΚΚΕ είδε ότι δεν μπορεί να ελέγξει αυτό τον αγώνα και φέρθηκε για ακόμα μια φορά συντηρητικά, συντηρώντας μια θλιβερή κατάσταση, προβάλλοντας κάποιες μαξιμαλιστικές προτάσεις που δεν μπορούν να υλοποιηθούν ποτέ.
ΑΣΤΟΧΕΣ ΚΙΝΗΣΕΙΣ
Όσο όμως και αν βρίσκουμε σε αυτές τις κινήσεις κάποιες επαναστατικές κινήσεις, αν παρακολουθήσουμε τις ενέργειες των Κινηματογραφιστών στην Ομίχλη, μόνο τότε θα ανακαλύψουμε τα αρνητικά αυτής της κίνησης.
Θα επαναλάβουμε ότι το θετικό σημείο είναι ότι επιτέλους μια αντίδραση εκδηλώθηκε. Όμως, ας δούμε το βάθος της πολιτικής σκέψης που είχε αυτή η κίνηση. Οι κινηματογραφιστές αποφάσισαν να αντιδράσουν και μετά από αλλεπάλληλες συσκέψεις θα πίστευε κάποιος ότι θα ήταν έτοιμοι να προτείνουν κάτι στον υπουργό ή, γενικά, στον κινηματογραφικό χώρο. Μια αντίδραση, σαν καπρίτσιο, δε λέει απολύτως τίποτε. Ίσως είναι πολύ χειρότερη από την αδράνεια γιατί απλώς ανακατεύει «τα χαρτιά» χωρίς να βάζει τα θέματα σε μια σειρά. Μετά από μια σειρά συσκέψεων μεταξύ τους ήρθαν οι επαφές με τον ίδιο τον υπουργό. Ποια ήταν η θέση τους μετά από αυτές τις επαφές;
Η πρώτη θέση τους ήταν η αποχή τους από το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης του 2009. Δεχόμαστε ότι αυτός ήταν ένας ενδεικτικός και σοκαριστικός τρόπος για να εκδηλώσουν την αντίθεσή τους. Φτάνει όμως αυτός; Επίσης καταλαβαίνουμε ότι αν πρόβαλαν τις ταινίες τους και απλά εκδήλωναν τη διαμαρτυρία τους, στις αίθουσες ή σε συνεντεύξεις τύπου, τότε θα φαίνονταν γραφικοί και αυτή η αντίδραση θα χάνονταν μέσα στον ωκεανό των πληροφοριών που υπάρχουν κατά τη διάρκεια του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Μετά όμως; Αυτή η αντίδραση θα συνεχιστεί και το 2010; Δύο καίρια ερωτήματα στα οποία κανένας από αυτούς τους κινηματογραφιστές δεν έχει απαντήσει ακόμα.
Επιπλέον, υπήρξαν κάποιες σκέψεις που έλεγαν ότι οι σκηνοθέτες άφηναν στους παραγωγούς την ευθύνη για να σχεδιασθεί και να εκφρασθεί μια πολιτική πλατφόρμα. Όμως ξέρουμε πολύ καλά ότι οι μεγάλοι παραγωγοί δεν έχουν ενδιαφερθεί ποτέ ουσιαστικά για την ελληνική ταινία, πέρα από την εκτέλεση της παραγωγής δεν ενδιαφέρθηκαν ποτέ για τη σωστή διανομή και προώθησή της. Γιατί να ενδιαφερθούν τώρα; Υπήρξε, άραγε, τα χρόνια που πέρασαν, κάποια σκέψη για να αναβιώσει αυτή η κινηματογραφική βιοτεχνία, η οποία υπήρχε επί Φίνου, και να αναπτυχθεί σε βιομηχανία; Δεν είχαμε κάποιο δεδομένο για αυτό το θέμα. Άρα το να αφεθεί ο σκηνοθέτης σε αυτό τον παραγωγό που τόσα χρόνια δεν ενδιαφερόταν είναι, το λιγότερο, περίεργο, δηλώνει πάντως έλλειψη πολιτικής σκέψης σε βάθος.
Στη συνέχεια παρατηρήσαμε κάποιες κινήσεις που μας παραξένεψαν, όχι όμως ευχάριστα. Είδαμε ότι το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου (Ε.Κ.Κ.) αγκάλιασε την πρωτοβουλία των Κινηματογραφιστών στην Ομίχλη. Το Ε.Κ.Κ. είναι ο Οργανισμός που εποπτεύεται από το υπουργείο Πολιτισμού. Άρα, αν ήθελε να εξασκήσει πίεση, τότε μέσω του Προέδρου του ή του Διοικητικού Συμβουλίου του θα εξασκούσε πίεση κατευθείαν στο υπουργείο και όχι δια μέσου μια μη-συνδικαλιστικής κίνησης, όπως δήλωσαν ότι είναι οι Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη. Πολύ περισσότερο που στελέχη του Ε.Κ.Κ. ήταν ένθερμοι υποστηρικτές αυτής της κίνησης και ενεργοί συμμετέχοντες, όπως ο ίδιος ο Πρόεδρός του, Γιώργος Παπαλιός, ή το μέλος της διοίκησής του, Αχιλλέας Κυριακίδης, ο οποίος εγκρίνει τα σενάρια και κάνει ο ίδιος ταινίες, ακόμα ένα ασυμβίβαστο!!
Έχουμε και άλλες απορίες. Αυτή η αποχή θα εκδηλωθεί και σε άλλα Φεστιβάλ, εκτός αυτού της Θεσσαλονίκης, που επιχορηγούνται με σημαντικό ή με μικρότερο ποσό από το υπουργείο Πολιτισμού; Για παράδειγμα, οι Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη θα θελήσουν να πάνε τις ταινίες τους στο Φεστιβάλ της Νάουσας, της Δράμας, στο Ecofilms, στο Φεστιβάλ της Χαλκίδας, στο Μεσογειακό Φεστιβάλ της Λάρισας, στο Μεσογειακό φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ; Μήπως η αντίδρασή τους μένει μόνο στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης;
Ερωτήματα που θέσαμε υπόψη στελεχών αυτής της κίνησης, όμως δεν ήθελε κανείς να μας απαντήσει. Περιμένουμε, κατά συνέπεια, να δούμε τις αποφάσεις των μελών της για να κρίνουμε. Πιστεύουμε, παρόλα αυτά, ότι ο άμεσος και μοναδικός στόχος είναι το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, σαν οργανισμός, αφού η αποχή συνεχίζεται και στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Σε αυτή την περίπτωση έχουμε την ολοκληρωτική καταστροφή των ντοκιμαντεριστών, αφού είναι αδύνατον να δείξουν τη δουλειά τους στο διεθνή χώρο, αν απέχουν από την Αγορά αυτού του Φεστιβάλ, εκτός ίσως από δύο ή τρία ντοκιμαντέρ που μπορούν να συμμετάσχουν σε διεθνή Φεστιβάλ, γιατί πολύ λίγα γίνονται δεκτά σε αυτά, από την ελληνική παραγωγή.
Τα θέματα προς διερεύνηση και εξέταση δεν έχουν τελειώσει. Είναι η Ακαδημία, οι αντιδράσεις των Σωματείων και κάποιων σκηνοθετών, κάποιες φυγόκεντρες δυνάμεις που παρατηρήθηκαν. Θέματα που θα τα δούμε στα επόμενα σημειώματά μας.
Γιάννης Φραγκούλης
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΣΤΕΣ ΣΤΗΝ ΟΜΙΧΛΗ
|
|