Ο Μολιέρος στον κινηματογράφο
Ο "Μολιέρος" του Laurent Tirard
Η Ariane Mnouchkine, μεγάλο όνομα του γαλλικού θεάτρου, υπέγραψε το 1978 ένα φιλμ διάρκειας 4 ωρών, το οποίο αναφέρεται στην νεότητα του δραματουργού, με πρωταγωνιστή το Philippe Caubère. Ήδη όμως από το 1909, ο Léonce Perret δημιούργησε μια βιογραφία του Μολιέρου, με βασικούς πρωταγωνιστές τους Abel Gance και André Bacqué.
Όχι απαραίτητα ως ο βασικός πρωταγωνιστής, ο Μολιέρος εμφανίζεται σε αρκετά φιλμ της εποχής εκείνης αρχίζοντας με τις ταινίες του Sacha Guitry, «Si Paris nous était conté» και «Si Versailles m'était conté». Πιο πρόσφατα ο Bernard Giraudeau και ο Tchéky Karyo κράτησαν το ρόλο του Μολιέρου στη «Marquise», της Véra Belmont και στο «Le roi danse», του Gérard Corbiau. Τέλος δυο μήνες μετά την άφιξη του «Μολιέρου», του Laurent Tirard, στις σκοτεινές αίθουσες, ξεκίνησαν και τα γυρίσματα της ταινίας του Jean de La Fontaine, σε σκηνοθεσία του Daniel Vigne, με το Julien Courbey στον κεντρικό ρόλο. Ο Laurent Tirard ακολούθησε τα χνάρια του Άγγλου John Madden, το 1995, ο οποίος «επιτέθηκε» στο Shakespeare, ανακατεύοντας βιογραφικά στοιχεία και αναφορές στο λογοτεχνικό του έργο για να διηγηθεί με χιούμορ τη νεότητα του συγγραφέα του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας. Το αποτέλεσμα επιβραβεύθηκε με επιτυχία αφού το «Shakespeare in love», κέρδισε 7 Όσκαρ, μεταξύ άλλων εκείνα της καλύτερης ταινίας, καλύτερου σεναρίου και καλύτερης ηθοποιού για τη Gwyneth Paltrow.
Βιογραφία
Σκηνοθέτης, συμπαραγωγός, σεναριογράφος και συγγραφέας κινηματογραφικών διαλόγων, ο Γάλλος Laurent Tirard σπούδασε κινηματογράφο στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, ήταν αναγνώστης σεναρίων για την εταιρεία Warner Bros στο Λος Άντζελες και κατόπιν δημοσιογράφος στο κινηματογραφικό περιοδικό Studio Magazine. Για επτά χρόνια έπαιρνε συνεντεύξεις από διάσημους σκηνοθέτες όπως ο Woody Allen ή ο Jean-Luc Godard, για μια σειρά μαθημάτων κινηματογράφου που εκδόθηκαν σε βιβλίο σε πολλές χώρες. Έπειτα εργάστηκε ως σεναριογράφος για την τηλεόραση και μετά για τον κινηματογράφο (κυρίως στις ταινίες «Le plus beau jour de ma vie» και «∆άνεισέ μου το χέρι σου»). Αφού γύρισε δύο μικρού μήκους ταινίες («De source sûre», το 1999, και «Demain est un autre jour», το 2000), πέρασε στα φιλμ μεγάλου μήκους με τις δημιουργίες «Mensonges et trahisons et plus si affinités», το 2004, και «Μολιέρος», το 2006.
