3ο ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
ΑΘΗΝΑ 11 – 12 ΜΑΪΟΥ 2007
THEME:CINEMA
Στις 11 & 12 Μαΐου πραγματοποιήθηκε στο Διεθνές Συνεδριακό Κέντρο Αθηνών (στη νέα πτέρυγα του Μεγάρου Μουσικής) το Γ΄ Κινηματογραφικό Συνέδριο για τον Ελληνικό Κινηματογράφο. Το συνέδριο διοργανώθηκε από την Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών με την συμμετοχή του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου. Το συνέδριο παρακολούθησαν περισσότερα από 1200 άτομα.
Στόχος του συνεδρίου ήταν, η διενέργεια ενός ανοιχτού κινηματογραφικού διαλόγου όπου, ελεύθερα, δημιουργικά και χωρίς αποκλεισμούς, θα δινόταν η ευκαιρία να ακουστούν ιδέες, απόψεις και προτάσεις για τη νέα νομοθετική προσπάθεια που θα αφορά τον κινηματογράφο.
ΜΙΚΡΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Από το 1986, που πραγματοποιήθηκε το Β΄ Συνέδριο για τον Ελληνικό Κινηματογράφο, δεν υπήρξε κάποια συνολική αντιμετώπιση των θεμάτων και προβλημάτων της ελληνικής κινηματογραφίας. Στο πέρασμα όλων αυτών των χρόνων, οι νέες τεχνολογίες και οι ραγδαίες εξελίξεις στο χώρο της βιομηχανίας του κινηματογράφου, σε συνάρτηση με την όξυνση του ανταγωνισμού στο Ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, ανέτρεψαν πολλά από τα δεδομένα και δημιούργησαν νέες συνθήκες στην παραγωγή και τη διανομή των κινηματογραφικών έργων. Στην Ελλάδα που, ούτως ή άλλως, η κινηματογραφική αγορά είναι μικρή και ο εγχώριος κινηματογράφος μαστίζεται από τον ανταγωνισμό του ξενόφερτου (λέγε με αμερικανικό) κινηματογράφου, το πλαίσιο των νόμων και των θεσμών που υφίσταται μέχρι σήμερα, χρειάζεται βελτιώσεις και αλλαγές για να μπορέσει το ελληνικό σινεμά να επιβιώσει μέσα στο διεθνές περιβάλλον που μεταβάλλεται δραματικά από μέρα σε μέρα.
Το 3ο Κινηματογραφικό Συνέδριο ήρθε, έστω και καθυστερημένα, να προσφέρει την ευκαιρία να αναμορφωθεί το θεσμικό πλαίσιο του ελληνικού κινηματογράφου, να καθοριστούν οι προτεραιότητες και να οργανωθεί η κινηματογραφική πολιτική.
Το συνέδριο ξεκίνησε με μια, πραγματικά, ενδιαφέρουσα τελετή έναρξης στην αίθουσα «ΝΙΚΟΣ ΣΚΑΛΚΩΤΑΣ» όπου ακούσαμε τον εποικοδομητικό χαιρετισμό του προέδρου της Δημοκρατίας Κάρολου Παπούλια, ο οποίος, έκανε μια, πραγματικά, ουσιαστική ανάλυση των συνθηκών της αγοράς του Ελληνικού Κινηματογράφου στο διεθνές γίγνεσθαι και ευχήθηκε, οι διεργασίες του συνεδρίου να αποδώσουν τα αναμενόμενα.
ΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
Τις εργασίες του Συνεδρίου χαιρέτισαν εκ μέρους των πολιτικών κομμάτων οι παρευρισκόμενοι κ. Λευτέρης Ζαγορίτης, Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής της Νέας Δημοκρατίας, κ. Τηλέμαχος Χυτήρης, Υπεύθυνος του Τομέα Πολιτισμού, Αθλητισμού και Media του ΠΑ.ΣΟ.Κ., κ. Γιάννης Μπαλάφας, Υπεύθυνος Πολιτισμού Του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς, η κα. Μαρία Σόκκαλη, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΛΑ.Ο.Σ. και η σύζυγος του Προέδρου του ΠΑ.ΣΟ.Κ. κ. Άντα Παπανδρέου Την Τελετή άνοιξε με χαιρετισμό εκ μέρους της Οργανωτικής Επιτροπής του Συνεδρίου ο κ. Γιώργος Σγουράκης, Πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Παραγωγών Κινηματογράφου Τηλεόρασης. Στη συνέχεια καλωσόρισε τους παραβρισκόμενους και ανέπτυξε σύντομα τον ρόλο και τους στόχους του Συνεδρίου ο κ. Χάρης Παπαδόπουλος, Πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής και Πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών.
Ιδιαίτερη συγκίνηση προκάλεσε η παρουσία του Ζυλ Ντασσέν στον χώρο της Τελετής Έναρξης. Όλοι οι παρευρισκόμενοι στην ασφυκτικά γεμάτη αίθουσα, χειροκροτούσαν όρθιοι, ενώ ο μεγάλος σκηνοθέτης παρέλαβε την τιμητική πλακέτα της Οργανωτικής Επιτροπής από τα χέρια του Υπουργού Πολιτισμού κ. Βουλγαράκη. Όπως ανέφερε και ο Γενικός Γραμματέας της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών, Τώνης Λυκουρέσης στο χαιρετισμό του: «…Τιμάμε σήμερα την προσφορά του Ζυλ Ντασσέν στον ελληνικό Πολιτισμό και Κινηματογράφο, έναν μεγάλο άνθρωπο και καλλιτέχνη του κόσμου που στο ερώτημα ποιος είναι, απαντά : Έλληνας!».
Το συνέδριο τίμησαν με την παρουσία τους σημαντικές προσωπικότητες από τον χώρο του Κινηματογράφου, με προεξέχουσα, αυτήν του Κώστα Γαβρά, του σκηνοθέτη του «Ζ», ο οποίος ήρθε από την Γαλλία για να συνεισφέρει με τη γνώση, την κουλτούρα και την πείρα του στις διεργασίες και τις συζητήσεις που διεξήχθησαν. Εξέχουσα ήταν και η παρουσία του Θόδωρου Αγγελόπουλου, ο οποίος έχει προσφέρει πολλά στον Ελληνικό Κινηματογράφο, βάζοντας, με τις ταινίες του, έναν αμιγώς ελληνικό λίθο στο οικοδόμημα του παγκόσμιου σινεμά. Προσωπικότητες που διάνθισαν την τιμητική επιτροπή του Συνεδρίου, ήταν, επίσης, ο διεθνούς φήμης, και βραβευμένος με Όσκαρ, διευθυντής φωτογραφίας Γιώργος Αρβανίτης, ο οποίος ζει στη Γαλλία, ο Ροβήρος Μανθούλης, ο Νίκος Κούνδουρος, ο Νίκος Καβουκίδης, ο Τάσος Ψαράς, ο Κώστας Φέρρης, ο Τάσος Μπουλμέτης, ο Πέτρος Μάρκαρης, ο Γιώργος Κατακουζινός, ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος, η Πένη Παναγιωτοπούλου, ο Γιάννης Δαλιανίδης, ο Ιάκωβος Καμπανέλης, ο Σεραφείμ Φυντανίδης, και άλλοι πολλοί.
