ΚΩΜΩΔΙΑ ΣΤΟ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ
ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΑΦΕΝΤΙΚΟ
(The boss of it all)
Η κεντρική ιδέα, έτσι όπως περιγράφεται από το σκηνοθέτη, για την ταινία «Το μεγάλο αφεντικό», είναι πολύ απλή. Πρόκειται για τη θεμελιώδη αρχή για να γυρίσει κανείς μια ταινία με το σύστημα automavision. Αυτό το σύστημα αναπτύχθηκε αποκλειστικά και μόνο για να περιορίσει την ανθρώπινη επιρροή σε μια ταινία. Παράλληλα δίνεται μια «μη ιδεαλιστική» επιφάνεια, απελευθερωμένη από τη δύναμη της συνήθειας και της αισθητικής, για την ταινία που παράγεται με αυτό τον τρόπο. Ο σκηνοθέτης επιλέγει σε μια σταθερή θέση την κάμερα, ρυθμίζει το φωτοφράκτη, ακολουθώντας την καλλιτεχνική οπτική του, και ο υπολογιστής ρυθμίζει όλα τα υπόλοιπα, κλίση, μήκος φακού, ρύθμιση φωτοφράκτη, οριζόντια και κάθετη θέση, αλλά και τους αντισταθμιστικούς παράγοντες για τον ήχο, φίλτρο, ένταση κ.λπ.
Ο σκηνοθέτης είναι οπερατέρ και ηχολήπτης συγχρόνως, έχοντας πλήρη έλεγχο του τελικού προϊόντος. Η ίδια διαδικασία εφαρμόζεται κάθε φορά που θέλουμε να έχουμε μια νέα ρύθμιση. Δεν επιτρέπεται τίποτε άλλο από το απλό μοντάζ, καμιά διόρθωση στον ήχο ή στην εικόνα. Σε όλα αυτά ο Τρίερ έβαλε και τέσσερις δικούς του περιοριστικούς κανόνες για να κάνει αυτή την ταινία. Όλα αυτά «μυρίζουν» αρκετά Δόγμα, εμείς δε θα περιοριστούμε σε μια θεολογία Δογματικής φύσεως και θα κρίνουμε την ταινία σαν ένα αισθητικό αποτέλεσμα, λαμβάνοντας όμως υπόψη αυτούς τους περιορισμούς που είναι, μοιραία, και όροι ανάπτυξης του ίδιου του σεναρίου και της αισθητικής.
Ο Τρίερ εγκαταλείπει (ας ελπίσουμε προσωρινά) τη «μυθολογία» που είχε φτιάξει με το «Dogville» και το «Manderlay» για να κάνει μια κωμωδία με πολύ χαμηλό προϋπολογισμό. Έχουμε και εδώ το φαντασιακό, ένα αόρατο και, ουσιαστικά, ανύπαρκτο αφεντικό, το οποίο έχει εφευρεθεί από αυτόν που έχει την εταιρεία για να το βγάζει από τη δύσκολη θέση. Όταν θα αποφασίσει να κλείσει την επιχείρησή του, τότε οι εργαζόμενοι θα απαιτήσουν να μιλήσουν με το πραγματικό αφεντικό. Αυτός τότε καλεί έναν ξεπεσμένο ηθοποιό για να παίξει το ρόλο του αφεντικού, δοκιμάζοντας την ηθική του, αν και υπάρχουν αμφιβολίες ότι αυτή υφίσταται.
Στο Δανό σκηνοθέτη αρέσουν οι παραβολές, όπως και το να επανέρχεται σε παλιότερες ταινίες του. Εδώ έχουμε δύο μεγάλες παραπομπές. Την όλη πλοκή, τις εργασιακές σχέσεις και τις κοινωνικές δομές στο «Χορεύοντας στο σκοτάδι», αλλά και τους «Ηλίθιους», όσον αφορά στην όλη ατμόσφαιρα που μυρίζει έντονα θεατρικότητα. Φτιάχνει, ηθελημένα, έναν κόσμο που θα μας θυμίσει κόμικ, μια καρικατούρα, για να μπορέσει ο θεατής από εκεί να εξάγει το παράλογο, το απάνθρωπο και, τελικά, το κοινωνικά ανήθικο. Παράλληλα μας δείχνει μια κοινωνία η οποία είναι σε προχωρημένη σήψη και εύλογα μπορεί κανείς να αναρωτηθεί τι χρειάζεται για να υγιάνει. Την απάντηση σε αυτό το ερώτημα δε θα μας τη δώσει ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος, αλλά με περιπαιχτικό τρόπο θα μας αφήσει εμάς να τη βρούμε, παίζοντας έτσι με τη δημιουργική διάθεση του θεατή.
Κατά συνέπεια, δε θα μπορούσε κανείς να αποφανθεί, με ένα λακωνικό τρόπο, ότι αυτή η ταινία είναι καλή ή κακή, διότι έτσι θα αγνοούσε αυτό το παιχνίδι στο οποίο καλείται να συμμετάσχει. Μπορεί όμως να εκφράσει τις απόψεις του, αναλυτικά, βάσιμα και καθόλου δεικτικά, όπως κάνουμε εμείς εδώ. Η ιδιαιτερότητα της ταινίας το απαιτεί!
Γιάννης Φραγκούλης
ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΑΦΕΝΤΙΚΟ
(The boss of it all)
Σκηνοθεσία: Lars von Trier
Σενάριο: Lars von Trier
Φωτογραφία: Claus Rosenløv Jensen
Μοντάζ: Molly Marlene Stensgård
Ήχος: Kristian Eidnes Andersen, Ad Stoop
Κοστούμια: Manon Rasmussen
Σκηνικά: Simone Grau
Ειδικά εφέ: Peter Hjorth
Ερμηνεύουν: Jens Albinus (Κριστόφερ), Peter Gantzler (Ραβν), Benedikt Erlingsson (Τολκ), Iben Hjejle (Λιζ), Henrik Prip (Ναλ), Mia Lyhne (Χάιντι), Casper Christensen (Γκορμ), Louise Mieritz (Μέτε), Jean-Marc Barr (Σπένσερ), Sofie Gråbøl, Anders Hove (Γιόκουμσεν), Friðrik Þór Friðriksson (Φρίντρικσον), Lars von Trier (αφηγητής)
Παραγωγή: Meta Louise Foldager, Signe Jensen, Vibeke Windeløv
Έτος παραγωγής: 2006
Χώρα παραγωγής: Δανία, Σουηδία, Ισλανδία, Ιταλία, Γαλλία, Νορβηγία, Φινλανδία, Γερμανία
Χρόνος: 99΄
Εταιρεία διανομής: Hollywood Entertainment.
ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΑΦΕΝΤΙΚΟ - ΚΡΙΤΙΚΗ