Η ταινία
Ο «Μολιέρος», είναι μια φανταστική εξιστόρηση περιστατικών της ζωής του μεγάλου γάλλου θεατρικού συγγραφέα, όταν ακόμα αυτός δεν είχε γίνει γνωστός. Η απάντηση στο ερώτημα της (πραγματικής) εξαφάνισης του Μολιέρου για πολλούς μήνες το 1644, όταν ήταν μόλις 22 χρονών (αν και κάποιοι ιστορικοί δε συμφωνούν), για το σκηνοθέτη ήταν μια μοναδική ευκαιρία να εμπνευστεί ένα σενάριο όπου βυθίζει το νεαρό πρωταγωνιστή στην καρδιά μιας φανταστικής περιπέτειας όπου θα ζήσει, υποτίθεται, περιστατικά που θα του δώσουν έμπνευση για τη χρυσή εποχή της δραματουργίας του.
Βουτηγμένος μέσα στα χρέη και κυνηγημένος από τους δικαστικούς κλητήρες, επιμένει να ανεβάζει στο θέατρο τραγωδίες στις οποίες είναι αναντίρρητα κακός. Όμως κάποια μέρα, αφού έχει κλειστεί μέσα στη φυλακή εξαιτίας ανυπόμονων πιστωτών, εξαφανίζεται… Τα ίχνη του θα ξαναβρεθούν έπειτα από πολλούς μήνες, κάπου στην επαρχία, όπου ο Μολιέρος μαζί με τον θίασό του ξεκινούν μια περιοδεία που θα διαρκέσει δεκατρία χρόνια και θα τους δώσει την ευκαιρία να ταξιδέψουν στη Γαλλία απ’άκρη σ’άκρη, πριν από τη θριαμβευτική τους επιστροφή στο Παρίσι…
Έξυπνοι διάλογοι, αστείες καταστάσεις και περιπέτειες, κρυφοί έρωτες και συγκίνηση και, για όσους γνωρίζουν το έργο του Μολιέρου, πάμπολες αναφορές σ΄αυτό μέσα από πρόσωπα ή καταστάσεις που, υποτίθεται, συναντά στην προσωπική του ζωή και οι οποίοι του ανοίγουν τα μάτια και το πνεύμα, στη ζωή του ως άντρα εφόσον θα ερωτευθεί την παντρεμένη Ελμίρα και ταυτόχρονα και στη δουλειά του ως καλλιτέχνη αφού εκείνη θα το σπρώξει να ασχοληθεί με την κωμωδία. Αναμειγνύοντας πραγματικούς και θεατρικούς χαρακτήρες, ο Laurent Tirard
δημιουργεί μια ευχάριστη κομεντί βγάζοντας γέλιο, αλλά και συγκίνηση ενώ παράλληλα η ταινία λειτουργεί και ως τοιχογραφία των ηθών του 17ου αιώνα στην Γαλλία.
Ερχόμενος από την Ιαπωνία, όπου παρουσίασε την ταινία του, ο Laurent Tirard επισκέφθηκε, για πολύ λίγο, και την Αθήνα, στο πλαίσιο του γαλλόφωνου φεστιβάλ. Λίγο πριν αναχωρήσει για την Γαλλία καταφέραμε να έχουμε μια συνομιλία μαζί του όπου μεταξύ άλλων μας είπε:
Για τον Μολιέρο ως κεντρική ιδέα του έργου του.
«Ήθελα να κάνω κάτι διαφορετικό σε σχέση με την προηγούμενη. Τα έργα του Μολιέρου τα γνώριζα από το λύκειο αλλά ο τρόπος διδασκαλίας τους δεν μου άφησε περιθώριο να τα εκτιμήσω όπως έπρεπε. Η εμπειρία και ο χρόνος με έκαναν να τα αγαπήσω όταν ξανασχολήθηκα μαζί τους.
Δεν είναι εύκολο όμως να κάνεις μια ταινία για ένα συγγραφέα. Μαζί με τον συνεργάτη μου και συνσεναριογράφο της ταινίας, Gregoire Vigneron, δουλέψαμε το σενάριο έναν ολόκληρο χρόνο και το διαμορφώσαμε με τέτοιον τρόπο ώστε να θυμίζει τα έργα του Μολιέρου, ορχηστρώνοντας μια φανταστική συνάντηση του ίδιου με τους χαρακτήρες του έργου του. Η ταινία έπρεπε να έχει το πνεύμα των θεατρικών του έργων και παράλληλα να αντικατοπτρίζει την ιδέα που έχουμε για εκείνον. Ο Μολιέρος ανακάλυψε την κωμωδία ηθών που αγαπάμε τόσο και σκηνοθέτες όπως ο Woody Allen, που παρεμπιπτόντως εκτιμώ ιδιαίτερα, την υιοθετούν στις ταινίες τους.»