Εκτός από αυτούς, προσκεκλημένοι ήταν, επίσης, πολλοί καταξιωμένοι εκπρόσωποι του Κινηματογράφου από το εξωτερικό. Ανάμεσά τους, ο Robert Alazraki, Διευθυντής Φωτογραφίας και Αντιπρόεδρος της Ένωσης Διευθυντών Φωτογραφίας της Γαλλίας. Η Cecile Despringre, ειδική γραμματέας της Ευρωπαϊκής Ένωσης Σκηνοθετών – FERA. Η Ελένη Νικοπολίτου, από το Πανεπιστήμιο του Μονάχου. Η Anne Theron, Σκηνοθέτης και Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Σκηνοθετών – FERA. Αλλά, και πολλοί άλλοι οι οποίοι, συνεισέφεραν τα μέγιστα στη διεξαγωγή των Θεματικών Ενοτήτων που αναπτύχθηκαν κατά τις δύο ημέρες διεξαγωγής του Συνεδρίου.
Οι Θεματικές Ενότητες που αναπτύχθηκαν στις συνεδριακές αίθουσες κατά το διήμερο ήταν:
(1) Εκπαίδευση & Κινηματογραφική Παιδεία.
(2) Υποδομές – Εργαστήρια – Studios & Σύγχρονες Τεχνολογίες.
(3) Κινηματογραφική Παραγωγή & Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου.
(4) Κινηματογραφική Διανομή – Αίθουσα & Προώθηση.
(5) Κινηματογραφικά Φεστιβάλ & Κρατικά Βραβεία Ποιότητας.
(6) Συγγενικά & Πνευματικά Δικαιώματα
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ & ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ
Στην πρώτη ενότητα που αφορούσε την εκπαίδευση και την κινηματογραφική παιδεία, εξετάστηκε ο Κινηματογράφος στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια βαθμίδα εκπαίδευσης. Ακούστηκαν ποικίλες απόψεις και προτάσεις για την γνωριμία των μαθητών από όλες τις σχολικές βαθμίδες με το σινεμά και την κουλτούρα της έβδομης τέχνης. Ιδιαίτερη προσοχή, φυσικά, δόθηκε στην ανάπτυξη της Τριτοβάθμιας βαθμίδας εκπαίδευσης, η οποία, υστερεί ακόμα στη χώρα μας, παρά τη λειτουργία του κινηματογραφικού τμήματος σπουδών στο Α.Π.Θ. Σημειώθηκε η ανάγκη δημιουργίας και άλλων αντίστοιχων τμημάτων, τόσο στην Αθήνα, όσο και σε αποκεντρωμένα πανεπιστήμια της χώρας, όπως επίσης και, η ανάγκη δημιουργίας Ακαδημίας Κινηματογράφου. Αναπτύχθηκαν ενδιαφέρουσες προτάσεις για δημιουργία τμημάτων στα Τ.Ε.Ι με περισσότερο τεχνολογική κατεύθυνση, οι οποίες θα βγάζουν εξειδικευμένους τεχνικούς κινηματογράφου σε όλες τις ειδικότητες.
Επισημάνθηκε από τους ομιλητές η μεγάλη καθυστέρηση που έχει υπάρξει, ειδικά για τα Τ.Ε.Ι, τμημάτων διευθυντών φωτογραφίας, ηχοληπτών, στελεχών παραγωγής, μοντέρ, και άλλων ειδικοτήτων, οι οποίες θα συνεισέφεραν σημαντικά στην δημιουργία εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού στην κινηματογραφική βιομηχανία της χώρας. Σημαντικές ήταν και οι προτάσεις για συμπληρωματική εκπαίδευση και επιμορφωτική κατάρτιση δια βίου. Η συζήτηση επεκτάθηκε και στην ταινιοθήκη της Ελλάδας, στο Κινηματογραφικό Αρχείο που πρέπει να συντηρείται και να εμπλουτίζεται συνεχώς, καθώς και στο Μουσείο Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης. Εδώ, ακούσαμε πολύ ενδιαφέρουσες προτάσεις για ψηφιοποίηση του φιλμικού αρχειακού υλικού της χώρας, το οποίο αντιμετωπίζει, ήδη, μεγάλα προβλήματα διατήρησης στο χρόνο. Αναλύθηκαν οι σύγχρονες εναλλακτικές μέθοδοι της τεχνολογίας και οι νέες δυνατότητες διατήρησης της τόσο σημαντικής φιλμικής μνήμης του λαού μας.
Τα βασικά πορίσματα για την Εκπαίδευση ήταν:
• Η εποχή μας της εικόνας και του ήχου υποχρεώνει ολοένα και περισσότερες χώρες να εισάγουν την κινηματογραφική γλώσσα στην εκπαίδευση.
• Η μοναδική σύγχρονη και ουσιαστική Παιδεία για τους μελλοντικούς καλά καταρτισμένους κινηματογραφιστές, είναι η υλοποίηση του πάγιου αιτήματος δημιουργίας Ακαδημίας Κινηματογράφου.
• Μέρος της σύγχρονης εκπαιδευτικής διαδικασίας σήμερα θεωρείται η μουσειολογία και η επαφή των μαθητών με τα έργα Τέχνης. Για αυτό είναι αναγκαία η στήριξη της Ταινιοθήκης της Ελλάδας, του Μουσείου Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, των Κινηματογραφικών Λεσχών και των Κινηματογραφικών Αιθουσών Τέχνης και η συνεργασία όλων αυτών των φορέων μεταξύ τους.
ΥΠΟΔΟΜΕΣ – ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ STUDIOS & ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ
Εδώ συζητήθηκαν τα αναπτυξιακά κίνητρα εκσυγχρονισμού των κινηματογραφικών εργαστηρίων της χώρας, καθώς και τα αναπτυξιακά κίνητρα για τη δημιουργία κινηματογραφικών studios. Η συρρίκνωση της παραγωγής, η περιορισμένη αγορά και οι δυσκολίες προσέλκυσης ξένων παραγωγών, αναλύθηκαν και συζητήθηκαν σε ένα πλαίσιο εξεύρεσης κινήτρων, έτσι ώστε να μπορέσουν να δημιουργηθούν νέα κινηματογραφικά εργαστήρια, ή, έστω, να αναβαθμιστούν τα ήδη υπάρχοντα. Ο ίδιος προβληματισμός κυριάρχησε και για τη δημιουργία κινηματογραφικών στούντιο, τα οποία θα μπορούσαν να προσελκύσουν διεθνείς παραγωγές ταινιών με γνώμονα τα οικονομικά κίνητρα.
