Αθήνα - Δούκα πρώτη θέση*
Θα μπορούσε να ήταν το σενάριο μιας κινηματογραφικής ταινίας. Αλλά δεν είναι! Ακόμα μια φορά διαπιστώνουμε ότι στη σύγχρονή μας Ελλάδα ο ρεαλισμός της καθημερινότητάς μας ξεπερνά τα όρια του σουρεαλισμού και ουσιαστικά τον επαναπροσδιορίζει. Να τα πάρω όμως τα πράγματα από την αρχή.
Όπως κάθε Έλληνας, από αυτούς που ανήκουν στο 50% περίπου, πήγα να ψηφίσω εκεί που το λέμε «ιδιαίτερη πατρίδα» μου. Κάπου 40 χιλιόμετρα πάνω από τον Πύργο, στο Νομό Ηλείας. Η πρόσβαση για να φτάσω στον Πύργο ήταν εύκολη. Από εκεί και πέρα ξεκινά το πρόβλημα. Αλλά ας τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή με έναν άλλο, πιο όμορφο, τρόπο.
Σκηνή 1η
Ετοιμάζει τα πράγματά του για να πάει να ψηφίσει. Δύο ή τρία πράγματα και την ταυτότητα. Θυμάται ότι έχουν πει ότι απαραίτητη η ταυτότητα ή το διαβατήριο ή το βιβλιάριο υγείας, για να μπορέσει κάποιος να ψηφίσει. (Γιατί όμως το βιβλιάριο υγείας; Άρρωστοι είναι ψηφοφόροι; Μήπως τους θεωρούν ότι «χάνουν», λόγω του ότι πάνε να ψηφίσουν ή πάνε να τους ψηφίσουν; Τέλος πάντων!!) Ελέγχει τα πράγματά του και ετοιμάζεται να φύγει. Είναι η ώρα 6 το πρωί, πρέπει να προλάβει το λεωφορείο των 7.30, από τα ΚΤΕΛ.
Σκηνή 2η
Φτάνει στα ΚΤΕΛ. Είναι εκεί και άλλοι άρρωστοι, θέλω να πω ψηφοφόροι. Ετοιμάζονται να πάνε να τη ρίξουν. Θυσιάζουν ένα μπάνιο για «να χάσουν τον ύπνο τους», όπως λέει και το σύνθημα ενός συνασπισμού κομμάτων. Το λεωφορείο ξεκινά, το ταξίδι είναι ευχάριστο. Δίπλα κάθεται μια όμορφη κοπελίτσα. Την καλοβλέπει. Περνά καλά, τουλάχιστον οπτικά. Ξέρει τι θα ψηφίσει και έχει αφεθεί στη μουσική που τον ταξιδεύει.
Σκηνή 3η
Φτάνουν στον Πύργο. Κατεβαίνει και γρήγορα-γρήγορα πάει να βγάλει το εισιτήριο της επιστροφής. Θα επιστρέψει την ίδια μέρα γιατί έχει δουλειές. Το επόμενο δρομολόγιο, το οποίο έχει θέσεις, είναι μετά πέντε ώρες.
Σκηνή 4η
Σκέφτεται ότι πρέπει να βρει ένα ταξί. Είναι ο μοναδικός τρόπος για να πάει να ψηφίσει στο ορεινό χωριό, εκεί όπου έχει μεταφέρει τα δικαιώματά του, στο χωριό του πατέρα του. Τσαντίζεται γιατί την Κυριακή, ακόμα και αν είναι μέρα εκλογών, συγκοινωνία δεν υπάρχει για τα χωριά. Τι και αν λέει το Σύνταγμα ότι η ψήφος είναι υποχρεωτική, οι τοπικοί «άρχοντες» δεν μεριμνούν να υπάρχει συγκοινωνία με τα χωριά για τους ψηφοφόρους.
Θυμάται ότι μέχρι το 1985 υπήρχαν λεωφορεία κάθε μέρα, ακόμα και Σαββατοκύριακα. Μετά, είπαν, αυξήθηκαν τα ιδιωτικά αυτοκίνητα των αγροτών που έμεναν στα ορεινά χωριά του Νομού Ηλείας και η συγκοινωνία από τότε υπάρχει κυρίως για τους μαθητές, από το 1985 και έπειτα. Η περιοχή κόβεται στα δύο. Πως να μείνει κάποιος στα χωριά όταν δεν μπορεί να μετακινηθεί;
Σκηνή 5η
Βρίσκει ένα ταξί, του λέει ο οδηγός ότι πάει προς τα εκεί, να τον αφήσει στο δρόμο. Και τα δυόμισυ χιλιόμετρα από το κεφαλοχώρι, από το οποίο περνά ο δρόμος, μέχρι το χωριό που θα ψηφίσει πως θα τα κάνει; Εκνευρίζεται. Περιμένει, σε λίγο βρίσκει ένα ταξί για να τον πάει εκεί που θέλει.
