ΠΙΣΩ
|
Take the money and run
Woody Allen
Ζητείται εγκέφαλος για ληστεία
Η τρίτη σκηνοθετική δουλειά του Woody Allen και συγχρόνως η δέκατη τέταρτη συγγραφική του προσπάθεια, το «Ζητείται εγκέφαλος για ληστεία» («Take the money and run») είναι η ταινία που όλοι οι φαν του Αμερικάνου σκηνοθέτη, σεναριογράφου και ηθοποιού αναγνωρίζουν ως την αρχή της ιδιότυπης παραγωγής του στον κωμικό αμερικάνικο κινηματογράφο. Η ταινία μας μιλά σχεδόν με ένα ντοκιμαντερίστικο τρόπο για τη ζωή του Virgil Starkwell, ενός εγκληματία που αντιμετώπιζε πολλές δυσκολίες στη διατύπωση των σκέψεών του. Για παράδειγμα, το «έχω ένα όπλο» αποκτά μια κωμική διάσταση όταν η λέξη «όπλο» γράφεται με λάθος τρόπο, αντί «gun» το γράφει «gub», με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί σύγχυση στην τράπεζα που προσπαθεί να ληστέψει. Το γκανγκστερικό στοιχείο είναι έντονο, στο πρώτο μέρος της ταινίας, για να κοροϊδέψει τόσο αυτό το είδος όσο και για να χλευάσει τις δομές της αμερικάνικης κοινωνίας, το αστυνομικό κράτος, το χρηματοπιστωτικό σύστημα, την αδιαφορία των πολιτών και τις δομές της οικογένειας στην κοινωνία των ΗΠΑ.
ΤΟ ΚΩΜΙΚΟ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΠΟΔΟΜΗΣΗ
Στη συγγραφή του σεναρίου συμμετέχει και ο Mickey Rose. Οι δύο σεναριογράφοι βλέπουν τον κεντρικό τους χαρακτήρα ως ένα εγκληματία που μπαίνει στην παρανομία, έχοντας κίνητρο την αναγνώριση από τον κόσμο. Οι γονείς του είναι εντελώς διαφορετικοί, η συμπαθητική μητέρα του και ο απόμακρος πατέρας του είναι ένα δίπολο που χρησιμοποιείται στην αφήγηση για να δημιουργηθούν κωμικές καταστάσεις. Ο έρωτας εδώ δεν είναι αυτός που θα φέρει την ισορροπία, αντίθετα θα τον βάλει πιο μέσα στον εγκληματικό κόσμο, αφού βλέπει ότι η ληστεία μιας τράπεζας θα εντυπωσιάσει τη γυναίκα που έχει ερωτευτεί. Οι ρεαλιστικές σκηνές αποδομούνται για να γίνουν κωμικές όταν ο αφηγηματικός διάκοσμός τους είναι τόσο διαφορετικός και αταίριαστος που εύκολα ο θεατής μπορεί να ανακαλύψει τη σάτιρα. Για παράδειγμα, η σκηνή που έξι άντρες έχουν αποδράσει, φορώντας τη στολή της φυλακής, δεμένοι ο ένας με τον άλλο, αναγκάζονται να πηγαίνουν πάντα μαζί γιατί «είναι αγαπημένοι», όπως αναφέρεται στην ταινία.
Το «Ζητείται εγκέφαλος για ληστεία» («Take the money and run») είναι η κωμωδία που σκηνοθέτησε, έγραψε και στην οποία πρωταγωνίστησε ο Woody Allen. Θα μπορούσε κανείς να το χαρακτηρίσει σαν ένα ψευδοντοκιμαντέρ, αφού αναφέρεται στη ζωή του Virgil Starkwell, ενός ληστή τραπεζών. Μπαίνει στον κόσμο του εγκλήματος όντας νεαρός, τα εγκλήματα που διέπραξε, η πρώτη περίοδος της ζωής του στη φυλακή και η απόδραση από αυτή, η γέννηση και το μεγάλωμα με την οικογένειά του, η σύλληψή του από το FBI είναι κάποια από τα ενδιαφέροντα θέματα με τα οποία η ταινία ασχολείται.