Διαπιστώθηκε η αναγκαιότητα αύξησης της ανταγωνιστικότητας αλλά και των παρεχόμενων υπηρεσιών και διευκολύνσεων σε σχέση με αντίστοιχα στούντιο των Βαλκανίων, το οποία διεκδικούν ήδη σημαντικό μερίδιο από τις απομακρυσμένες παραγωγές της Αμερικής αλλά και της Ευρώπης. Πολλοί, υποστήριξαν ότι χάσαμε πολλά τρένα ευκαιριών για την ανάπτυξη μιας αγοράς που θα μπορούσε να παρέχει τις συνθήκες προσέλκυσης ξένων παραγωγών, μιας και η χώρα μας έχει να προσφέρει ιδιαίτερα τοπία, φυσικές ομορφιές, αλλά και έθνικ χαρακτηριστικά, που αφορούν μεγάλο μέρος της θεματολογίας της διεθνούς παραγωγής η οποία σήμερα αποτείνεται στην Τσεχία, τη Ρουμανία, τη Σερβία και στις άλλες βαλκανικές χώρες που κατάφεραν να δημιουργήσουν αξιόλογα στούντιο και εργαστήρια απορροφώντας σημαντικό ποσοστό των εξωπατρισμένων παραγωγών του Χόλλυγουντ. Ιδιοκτήτες ελληνικών στούντιο επεσήμαναν τις δυσκολίες των επενδύσεων στις επιχειρήσεις αυτές αλλά και την έλλειψη οργανωμένων σχεδίων υποστήριξης αυτής της βιομηχανίας, στην οποία, η χώρα μας θα μπορούσε να είναι πρωτοπόρα.
Πολλά ακούστηκαν σε αυτή τη θεματική ενότητα και για την μείωση του κόστους των πρώτων υλών της κινηματογραφικής παραγωγής. Οι ρομαντικοί, προσδοκούν την μείωση στις τιμές του φιλμ, σε αντιδιαστολή με τους ρεαλιστές, οι οποίοι, έχουν συμβιβαστεί με την ψηφιακή τεχνολογία, και παλεύουν με τις παιδικές ασθένειές της, για να πετύχουν ένα αποτέλεσμα κινηματογραφικής αίσθησης στις ταινίες τους, που γυρίζονται με ψηφιακές κάμερες, μοντάρονται και επεξεργάζονται με απίστευτη ευκολία στους ψηφιακούς σταθμούς εργασίας, προσφέροντας, έτσι, στον ανεξάρτητο παραγωγό την δυνατότητα παραγωγής της ταινίας του με μειωμένα κόστη και μεγαλύτερη ανεξαρτησία από τα μεγάλα στούντιο και το κύκλωμα ελέγχου της κινηματογραφικής αγοράς.
Τα βασικά πορίσματα για τις Υποδομές ήταν:
• Αναγκαία η στήριξη του εκσυγχρονισμού όλων των κινηματογραφικών εργαστηρίων.
• Χρειάζεται ενθάρρυνση φορολογική κ.α. νέων επιχειρηματιών με κριτήρια ανάπτυξης για να επενδύσουν σε υποδομές με σύγχρονες τεχνολογίες.
• Ο αναπτυξιακός προσανατολισμός της ελληνικής Κινηματογραφίας προϋποθέτει στήριξη των επιχειρηματιών για την δημιουργία σύγχρονων ανταγωνιστικών διεθνών κινηματογραφικών STUDIOS.
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ - ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ
Η αίθουσα όπου αναπτύχθηκε η συγκεκριμένη θεματική ενότητα ήταν η θερμότερη όλων! Και αυτό, όχι γιατί δε λειτουργούσε… το κλιματιστικό σύστημα, αλλά γιατί η ταμπακιέρα ήταν η ποθητή, για όλους όσους ασχολούνται με τον κινηματογράφο, χρηματοδότηση. Και, φυσικά, το μοίρασμα της πίτας των κονδυλίων υποστήριξης της κινηματογραφικής παραγωγής. Σε μια χώρα σαν την Ελλάδα, με μια συρρικνωμένη αγορά, η δυνατότητα ύπαρξης και συντήρησης ενός αριθμού ανεξάρτητων παραγωγών, αγγίζει τα όρια του φανταστικού (για να μην πούμε του ανέφικτου) εάν δεν υπάρχει κρατική υποστήριξη και μέριμνα για τη στήριξη των μικρών ανεξάρτητων παραγωγών και δημιουργών που ανέκαθεν έκαναν τη «διαφορά» στις κινηματογραφικές αγορές όλου του κόσμου. Μην ξεχνάμε πως, πολλές ταινίες που χαρακτηρίστηκαν αριστουργήματα, δημιουργήθηκαν από ιδεαλιστές παραγωγούς ή τολμηρούς δημιουργούς που, αψήφησαν το ρεύμα της εποχής τους και τις επιταγές των μεγάλων στούντιο, και αποφάσισαν να κάνουν με πενιχρά, τις περισσότερες φορές, μέσα, μια ταινία έτσι όπως την φανταζόντουσαν.
Η κρατική υποστήριξη του εγχώριου κινηματογράφου, στο πλαίσιο μιας φιλοσοφίας συντήρησης της κουλτούρας ενός έθνους, δεν έπαψε ποτέ να υπάρχει σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Η Γηραιά Ήπειρος, με την ποικιλομορφία κουλτούρας και χρώματος των πολιτισμών της, συνεχίζει να επιδοτεί με κρατικά προγράμματα νέους, αλλά και παλαιούς δημιουργούς, οι οποίοι δείχνουν ότι είναι ικανοί να παράγουν κινηματογραφικά έργα που προάγουν τον πολιτισμό της. Η πολιτική αυτή, υιοθετήθηκε και από την Ευρωπαϊκή Ένωση (εννοούμε την Κομισιόν), η οποία συνεχίζει να επιδοτεί τον πολιτισμό, με κυριότερο εκπρόσωπό του τον Κινηματογράφο, με κονδύλια που βοηθούν τους δημιουργούς να εκφραστούν ελεύθερα και να παράγουν ταινίες χωρίς την δαμόκλειο σπάθη της εμπορικότητας πάνω από το κεφάλι τους.
Η λογική της επιδότησης, από μόνη της, αποτελεί έναν παράγοντα φαγωμάρας, συγκρούσεων και, αμφισβητήσεων, αφού, εκ των πραγμάτων, δεν μπορούν να επιδοτηθούν όλοι όσοι υποβάλουν αιτήσεις. Αναγκαστικά, τα κονδύλια, θα μοιραστούν σε κάποιους (συνήθως λίγους) οι οποίοι καταφέρνουν να πείσουν τις επιτροπές ελέγχου για το concept τους. Εκτός από αυτόν τον υγιή -θέλουμε να πιστεύουμε- ανταγωνισμό, έρχονται να μπουν και ζητήματα πολιτικής σε κάθε χώρα, σε σχέση με τον πολιτισμό και την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων του μέσα στην παγκόσμια αγορά. Έτσι, κάποιοι δημιουργοί, φαίνεται να προτιμώνται από το σύστημα και, τελικά, να φαντάζουν ως τα «αγαπημένα παιδιά» των πολιτισμικών διαχειριστών μιας χώρας. Κι εδώ ακριβώς, αρχίζουν οι γκρίνιες. «Γιατί πρέπει να επιδοτείται κάθε φορά που, θέλει να κάνει μια ταινία, ο κύριος Τάδε;» είναι το μείζων ερώτημα που τίθεται από τους αδικημένους ή τους άτυχους, εκείνους που, υποβάλλουν επί δέκα χρόνια το δικό τους concept και, δεν παίρνουν ποτέ επιδότηση.
