ΠΙΣΩ
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΟΥ.
ΟΠΩΣ ΤΟ ΕΙΧΕ ΓΡΑΨΕΙ Ο ΝΙΚΟΣ
|
Νίκος Αντωνάκος
Το Τελευταίο ταξίδι του Νίκου Αντωνάκου
Γεννήθηκε στο Αγρίνιο. Το πραγματικό όνομα της οικογένειάς του δεν ήταν Αντωνάκος, αλλά αυτό ήταν ένα ψευδώνυμο που διάλεξε ο πατέρας του όταν ήθελε να αλλάξει το επίθετό του. Εξέδωσε την ποιητική συλλογή «Τα αστέρια δεν φάνηκαν» και το μυθιστόρημα «Δεξιότερα της δεξιάς» (1989), το οποίο έγινε και η δεύτερη ταινία του μεγάλου μήκους. Η πρώτη του ήταν «Το ράλι του θανάτου» (1968). Σπούδασε κινηματογράφο στο Λονδίνο όπου συνεργάστηκε με διάφορες αριστερές εφημερίδες. Στην Αγγλία ήταν ανταποκριτής του Ριζοσπάστη, στον οποίο συνέχισε να αρθρογραφεί, ενώ τα τελευταία χρόνια έκανε κριτική κινηματογράφου και έγραφε ανταποκρίσεις από διάφορα Φεστιβάλ.
Σκηνοθέτησε την τηλεοπτική εκπομπή «Τέχνη και πολιτισμός» και τη θεατροποιημένη τριλογία «Η ζωή, ο έρωτας, ο θάνατος». Σε αυτή την τελευταία εμφανίζονταν μπαλέτα από την Κένυα και αφηγητής ήταν ο Μάνος Κατράκης. Για την ΕΡΤ δούλεψε για τις εκπομπές «Η ΕΡΤ στη Βόρεια Ελλάδα», «Η έρευνα», «Πορτρέτα ασήμων ανθρώπων», «Άνθρωποι και επαγγέλματα» και τα σήριαλ «Ντόκτορ Τικ», «Ο δεύτερος άνθρωπος» κ.ά. Είχε γράψει τα σενάρια για τις ταινίες του, αλλά και για άλλες όπως «Μείνε κοντά μου αγαπημένε» (1968), «Η θυρωρίνα» (1968), «Το τελευταίο αντίο» (1969), «Ο Σταύρος είναι πονηρός» (1970), «Μάρα η τσιγγάνα» (1971), «Αδελφοί Μανάκια (1988).
Ήταν Γενικός Γραμματέας της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών, μέλος του Δ.Σ. της για περισσότερο από 10 χρόνια. Μέλος της Διοίκησης και της Εκτελεστικής Γραμματείας της Διεθνούς Ομοσπονδίας Ευρωπαίων Σκηνοθετών (FERA) για αρκετά χρόνια, επίσης μέλος της Διοίκησης της Διεθνούς Ομοσπονδίας Εργαζομένων στα Οπτικοακουστικά Μέσα (FISTAV), μέλος του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του Υπουργείου Πολιτισμού για τον κινηματογράφο, σε δύο θητείες, Αντιπρόεδρος της Κίνησης Διανοούμενων και Καλλιτεχνών για την Ειρήνη και τον Πολιτισμό, μέλος του Δ.Σ. του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αθηναίων, συντονιστής της Πανκαλλιτεχνικής Κίνησης και, για δύο θητείες, μέλος του Δ.Σ. του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου.
Αυτό είναι το βιογραφικό που θα έγραφε κάποιος που γνώριζε λίγο ή καθόλου το Νίκο Αντωνάκο. Είχα την τύχη όμως να συνεργαστώ μαζί του τα τελευταία χρόνια. Έγραφε κριτικές σε αυτό το site και είχαμε μια στενή συνεργασία όταν έγραφα ανταποκρίσεις από διάφορα Φεστιβάλ για το Ριζοσπάστη. Εκεί είχα την ευκαιρία να γνωρίσω τον πραγματικό άνθρωπο, να δω το χαρακτήρα του και να ανακαλύψω μέσα του ένα παιδί. Στο Νίκο Αντωνάκο συνυπήρχε το παιδί και ο ώριμος διανοούμενος. Το παιδί, στην ψυχή του, στο ιδιότυπο και έξυπνο χιούμορ του (θυμάμαι ότι όταν έφτιαξε το δικό του blog στο διαδίκτυο, από το οποίο έχουμε πάρει το βιογραφικό που ακολουθεί, έκανε όπως ένα μικρό παιδί όταν του χαρίζουν ένα παιχνίδι, είχε βρει ένα χώρο που μπορούσε να εκφρασθεί όπως ακριβώς αυτός ήθελε), ο διανοούμενος, στις αναλύσεις και τις κριτικές του. Αυτές οι δύο όψεις ήταν που εξέπεμπαν γοητεία, την οποία εισέπραττε από την πρώτη στιγμή ο συνομιλητής του.