Για την μίξη ιστορικών αναφορών και φαντασίας στο έργο.
«Τοποθετώντας τον ίδιο στην καρδιά της ιστορίας. προσθέσαμε χαρακτηριστικά αποσπάσματα. Όλα όσα βλέπετε είναι πραγματικά, μέχρις ότου ο Μολιέρος (Ρομαίν Ντουρί) βγαίνει από τη φυλακή, όπου είχε μπει για χρέη. Αντιλαμβανόμενοι ότι όλα τα πρόσωπα που παρουσιάζονται στα έργα του δεν μπορούν να εμφανιστούν και στο φιλμ είχαμε την ιδέα να δημιουργήσουμε χαρακτήρες, αναμιγνύοντας χαρακτηριστικά πολλών προσωπικοτήτων, κάνοντας τους έτσι πιο περίπλοκους.
Φυσικά διαλέξαμε έργα που μας άρεσαν περισσότερο, όπως «Το σχολείο των γυναικών», τις «Γελοίες κομψές κυρίες», τον «Ταρτούφο», το «Μισάνθρωπο» και τον «Αρχοντοχωριατά». Για να εμπλουτίσουμε την πλοκή, συνδέσαμε την δημιουργική του αφύπνιση με την γυναικεία επιρροή, η γυναίκα που ερωτεύεται όμως είναι επινοημένη, πρόκειται για την παντρεμένη Ελμίρα στον «Ταρτούφο».
Είναι γεγονός ότι ένας από τους μεγαλύτερους κωμικούς συγγραφείς όλων των εποχών θεωρούσε την κωμωδία «κατώτερο είδος», που προορίζεται μόνο για τον «αμόρφωτο λαό», προσφέροντάς του χοντρή διασκέδαση. Το όνειρό του ήταν να γράψει τραγωδίες, που είναι «σοβαρή» και «υψηλή» μορφή τέχνης. Όπου όμως, όπως όλα δείχνουν, ήταν πολύ κακός, τόσο σα συγγραφέας όσο και σαν ηθοποιός. Και η Ελμίρα (Λάουρα Μοράντε) θα του δείξει τον δρόμο.»
Για την αλλαγή πλεύσης από την δημοσιογραφία στην σκηνοθεσία.
«Πίστευα ότι τελειώνοντας τις σπουδές σκηνοθεσίας στην Αμερική, το Χόλιγουντ θα με καλούσε, θα μου αναθέτετε τη σκηνοθεσία μιας ταινίας και θα μου έδινε βέβαια και μια επιταγή μερικών εκατομμυρίων (γέλια). Τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν ακριβώς έτσι και όπως έπρεπε να βρω έναν τρόπο να κερδίσω την ζωή μου ξεκίνησα να κάνω μια σειρά συνεντεύξεων για το κινηματογραφικό περιοδικό «Studio Magazine». Η δημοσιογραφία υπήρξε μια αλλαγή κατεύθυνσης, πολύ ευχάριστη, πρέπει να ομολογήσω, εφόσον μου επέτρεψε να γνωρίσω πολύ σημαντικούς σκηνοθέτες και να μάθω μέσα από τις δικές τους εμπειρίες. Κατ’αρχήν έμαθα τι ακριβώς σημαίνει πειθαρχία του γραψίματος, το να έχεις μια τελική ημερομηνία παράδοσης των κειμένων και κυρίως ποια πρέπει να είναι η οπτική γωνία και το σημείο αναφοράς σου. Επίσης το γεγονός ότι γνώρισα τόσους ηθοποιούς και σκηνοθέτες με βοήθησε να τους απομυθοποιήσω.»