Η ζύμωση που δημιουργείται στο χώρο του πολιτισμού των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών, εξαιτίας της επιλεκτικότητας των επιτροπών που φιλτράρουν τις προτάσεις, είναι μεγάλη και προκαλεί αρκετό θόρυβο και πολλούς, πιστέψτε μας, καβγάδες. Κανένας ευνοημένος δε διαμαρτύρεται και, κανένας απορριφθείς δεν πιστεύει πως η απόρριψή του ήταν δίκαιη. Ελληνικό φαινόμενο, είπατε; Σας πληροφορούμε πως το έργο αυτό παίζεται ίδια και απαράλλαχτα σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, στα αντίστοιχα Κέντρα Κινηματογράφου, και παρ’ όλη την ψυχρή ιδιοσυγκρασία των βορείων λαών της Γηραιάς Ηπείρου, δεν έχει βρεθεί ακόμα το μοντέλο που θεωρείται αδιάβλητο και δίκαιο! Απλά, στα κράτη της βόρειας Ευρώπης, δεν βλέπεις τόση γκρίνια όση στην Ελλάδα, επειδή ο Ευρωπαίος δεν διαμαρτύρεται τόσο έντονα, όσο ο Έλληνας, και αντιμετωπίζει, από τη φύση του, με λιγότερη καχυποψία, τις διαδικασίες και τις επιτροπές αξιολόγησης. Ωστόσο, οι ενστάσεις πάντα υπάρχουν και η πικρία εκδηλώνεται σε πιο προσωπικό επίπεδο.
Εδώ έρχεται κανείς να παραδεχτεί την Αμερική, η οποία έχει διαγράψει από τα λεξικά της τις λέξεις «επιδότηση» και «επιχορήγηση». Αλλά, πώς, τελικά, να μείνει κανείς πιστός σε αυτή την άποψη, όταν βλέπει μια κινηματογραφική βιομηχανία ελεγχόμενη και καθοδηγούμενη, αποκλειστικά, από τα εμπορικά συμφέροντα των μεγάλων στούντιο, με πολύ μικρή ανοχή στον πρωταρχικό σκοπό της Τέχνης;
Στη δεύτερη συνεδρίαση, τέθηκε το θέμα της αξιοποίησης των επιτυχημένων ευρωπαϊκών μοντέλων, καθώς και το ζήτημα των Διεθνών Παραγωγών και συμπαραγωγών. Για μια χώρα σαν την Ελλάδα, με τα δεδομένα της αγοράς της, η υπόθεση συμπαραγωγή μοιάζει να είναι η μοναδική σωστική λέμβος πάνω στην οποία θα μπορούσαμε να ανέβουμε! Το να συμμετέχεις, με οποιοδήποτε τρόπο, σε μια διεθνή παραγωγή αξιώσεων, που είναι σίγουρο ότι θα έχει μια αξιοσημείωτη πορεία στις αίθουσες και μια εξασφαλισμένη προσέγγιση στο κοινό, είναι πολύ καλύτερο, τελικά, από το να παλεύεις με μικρές ελληνικές παραγωγές, εκ των προτέρων καταδικασμένες! Η Ελλάδα, διαθέτει ένα αξιόλογο δυναμικό καλλιτεχνών και τεχνικού προσωπικού, που μπορεί να συμβάλλει σε μια διεθνή παραγωγή και να κάνει αισθητή την παρουσία του μέσα από αυτήν. Εκτός των οικονομικών οφελών που αποκομίζεις από μια τέτοια συμμετοχή, είναι και η απόκτηση της εμπειρίας και, φυσικά, η σύναψη κάποιων σχέσεων εμπιστοσύνης που θα φέρουν νέες συνεργασίες και νέες ευκαιρίες προβολής.
Η τρίτη συνεδρίαση ήταν αφιερωμένη στο Ε.Κ.Κ – Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και στην ανάπτυξη της κινηματογραφικής παραγωγής. Οι οικονομικοί πόροι του Ε.Κ.Κ και ο τρόπος εκμετάλλευσής τους για την ανάπτυξη της Ελληνικής Κινηματογραφίας απασχόλησαν όλους τους ομιλητές και τους παρευρισκόμενους, οι οποίοι ενεπλάκησαν σε μια θερμότατη συζήτηση γεμάτη προτάσεις, απόψεις αλλά και πολλή αμφισβήτηση. Η συζήτηση επεκτάθηκε και νέα οργανωτική δομή του Ε.Κ.Κ και τον ρόλο που θα πρέπει να διαδραματίσει μελλοντικά. Δεν μπορούμε να πούμε πως βγάλαμε κάποιο τελικό συμπέρασμα από τη συζήτηση!
Τα βασικά πορίσματα για την Παραγωγή ήταν:
• Ποτέ μέχρι σήμερα, ο ελληνικός Κινηματογράφος δεν έχει υπαχθεί ως βιομηχανικό πολιτιστικό προϊόν, σε κανένα αναπτυξιακό νόμο καμιάς κυβέρνησης.
• Τα κονδύλια που προορίζονται για την παραγωγή ελληνικών κινηματογραφικών ταινιών έχουν συρρικνωθεί δραματικά.
• Το συνολικό ποσό που επενδύεται για το σύνολο της ετήσιας ελληνικής κινηματογραφικής παραγωγής δεν ξεπερνά το μέσο προϋπολογισμό μιας ευρωπαϊκής ταινίας!
• Λείπουν βασικά φορολογικά κ.α. κίνητρα που θα προσελκύσουν νέους επενδυτές στην ελληνική κινηματογραφική παραγωγή.
• Για 14η χρονιά η ελληνική κινηματογραφική παραγωγή στερείται σοβαρούς πόρους με την παράνομη κατακράτηση από τους τηλεοπτικούς σταθμούς του 1,5 % που το Π.Δ. 285/1993 επιβάλλει να επενδύεται σε κινηματογραφικές ταινίες με προορισμό τις κινηματογραφικές αίθουσες.
• Κοινή πεποίθηση είναι η αναδιοργάνωση, ο εκσυγχρονισμός και η οικονομική ενδυνάμωση του Ε.Κ.Κ. καθώς και η πλήρη απαλλαγή του από το καθεστώς του νόμου 3429/2005 περί Δ.Ε.Κ.Ο.
• Παρατηρείται χρόνια δραματική ανεπάρκεια στις πολιτικές ανάπτυξης της σεναριογραφίας στην Ελλάδα.
• Σημειώνεται για πολλοστή φορά ανυπαρξία επεξεργασμένης εθνικής πολιτικής για τη στάση της Ελλάδας στα ευρωπαϊκά κινηματογραφικά προγράμματα MEDIA, EURIMAGES κ.α.
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΔΙΑΝΟΜΗ
ΑΙΘΟΥΣΑ – ΠΡΟΩΘΗΣΗ
Ομολογουμένως, στη συνεδριακή αίθουσα MC 3, αμέσως μετά την τελετή έναρξης, διεξήχθη η πιο ενδιαφέρουσα, κατά τη γνώμη μας, συζήτηση του συνεδρίου. Πέρα από τον χειμαρρώδη λόγο του Σεραφείμ Φυντανίδη, ο οποίος έκανε μια ενδιαφέρουσα και εμπεριστατωμένη ανάλυση της σημερινής εικόνας του Ελληνικού Κινηματογράφου, έτσι όπως μόνο ο Σεραφείμ Φυντανίδης ξέρει να κάνει, με τοποθετήσεις, όχι τεχνοκρατικές αλλά, γεμάτες συναίσθημα και οραματισμούς, έκανε μεγάλη αίσθηση η τοποθέτηση του Θόδωρου Αγγελόπουλου, και στο τέλος, του Κώστα Γαβρά, ο οποίος προσπάθησε να συγκρίνει τα δεδομένα της Γαλλίας και γενικότερα της βόρειας Ευρώπης με αυτά της Ελλάδας.