ΕΛΛΕΙΠΤΙΚΗ ΑΦΗΓΗΣΗ
Είναι η τρίτη ταινία του Woody Allen μετά τις «What’s new pussycat» (1965) και «Casino Royale» (1967). Ο σκηνοθέτης αποφάσισε να αναλάβει, σε αυτή την ταινία, την αποκλειστική ευθύνη της σκηνοθεσίας. Φαίνονται οι επιρροές από το «Casino Royale», ειδικά από τη χαοτική και τη μη ελεγχόμενη κινηματογράφηση. Αυτή η δομή της ταινία θα φανεί και στις ταινίες «Ειρηνοποιός» («Bananas»), 1971, και «Υπναράς» («Sleeper»), 1973, η υστερική και ελλειπτική αφήγηση.
Ο Allen είχε συζητήσει αυτή την ιδέα να γυρίσει ένα ψευδοντοκιμαντέρ σε μια συνέντευξη με το Richard Schickel: «Η ταινία «Ζητείται εγκέφαλος για ληστεία» ήταν ένα ψευδοντοκιμαντέρ. Το να κάνω ένα ντοκιμαντέρ τελειοποιήθηκε σαν ιδέα όταν έκανα το «Zelig» (1983), αλλά την είχα από την πρώτη μέρα που έκανα ταινίες. Σκεφτόμουν ότι το ντοκιμαντέρ ήταν το ιδεώδες μέσο για να κάνω μια κωμωδία επειδή η δομή του ήταν πολύ αυστηρή, οπότε αν δουλεύεις μέσα σε αυτή οποιαδήποτε μικρή επέμβαση κάνεις ανατρέπεται αμέσως η αυστηρότητα και έχουμε το κωμικό στοιχείο. Και θα ήθελες να διηγηθείς μια κωμική ιστορία προκαλώντας συνεχώς το γέλιο… Ο αντικειμενικός στόχος της ταινίας ήταν το κάθε σημείο της να προκαλούσε το γέλιο.»
Η ταινία γυρίστηκε σε κάποιες τοποθεσίες του Σαν Φρανσίσκο. Μια σκηνή κινηματογραφήθηκε στο εστιατόριο του Ernie, το οποίο είχε μια έντονη κόκκινη διακόσμηση και έμεινε αξέχαστο από το «Vertigo» (1958), του Alfred Hitchcock. Επίσης κάποια μέρη της είχαν τραβηχτεί στη φυλακή Σαν Κουέντιν. Χίλιοι φυλακισμένοι της Σαν Κουέντιν πήραν ένα μικρό ποσό για να δουλέψουν για την ταινία, για τα μέρη της που είχαν γυριστεί σε αυτή τη φυλακή. Οι ηθοποιοί και οι συντελεστές της ταινίας σημαδεύονταν κάθε μέρα με ένα ειδικό μελάνι που μπορούσε να αναγνωρισθεί από ένα υπέρυθρο φως, έτσι οι φύλακες μπορούσαν να αναγνωρίσουν ποιοι επιτρεπόταν να εγκαταλείψουν το χώρο της φυλακής στο τέλος της κάθε μέρας. Ο Micil Murphy ήταν ένας από τους ηθοποιούς της ταινίας που επέστρεψε στο Σαν Κουέντιν για να παίξει σε αυτή. Έγινε ηθοποιός αφού ολοκλήρωσε την ποινή του, τρία χρόνια πριν, το 1966, αφού είχε καταδικασθεί σε πεντέμισι χρόνια φυλακή για ένοπλη ληστεία και είχε οδηγηθεί σε αυτή τη φυλακή.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι με αυτή την πρώτη του καθαρά κωμική ταινία, ο Woody Allen διαμορφώνει ένα νέο είδος τόσο στον αμερικάνικο όσο και στον παγκόσμιο κινηματογράφο. Τα κωμικά ευρήματα, οι έξυπνες ατάκες, η κλασική κινηματογράφηση σκηνών που από μόνες τους αυτοαναιρούνται, μέσα από την αφηγηματική ροή, ο νευρωτικός χαρακτήρας θα είναι τα χαρακτηριστικά στοιχεία των ταινιών του, μετά από αυτή την ταινία.
Γιάννης Φραγκούλης
Κριτική - Aποτίμηση
TAKE THE MONEY AND RUN
|
|