Για την αμερικανική του εμπειρία και το Χόλιγουντ.
«Ανακάλυψα το σινεμά μέσω του αμερικανικού κινηματογράφου, μας και ο τρόπος σκέψης μου ήταν επηρεασμένος από τον αμερικάνικο τρόπο ζωής, όταν ήμουν νέος. Όταν πήγα όμως στην Αμερική για σπουδές, απογοητεύθηκα από την χώρα αυτή που δεν έμοιαζε καθόλου στην εικόνα την οποία είχα σχηματίσει, κυρίως λόγω της στενομυαλιάς πολλών Αμερικάνων. Παράλληλα ανακαλύπτω μέσω των καθηγητών μου το γαλλικό σινεμά, Godard, Trufault και τότε αντιλαμβάνομαι πόσο βαθειά μέσα μου ήταν ριζωμένη η γαλλική κουλτούρα, πόσο ευρωπαίος νοιώθω, ότι τα φιλμ τα οποία θέλω να δημιουργήσω πρέπει να είναι γαλλικά και ότι δεν μπορώ να συνεργαστώ με τους Αμερικάνους. Ήμουν πολύ ευχαριστημένος που έμαθα όσα είχαν να μου διδάξουν, αλλά έπρεπε να δουλέψω στην Γαλλία.
Εκείνο το οποίο μου προσέφερε η αμερικανική μου εμπειρία είναι η γνώση του ότι για να γράψεις ένα σενάριο χρειάζεται μια μέθοδος και καλό είναι να γνωρίζεις κάποιους κανόνες, τους οποίους μπορείς να καταπατήσεις στην συνεχεία. Υπάρχει πάντα ένα σημείο εκκίνησης και από κει και πέρα βλέπω πως μπορώ να κάνω κάτι πιο ενδιαφέρον και αυθεντικό, κάτι που να ξεφεύγει από αυτό που θα έκαναν οι υπόλοιποι.
Το σινεμά είναι μια τέχνη συνεργασίας, και για να είναι μια ταινία ενδιαφέρουσα πρέπει να αναδύεται από αυτήν μια κεντρική ιδέα. Όμως το βιομηχανοποιημένο αμερικανικό σύστημα είτε πρόκειται για το σινεμά είτε για την τηλεόραση δεν το επιτρέπει. Η αιτία που πολλές αμερικανικές ταινίες δεν έχουν ψυχή, είναι επειδή οι παραγωγοί, φοβούμενοι ότι δε θα αρέσουν στο κοινό, προσπαθούν να κάνουν σινεμά που να αρέσει σε όσο το δυνατόν περισσότερο κοινό, με αποτέλεσμα να μην αρέσει σε κανέναν. Υπάρχουν τόσο πολλοί άνθρωποι που δίνουν την γνώμη τους και επεμβαίνουν στην δημιουργία του που τελικά δεν βγαίνει νόημα.»
Για τα μελλοντικά σχέδια του.
«Η επόμενη ταινία μου θα είναι μια κωμωδία για τα παιδιά. Κάποια ημέρα πάντως θα ήθελα να κάνω μια ευρωπαϊκή ταινία στα αγγλικά, όπως τη μεταφορά στην οθόνη του βιβλίου «Τα νέα του Παραδείσου» («Paradise News»), του συγγραφέα Ντειβιντ Λοτζ. Πρόκειται για την ιστορία δυο Άγγλων που πηγαίνουν στη Χαβάη πιστεύοντας, όπως και εγώ κάποτε, ότι πρόκειται να βρουν τον παράδεισο επί της γης, τελικά όμως βρίσκονται σε ένα μέρος διεφθαρμένο από την αμερικάνικη κουλτούρα.»
Ρέα Κατσανεβάκη
Ο ΜΟΛΙΕΡΟΣ ΣΤΟΝ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