Ο Κώστας Γαβράς, επεσήμανε τα ζητήματα νοοτροπίας στην Ελλάδα που, πολλές φορές, μας κρατάνε πίσω και δεν μας επιτρέπουν να αναπτυχθούμε. Κατέδειξε τη μεγάλη δυναμική ορισμένων δημιουργών που η φήμη τους κατάφερε να περάσει τα Ελληνικά σύνορα, όπως ο Αγγελόπουλος, ο Κακογιάννης και άλλοι, και έδειξε εντυπωσιασμένος από τις διαδικασίες του συνεδρίου και από την πρόοδο που έχει γίνει στον τομέα του πολιτισμού στη χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες. Μερικές από τις τοποθετήσεις του Κώστα Γαβρά ήταν: «Δεν μπορεί να υπάρξει εθνικός κινηματογράφος χωρίς την κρατική επέμβαση και συμβολή.», «Η τηλεόραση σήμερα πρέπει να χρηματοδοτήσει τον κινηματογράφο.», «Οι πολιτικοί είναι σκλάβοι του μέσου που τους προβάλλει στην τηλεόραση.», «Υπάρχει χώρος στην Ελλάδα για περισσότερο σινεμά.» «Η ηγεσία του υπουργείου δείχνει ότι έχει την βούληση… Πρέπει να γίνει ο κατάλογος των απαραίτητων για μια καλύτερη κινηματογραφική τέχνη στην Ελλάδα … Ο υπουργός πρέπει να τα υιοθετήσει αφού είναι συμπεράσματα της κινηματογραφικής κοινότητας.», «Όποιος έχει το μυστικό των εικόνων κυβερνάει τον κόσμο.», «Το συνέδριο ήταν μεγάλη ευκαιρία για τον ελληνικό κινηματογράφο. Εύχομαι να μην χαθεί αυτή η πρωτοβουλία, να επαναληφθεί, γιατί και εγώ έμαθα πολλά από όσα συμβαίνουν εδώ στην Ελλάδα στον κινηματογράφο.»
Μερικές από τις τοποθετήσεις του Ροβήρου Μανθούλη: «Το 1/3 από τις 200 ταινίες που παράγονται κάθε χρόνο στην Γαλλία έχουν προϋπολογισμό 2.000.000 ευρώ. Αυτός θεωρείται επικίνδυνος προϋπολογισμός αφού είναι ο μικρότερος που απαιτούν οι παραγωγές. Στην Ελλάδα οι χαμηλού κόστους ταινίες είναι το βασικό πρόβλημα.».
Στη συζήτηση που ακολούθησε, για τη διανομή της ελληνικής ταινίας σε σχέση με την κινηματογραφική αίθουσα, το DVD, και τις σύγχρονες τεχνολογίες, ακούστηκαν, πραγματικά, πολύ ενδιαφέρουσες απόψεις όλων των εμπλεκομένων φορέων. Καταγράφηκε η έντονη ανησυχία των αιθουσαρχών, οι οποίοι βλέπουν τα εισιτήρια να μειώνονται και τα καθίσματά τους να αδειάζουν χρόνο με το χρόνο. Πολλοί από αυτούς μίλησαν με τρόμο (ή καλύτερα, με έντονο παράπονο) για τα επακόλουθα της έλευσης της ψηφιακής τεχνολογίας, όπως και για την επικράτηση των πολυ-αιθουσών (multiplex) τα οποία, έχοντας μπει ενεργά και στο παιχνίδι της διανομής, καθορίζουν πλέον τις συνθήκες του ανταγωνισμού, παίρνοντας το μεγαλύτερο κομμάτι από την πίτα των εισιτηρίων. Από την άλλη, η έλευση του DVD και η μόδα του Οικιακού Κινηματογράφου, στερούν άλλο ένα (μικρό ακόμα) ποσοστό θεατών από τις αίθουσες. Και πέρα απ’ όλα αυτά, το Ίντερνετ και η πειρατεία, έρχεται να δώσει το τελειωτικό χτύπημα στις αίθουσες με την ανεξέλεγκτη παράνομη αντιγραφή των ταινιών από τους χρήστες.
Καταγγέλθηκαν ακόμα και περιπτώσεις (ιδιαίτερα στην επαρχία) ιδιωτικών αιθουσών και λεσχών οι οποίες, προβάλουν με ψηφιακά μέσα ταινίες σε περιορισμένο κοινό, προσφέροντας ταυτόχρονα και άλλες υπηρεσίες, όπως φαγητό, ποτό, παίγνια, κλπ. Όλα αυτά, όπως κατήγγειλαν οι εκπρόσωποι των αιθουσαρχών έχουν αδειάσει τις ανεξάρτητες αίθουσες, οι οποίες είτε φυτοζωούν, είτε χρηματοδοτούνται από τους ιδιοκτήτες τους για λόγους, περισσότερο συναισθηματικούς παρά, επιχειρηματικούς.
Υπήρξαν και εκπρόσωποι θρυλικών παραδοσιακών αιθουσών ανά την Ελλάδα, οι οποίες ανήκουν σε δήμους, και ελλείψει πόρων για τη διατήρησή τους, είτε εγκαταλείπονται και καταρρέουν από το χρόνο, είτε μετατρέπονται σε αίθουσες άλλων χρήσεων, σβήνοντας ένα σημαντικό κομμάτι της πολιτισμικής ιστορίας του τόπου. Στο σημείο αυτό, ήταν σημαντική (και συγκινητική) η παρέμβαση του Θόδωρου Αγγελόπουλου ο οποίος, υποσχέθηκε να συμβάλει στον αγώνα διατήρησης αυτών των θρυλικών αιθουσών.
Η όλη συζήτηση, γύρω από τις ανεξάρτητες αίθουσες που φθίνουν και την κατάσταση του σινεμά στη χώρα μας, σε συνάρτηση με την απεγνωσμένη φωνή των αιθουσαρχών που βλέπουν τη δουλειά τους σιγά-σιγά να σβήνει, ήταν πραγματικά πικρή. Θύμιζε μια μάχη ανάμεσα στο παλιό και το νέο. Μια άνιση κόντρα ανάμεσα στο μοντέρνο και το παραδοσιακό. Και, φυσικά, όλοι ξέρουμε σε μια τέτοια περίπτωση, ποιος θα είναι στο τέλος ο νικητής! Ποτέ η παράδοση δεν κατάφερε να επιβληθεί στην εξέλιξη και τον εκμοντερνισμό. Αυτή, άλλωστε, είναι η πορεία του ανθρώπινου γένους. Να εξελίσσεται και να αλλάζει τα χθεσινά δεδομένα με τα αυριανά. Κάποιος, μάλιστα, από τους παρευρισκόμενους, σκηνοθέτης στο επάγγελμα, επιχειρώντας να εξηγήσει στους αιθουσάρχες τον απαράβατο νόμο της εξέλιξης, ανέφερε την κίνηση των αγωγιάτιδων στην Αθήνα όταν, πρωτοεμφανίστηκαν τα αυτοκίνητα όπου, οι αγωγιάτες έκαναν αίτηση στο Υπουργείο Μεταφορών, να απαγορεύσει την κίνηση των αυτοκινήτων για να μην χάσουν τη δουλειά τους. (!)