Το χιούμορ του ήταν δύσκολο να το καταλάβεις και πολύ εύκολα μπορούσες να τον παρεξηγήσεις. Αν όμως έμπαινες στον κόπο να διερευνήσεις το λόγο του τότε διασκέδαζες μαζί του. Αυτό ήθελε και αυτός: να μελετά ο συνομιλητής του το Νίκο Αντωνάκο σα μια ξεχωριστή περίπτωση και όχι σα μια συνηθισμένη κοινωνική επαφή, όπως ακριβώς έκανε και ο ίδιος σε όλα του τα έργα. Κατά συνέπεια όσοι είχαμε την τύχη να μιλούμε μαζί του, είτε στις δημοσιογραφικές προβολές είτε στα Φεστιβάλ, τρέφαμε για αυτόν σεβασμό και συμπάθεια, έχοντας την αίσθηση ότι τον ξέραμε για χρόνια, από την παιδική μας ηλικία.
Το πιο δύσκολο ήταν να τσακωθείς με το Νίκο. Να του κρατήσεις κακία. Αν συνέβαινε αυτό, τότε θα έπρεπε να σκοτώσεις το παιδί που υπήρχε μέσα του, να πνίξεις το διανοούμενο που είχες απέναντί σου. Το πιο γόνιμο ήταν να μιλάς και να αντιπαραθέτεις απόψεις, να συγκρούεσαι και να αναπτύξεις, τελικά, τις δικές σου ιδέες. Έτσι έμπαινες σε ένα όμορφο ταξίδι στο πεδίο του πολιτισμού και της διανόησης και έβγαινες νικητής, καταρρίπτοντας το παλιό, δημιουργώντας με βάση αυτό το καινούργιο. Πάντα είχα το δικό μου προσωπικό χώρο όταν μίλαγα μαζί του. Αυτό το χώρο που μου προσέφερε στη συζήτηση, αφού τα «πρέπει» είχαν ελαχιστοποιηθεί, κρατούσε μόνο όσα ήταν απολύτως αναγκαία για τη λειτουργία του σαν κομματικό στέλεχος του ΚΚΕ, επί σειρά ετών, μέχρι τον ξαφνικό θάνατό του.
Χαρακτηριστικός ήταν ο τρόπος που πέθανε: Την Πέμπτη 2 Απριλίου 2009 είχε αισθανθεί μια αδιαθεσία και δύσπνοια. Είχε κάνει παλιότερα μια εγχείρηση bypass στη καρδιά, στην Αμερική. Πρόσεχε τον εαυτό του, ήταν απρόσεχτος όταν ήθελε να προσφέρει. Εκείνη την ημέρα η Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών διοργάνωνε μια εκδήλωση προς τιμή του Γιάννη Ρίτσου. Ο Νίκος ήταν ομιλητής. Πήγε προς το βήμα, αλλά λίγο πριν να φτάσει σε αυτό έπεσε κάτω. Δεν μπόρεσαν να το συνεφέρουν ούτε ένας γιατρός που τυχαία υπήρχε στην αίθουσα. Πέθανε εκεί. Νομίζω ότι πέθανε ευτυχισμένος, αφού και σε αυτή την τελευταία στιγμή του προσέφερε κάτι από τον εαυτό του στους συνανθρώπους του. Γιατί και μόνο μια κίνησή του και ένα χαμόγελο ήταν ένα δώρο πολιτισμού από τον Αντωνάκο προς τον περίγυρό του ή καλύτερα ένα αντίδωρο, με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου.
Θυμάμαι όταν κάναμε την κινηματογραφική εκπομπή Cine Πλάνο, στο 902TV. Ο Νίκος μας έδωσε τις πρώτες συμβουλές, τονίζοντας πάντα ότι θα πρέπει να κάνουμε αυτό που εμείς θεωρούμε σωστό. Και αυτά που έλεγε ήταν σωστά. Είναι λίγες φορές που παγώνεις όταν χάνεις ένα φίλο που είναι συνεργάτης και συμπαραστάτης σε δύσκολες στιγμές, που δεν σε έχει επιπλήξει ποτέ, ακόμα και όταν έχεις κάνει σοβαρά λάθη. Στο Φεστιβάλ της Λάρισας, το Σάββατο το πρωί, μάθαμε για το θάνατό του. Παγώσαμε. Τη Δευτέρα θα επιστρέψει στην Αττική γη που αγάπαγε με έναν τρόπο ερωτικό. Αν κάποιος είχε επισκεφτεί την ταράτσα στο σπίτι του, με θέα το Λυκαβηττό, θα καταλάβαινε τι σημαίνει να λειτουργείς ερωτικά κάθε στιγμή της ζωής σου.
Γιάννης Φραγκούλης.
ΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΤΟΥ
ΟΠΩΣ ΤΟ ΕΙΧΕ ΓΡΑΨΕΙ Ο ΝΙΚΟΣ
ΝΙΚΟΣ ΑΝΤΩΝΑΚΟΣ
|
|