Σκηνή 6η
Ανεβαίνουν «πάνω στα χωριά» (έτσι λένε τα ορεινά χωριά της Ηλείας, εννοώντας το άλλο, το φτωχό κομμάτι). Έχουν περάσει τόσα χρόνια και μετά από την Αρχαία Ολυμπία η φύση είναι ακόμα καμένη. «Όλα αυτά που λένε στην τηλεόραση είναι ψέματα. Δενδροφύτευση έκαναν μόνο στην Αρχαία Ολυμπία», του λέει ο ταξιτζής. Μετά τα βάζει με το δήμαρχο του Δήμου Ολυμπίας, τον Αηδόνη. Έχει βγάλει, του λέει ο ταξιτζής, τα αυτοκίνητα από την πόλη στα Ολύμπια και ο κόσμος πλέον προτιμά το Κατάκολο, εκεί έρχονται δύο ή τρία πλοία την ημέρα, μιλάμε για 10.000 περίπου κόσμο, μένει και ψωνίζει εκεί ο κόσμος, δεν έρχεται προς τα εδώ.
Στη μνήμη του έρχεται η συνομιλία με έναν άλλο ταξιτζή, στις εθνικές εκλογές αυτή τη φορά, που του έλεγε ότι ο δήμαρχος του Δήμου Ολυμπίας, ο Αηδόνης, ήταν αυτός που δεν συντόνισε καλά την κατάσταση όταν έπιασε η φωτιά και αυτή ανέβηκε πάνω και έκαψε μια τεράστια έκταση γύρω από το δρόμο, απόστασης 40 χιλιομέτρων. Από εκλογές σε εκλογές και η απελπισία των κατοίκων είναι μια καθημερινή διαπίστωση…
Σκηνή 7η
Φτάνει στο χωριό. Ψηφίζει. Το ταξί περιμένει γιατί που θα βρει άλλο για να επιστρέψει; Στην επιστροφή κάνει το ρεπορτάζ του. Δύσκολη η ζωή εδώ, του λέει ο ταξιτζής, μόνο η κτηνοτροφία αφήνει ένα μικρό μεροκάματο. Το «μαλλί» πήγε 37 ευρώ, για να πάει στο χωριό και να επιστρέψει στον Πύργο, για να ρίξει την ψήφο του.
Σκηνή 8η
Έχει επιστρέψει στο ΚΤΕΛ. Ανοίγει το λαπτόπ και διαμορφώνει τις φωτογραφίες από τη Θεσσαλονίκη. Του έχουν πει ότι στις 2.30 το μεσημέρι έχει ένα δρομολόγιο, είναι όμως γεμάτο, αν υπάρχει, του λέει η υπάλληλος, κάποια ακύρωση, τότε θα μπορεί να φύγει με αυτό. Θα ξέρουν όμως αν υπάρχει κάποια ακύρωση τότε, στις 2.30. Για καλή του τύχη υπάρχει κάποια κενή θέση και φεύγει το μεσημέρι για την Αθήνα.
Το οδοιπορικό ενός ψηφοφόρου, θα μπορούσε αυτός να ήταν ο τίτλος μιας ταινίας ή ενός ντοκιμαντέρ που θα κατέγραφε πιστά τη (σουρεαλιστική) πραγματικότητα. Όπως ο Ξανθόπουλος επέστρεφε με ένα φορτηγό για να πάει να θάψει τον πατέρα του, στην ταινία του Απόστολου Τεγόπουλου, η ταλαιπωρία είναι η ίδια. Θυμάται αυτές τις παλιές ελληνικές ταινίες με τα σαράβαλα λεωφορεία που πήγαιναν τους επιβάτες στην επαρχία, τα λεωφορεία άλλαξαν, τα πήραν ανώνυμες εταιρείες και η πρόσβαση για τα χωριά κόπηκε. «Ένα βήμα μπρος δύο βήματα πίσω», ήταν ο τίτλος ενός βιβλίου…
Εικόνες τριτοκοσμικές που βλέπουμε σε κάποιες ταινίες εποχής που αναφέρονται στη Νότιο Αμερική ή στη σύγχρονη Αφρική. Εμείς όμως είμαστε στην Ελλάδα του 2009 και στην Ευρώπη, έτσι τουλάχιστον νομίζουμε...
*Ο τίτλος είναι παράφραση από την ταινία του Λευτέρη Ξανθόπουλου, «Αθήνα-Κυπαρησία θέση πρώτη», ένα ντοκιμαντέρ μικρού μήκους που περιγράφει τη διαδρομή ενός φορτηγατζή από την Κυπαρησία στην Αθήνα, μέσα στη νύχτα, στην Ελλάδα των αρχών της δεκαετίας του 1980.
Γιάννης Φραγκούλης
ΑΘΗΝΑ-ΔΟΥΚΑ ΠΡΩΤΗ ΘΕΣΗ
|