Η ζύμωση για το τοπίο του σινεμά ήταν πολύ εποικοδομητική και, κατά τη γνώμη μας, η πιο ενδιαφέρουσα από τις συζητήσεις όλων των υπόλοιπων πάνελ. Γιατί δεν υπάρχει σινεμά, αν δεν υπάρχουν ταινίες, αίθουσες(;) και, κοινό. Οι πιο νέοι και οι πιο οραματιστές, κατέθεσαν τους προβληματισμούς τους για την εξέλιξη, την οποία, πολλοί παραδέχτηκαν πως, δεν μπορούν να προβλέψουν. Στην ιστορία της ανθρωπότητας, έχουν συμβεί, πολλές φορές, κοσμογονικές αλλαγές που, άλλαξαν άρδην τα τοπία πολλών αγορών. Σήμερα, στην εποχή της ξέφρενης πορείας της ψηφιακής τεχνολογίας, στην ψηφιακή εποχή όπου το Ίντερνετ αλλάζει τον κόσμο, είναι δύσκολο, ακόμα και από ειδικούς, να προβλέψουν ποιο ακριβώς θα είναι το μέλλον του σινεμά, σε τι μορφή, και με ποιον τρόπο, θα βλέπει το κοινό τις ταινίες μελλοντικά. Το μόνο σίγουρο είναι, ότι τα δεδομένα αλλάζουν δραματικά μέρα με τη μέρα, και ότι ο παραδοσιακός κινηματογράφος με το ποπ-κορν δείχνει να ανήκει σε μια άλλη εποχή. Το κοινό, παρ’ ότι υποστηρίζει ακόμα την αίθουσα, με σαφή προτίμηση στους μεγάλους πολύ-κινηματογράφους οι οποίοι, του προσφέρουν ποικιλία ταινιών και εναλλακτικής ψυχαγωγίας, δείχνει να αναζητά έναν άλλον τρόπο κατανάλωσης του προϊόντος που λέγεται κινηματογραφική ταινία.
Από την άλλη, η ψηφιακή εποχή και η επέλαση της προσιτής τεχνολογίας στους δημιουργούς, προσφέρει πλέον τη δυνατότητα ανάπτυξης της ελεύθερης ανεξάρτητης παραγωγής. Πριν από μια δεκαετία, για να ‘γυρίσει’ ένας δημιουργός μία ταινία, άξια να βγει στις αίθουσες και να διεκδικήσει μερίδιο αγοράς, χρειαζόταν έναν προϋπολογισμό με τον οποίον θα μπορούσε να χτίσει μια πολυκατοικία. Το παιχνίδι, εκ των πραγμάτων, ήταν στα χέρια των μεγάλων στούντιο. Ακόμα και στην Ελλάδα. Ακόμα και για μια μικρή ανεξάρτητη παραγωγή, χωρίς μεγάλες εμπορικές αξιώσεις, και χωρίς ακριβοπληρωμένους ηθοποιούς, χρειαζόσουν έναν αξιοσέβαστο προϋπολογισμό. Έχουμε ακούσει πλείστα παραδείγματα εμπνευσμένων σκηνοθετών, οι οποίοι θέλησαν να γίνουν ανεξάρτητοι παραγωγοί για να μπορέσουν να κάνουν τις ταινίες τους, και οι οποίοι υποθήκευσαν τα σπίτια τους (πολλές φορές και των γονιών τους) για να αγοράσουν το φιλμ, να νοικιάσουν τον εξοπλισμό, να κάνουν επεξεργασία μετά την παραγωγή και να τυπώσουν τελικές κόπιες. Όλα αυτά στοίχιζαν εκατομμύρια δραχμές σε εποχές που τα εκατομμύρια είχαν μεγάλη αξία. Πολλοί, από τους ρομαντικούς αυτούς δημιουργούς, έπεσαν έξω και έχασαν τις περιουσίες τους. Λίγοι (πραγματικά λίγοι) κατάφεραν να μπουν στο σύστημα μετά από αυτή την κίνησή τους. Το σίγουρο είναι ότι, σχεδόν κανείς δεν κατάφερε να κρατηθεί για χρόνια στο στερέωμα σαν μικρός ανεξάρτητος παραγωγός, κάνοντας τις ταινίες που ήθελε ο ίδιος και όχι τα αφεντικά των μεγάλων στούντιο.
Στις μέρες μας, η εξέλιξη της τεχνολογίας έρχεται να ανατρέψει τα πάντα. Εδώ και δύο δεκαετίες, ζούσαμε με το βίντεο να εξυπηρετεί την τηλεόραση, προσφέροντας την καταγραφή μιας ηλεκτρονικής εικόνας χαμηλής ανάλυσης, ικανής όμως να δίνει υψηλή ποιότητα εικόνας στους δέκτες μας. Και ξαφνικά, το βίντεο γίνεται ψηφιακό, η καταγραφή γίνεται υψηλής ανάλυσης (High Definition) και οι κάμερες πέφτουν σε επίπεδα τιμών που να μπορεί να τις αποκτήσει ο οποιοσδήποτε κοινός θνητός. Ωστόσο, το σινεμά εξακολουθεί να δουλεύει με τον ίδιο φορέα, το φιλμ, το οποίο συχνά δέχεται εικόνα από ψηφιακές κάμερες και σταθμούς επεξεργασίας, η οποία δουλεύεται σαν εικόνα βίντεο και μετά την ολοκλήρωση της ταινίας μεταφέρεται σε φιλμ για να προβληθεί στις αίθουσες. Οι κρίκοι της αλυσίδας αρχίζουν, ένας-ένας να γίνονται ψηφιακοί. Ο μόνος κρίκος που, παραμένει αναλογικός, προσκολλημένος στην παλιά, αλλά ώριμη, τεχνολογία του σελιλόιντ είναι ο τελευταίος, η προβολή. Σιγά-σιγά, όμως, εξελίσσονται οι προβολείς εικόνας βίντεο, και αρχίζουν να φτάνουν στα επίπεδα ποιότητας των κινηματογραφικών μηχανών προβολής. Με μικρά, αλλά, σταθερά βήματα, η ψηφιακή τεχνολογία παράγει όλο και καλύτερα συστήματα απεικόνισης, με αναλύσεις μέχρι και 4k, ισάξια της ανάλυσης του φιλμ. Στο μεταξύ, έχουν ξεπεραστεί και τα προβλήματα της μικρής δυναμικής περιοχής του βίντεο και του βάθους χρώματος, αποδίδοντας πλέον μια εικόνα ισάξια και σε πολλές περιπτώσεις καλύτερη από την αντίστοιχη του φιλμ.
Έτσι, αρχίζει να κλείνει ο κύκλος της ψηφιακής παραγωγής του κινηματογράφου. Ήδη, ανά την Αμερική και την Ευρώπη, πολλές αίθουσες έχουν εγκαταστήσει ψηφιακούς προτζέκτορες και προβάλουν τις ταινίες από ψηφιακά μέσα αποθήκευσης (σκληρούς δίσκους). Οι ταινίες αυτές είναι εξ ολοκλήρου γυρισμένες, και επεξεργασμένες σε ψηφιακή μορφή, με κάμερες υψηλών αναλύσεων. Το παιχνίδι έχει τελειώσει. Ο κινηματογράφος είναι σχεδόν ψηφιακός. Και λέμε «σχεδόν» γιατί, ακόμα, η πλειοψηφία των αιθουσών διαθέτει μηχανές προβολής φιλμ οι οποίες, για να τροφοδοτηθούν, γίνεται εκτύπωση σε κόπιες από το ψηφιακό υλικό.
Σε λίγα χρόνια (σε πολύ λίγα) όλες οι αίθουσες θα διαθέτουν ψηφιακούς προτζέκτορες. Οι ταινίες, στην αρχή, θα διανέμονται σε σκληρούς δίσκους, και αργότερα μέσω του διαδικτύου, ή, για περισσότερη ασφάλεια, μέσω ενός παγκόσμιου δορυφορικού δικτύου διανομής, το οποίο θα παρέχει με streaming το υλικό προβολής στις αίθουσες, για να το προβάλουν.
Καθώς σχεδιάζονται όλα αυτά, η αγορά του DVD, με απαίτηση του κοινού, φτάνει να λειτουργεί σχεδόν παράλληλα με την αγορά του σινεμά. Άρα, κάποιοι θεατές, προτιμούν να δουν την ταινία στο Home Cinema που έχουν φτιάξει στο σαλόνι τους. Κάποιοι που διαθέτουν μεγάλα σπίτια, διαμορφώνουν ένα ολόκληρο δωμάτιο σε προσωπική αίθουσα με συστήματα προβολής αξιώσεων και ντιζάιν που θυμίζει κινηματογραφική αίθουσα. Οι αρχιτέκτονες, που σχεδιάζουν σπίτια, προβλέπουν ήδη την εγκατάσταση Οικιακού Σινεμά ακόμα και στα διαμερίσματα. Στα πιο ευρύχωρα σπίτια, μάλιστα, προτείνουν ένα δωμάτιο, που κάποτε προοριζόταν για καθιστικό, να γίνει δωμάτιο Home Cinema. Οι πωλήσεις συστημάτων Οικιακού Κινηματογράφου στις αλυσίδες ηλεκτρικών συσκευών ανεβαίνουν συνέχεια. Δημιουργούνται συνεχώς εταιρείες μελέτης εγκαταστάσεων οικιακού σινεμά οι οποίες δημιουργούν τις προσωπικές αίθουσες του μέλλοντος μέσα στα σπίτια του κόσμου.
Από την άλλη, η παραγωγή μιας ταινίας σήμερα, με τις μικρές ψηφιακές κάμερες υψηλής ανάλυσης, είναι παιχνιδάκι για έναν νέο δημιουργό ο οποίος, έχει βλέψεις ανεξάρτητου παραγωγού. Ο εξοπλισμός που χρειάζεσαι για να γυρίσεις μια ταινία σε High Definition, να την μοντάρεις, να της βάλεις εφέ, τίτλους, πολλαπλές γλωσσικές μπάντες, πολύ-γλωσσικούς υπότιτλους, κλπ, είναι τόσο προσιτός, που κάθε τολμηρός δημιουργός μπορεί να αποκτήσει με μικρό επιχειρηματικό ρίσκο. Η υπόθεση «Ανεξάρτητη Παραγωγή» είναι, πλέον, ανοιχτή στον καθένα. Και το σύστημα διανομής, με την εξάπλωση του Home Cinema και του Ίντερνετ, αρχίζει να ξεφεύγει από τα χέρια των μεγάλων εταιρειών του Hollywood.
Μετά από όλα αυτά, μπορεί κανείς, πιστεύετε, να προβλέψει το μέλλον του Σινεμά; Και, πολύ περισσότερο, μπορεί κανείς να εγγυηθεί στους, δίκαια, τρομοκρατημένους ιδιοκτήτες αιθουσών, ότι ο κινηματογράφος τους θα υπάρχει σε μερικά χρόνια; Κάποτε λέγαμε «άγνωσται αι βουλαί του Κυρίου». Σήμερα πρέπει να λέμε «άγνωστες οι εκπλήξεις της τεχνολογίας»!
Τα βασικά πορίσματα για την Κινηματογραφική Αίθουσα και τη Διανομή ήταν:
• Δεν έχει γίνει συνείδηση από την Πολιτεία ότι οι κινηματογραφικές αίθουσες είναι χώροι πολιτισμού που πρέπει να προστατεύονται.
• Η διανομή, η κυκλοφορία των κινηματογραφικών ταινιών είναι το πρώτο πρόβλημα της ευρωπαϊκής και ελληνικής κινηματογραφίας.
• Μειώνονται δραματικά σε όλη τη χώρα οι κινηματογραφικές αίθουσες της μίας οθόνης κάτω από τη πίεση των MULTIPLEX CINEMAS.
• Πολλοί Δήμοι και περιοχές της χώρας με πληθυσμό 50-60 χιλιάδες κατοίκων δεν διαθέτουν κινηματογραφική αίθουσα.
• Παρατηρείται παντελής έλλειψη κινήτρων για νέους επιχειρηματίες προκειμένου να ενθαρρυνθούν και να επενδύσουν στη δημιουργία σύγχρονων μονών αιθουσών προβολής της ελληνικής, ευρωπαϊκής και διεθνούς κινηματογραφικής τέχνης.
• Σημειώνεται η έλλειψη θεσμοθετημένων πόρων και κανόνων που θα βοηθούσε το Δίκτυο, των περισσότερων από 90, Δημοτικών κινηματογράφων να αποτελέσει ένα εναλλακτικό δίκτυο διανομής ελληνικών ταινιών, το οδήγησαν στην ατονία και στο μαρασμό.
• Η στήριξη της προβολής, προώθησης και κυκλοφορίας των ελληνικών ταινιών στην ελληνική και διεθνή αγορά, είναι ανεπαρκής.
• Η ανάγκη διεύρυνσης του ζωτικού χώρου για τις ελληνικές ταινίες στην ελληνική και διεθνή αγορά, είναι βασική προϋπόθεση ανάπτυξης της ελληνικής κινηματογραφίας.
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ ΦΕΣΤΙΒΑΛ - ΚΡΑΤΙΚΑ ΒΡΑΒΕΙΑ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ
Εδώ, οι συζήτηση ξεκίνησε με θέμα την ελληνική ταινία και το ρόλο των κινηματογραφικών Φεστιβάλ στην Ελλάδα. Η αίθουσα αυτού του πάνελ γέμισε από νεότερες ηλικίες, αφού, όπως καταλαβαίνετε, το θέμα αφορά, ως επί το πλείστον, τους νέους δημιουργούς. Οι ομιλητές ανέλυσαν το πώς λειτουργεί το σύστημα των Φεστιβάλ και, πώς τα κινηματογραφικά Φεστιβάλ μπορούν να λειτουργήσουν ως φορείς προβολής και προώθησης των ελληνικών ταινιών. Τέθηκαν προβληματισμοί γύρω από τις διαδικασίες επιλογής των ταινιών, τα κριτήρια ποιότητας και, τους μηχανισμούς υποβολής αιτήσεων. Αρκετός λόγος έγινε και για το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ της Θεσσαλονίκης, το οποίο έχει αρχίσει να αποκτά διεθνή φήμη και κύρος με αξιόλογες συμμετοχές από όλον τον κόσμο.
Βέβαια, άνοιξε συζήτηση και για το Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, το Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Δράμας, αλλά και όλα τα υπόλοιπα Φεστιβάλ που διεξάγονται στη χώρα μας. Καθώς και για την αναμόρφωση του θεσμού απονομής των Κρατικών Κινηματογραφικών Βραβείων Ποιότητας.
Τα πορίσματα για τις Πολιτικές για τα Κινηματογραφικά Φεστιβάλ ήταν:
• Το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης παρά την επιτυχή πορεία του θεωρείται ότι δεν ξεπέρασε τα προβλήματα ενός ανεξέλεγκτου γιγαντισμού.
• Το Διεθνές Φεστιβάλ αναπτύχθηκε σε βάρος του Ελληνικού Φεστιβάλ Κινηματογράφου το οποίο ουσιαστικά καταργήθηκε.
• Υπάρχει ανάγκη προβολής της ετήσιας κινηματογραφικής παραγωγής από ένα Ελληνικό Φεστιβάλ Κινηματογράφου.
• Είναι επιτακτική η αναβάθμιση της συμμετοχής των ελληνικών ταινιών ντοκιμαντέρ στο ετήσιο Φεστιβάλ ταινιών Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
• Η υποχρεωτική προβολή μίας ταινίας στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ ως αναγκαία προϋπόθεση συμμετοχής της στα Ετήσια Κρατικά Βραβεία Ποιότητας, πρέπει να καταργηθεί.
• Οι ταινίες θα πρέπει να προβάλλονται στα Ετήσια Κρατικά Βραβεία Ποιότητας και στον υλικό μέσο που γυρίστηκαν.
• Επειδή τα κινηματογραφικά Φεστιβάλ στη χώρα αυξάνονται ως πολιτιστικές κινηματογραφικές εκδηλώσεις της Περιφέρειας, η Πολιτεία οφείλει να τα στηρίξει με όρους και προϋποθέσεις.
• Επισημαίνεται τέλος η ανάγκη αλλαγής του συστήματος και του τρόπου απονομής των ετήσιων Κρατικών Κινηματογραφικών Βραβείων.
ΣΥΓΓΕΝΙΚΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
Τελευταία, αφήσαμε τη θεματική ενότητα των Πνευματικών Δικαιωμάτων των Δημιουργών καθώς και των Συγγενικών Δικαιωμάτων των Συντελεστών μιας ταινίας. Πέρα από τις τεχνοκρατικές τοποθετήσεις των νομικών εκπροσώπων των καλλιτεχνικών σωματείων, ακούστηκαν ποικίλες προτάσεις και τοποθετήσεις που, αφορούσαν τις Νέες Τεχνολογίες και τα Πνευματικά Δικαιώματα. Η αλήθεια είναι πως, στη σύγχρονη πραγματικότητα με το πλήθος των μέσων και την έκταση της εκμετάλλευσης που μπορεί να προκύψει, οι έλεγχοι είναι ιδιαίτερα δύσκολοι και το διαφυγών κέρδος των δημιουργών και των συντελεστών είναι σημαντικό. Η σύγχρονη τεχνολογία και η ευκολία με την οποία γίνεται η αντιγραφή στα ψηφιακά μέσα, καθιστούν ένα περιβάλλον ιδιαίτερα πολύπλοκο και αχανές το οποίο, ευνοεί την αυθαίρετη αντιγραφή και εκμετάλλευση του καλλιτεχνικού έργου. Οι δημιουργοί, ανήσυχοι για την πειρατεία που γίνεται στα έργα τους, πρότειναν μεθόδους, συχνά αυστηρές και, ίσως, ανέφικτες, προκειμένου να προστατεύσουν τα έσοδά τους από την εκμετάλλευση του έργου τους.
Έγινε εκτενής αναφορά στο νόμο 2121/93, που δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία της Μελίνας Μερκούρη για να προστατέψει τους δημιουργούς. Συζητήθηκαν οι πιθανές αλλαγές και προσθήκες που θα γίνουν, ή πρέπει να γίνουν, μελλοντικά και ακούστηκαν πλείστες αναθεωρητικές προτάσεις και βελτιώσεις, ώστε να προβλεφθούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο οι μελλοντικοί τρόποι εκμετάλλευσης των καλλιτεχνικών έργων και η διαφυγή των κερδών από αυτήν.
ΣΑΝ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ - 3ο ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
Το 3ο Συνέδριο Κινηματογράφου που διεξήχθη στην Αθήνα, ήταν, τελικά, άρτια οργανωμένο, δημιουργικό και, απ’ όλες τις απόψεις ευχάριστο και εποικοδομητικό για το τοπίο του Κινηματογράφου στη χώρα μας. Οι συνεδριάσεις πραγματοποιήθηκαν σε άριστα οργανωμένο κλίμα, συντονισμένες από έγκριτους εκπροσώπους του χώρου, και με συμμετοχή υψηλών προσκεκλημένων από την Ελλάδα και το εξωτερικό, οι οποίοι προσέδωσαν κύρος και έκαναν τις συνεδριάσεις ενδιαφέρουσες.
Είναι σίγουρο, πως η ζύμωση που δημιουργήθηκε από τις συνεδριάσεις, κατέγραψε αποτελέσματα που θα βοηθήσουν σημαντικά τους νομοθέτες και τους εντεταλμένους της εξουσίας παράγοντες, να αναμορφώσουν το Ελληνικό Κινηματογραφικό Τοπίο με τρόπο που, θα αναπτύξει καλύτερα την αγορά και, θα δώσει ώθηση στην παραγωγή αυτόνομων ελληνικών ταινιών αλλά και συμπαραγωγών με τους ευρωπαίους εταίρους μας. Μπορεί η ελληνική αγορά του σινεμά να είναι μικρή και αδύναμη, αλλά δεν είμαστε οι μόνοι που νιώθουμε αυτή την αδυναμία στον πολιτισμικό μας χαρακτήρα. Ολόκληρη η Ευρώπη, αντιμετωπίζει παρόμοια προβλήματα, που την έχουν καταστήσει ουραγό στην παγκόσμια αγορά, ακόμα και στην εσωτερική της, πίσω από τον αμερικανικό γίγαντα που αλέθει πολιτισμούς στο βωμό μιας εμπορικής βιομηχανίας η οποία, φαίνεται να έχει χάσει το στίγμα της και τον προορισμό της σε σχέση με την τέχνη.
Αλέξης Ανδρίτσος
(Το άρθρο αυτό δημοσιεύεται με την άδεια του περιοδικού «Camera & Microphone».)
3ο ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