Η Πρωτομαγιά στο Κινηματογράφο
ΜΕ ΣΗΜΕΙΟ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΤΗΝ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ
Είναι αλήθεια ότι ουσιαστικά δεν υπάρχουν ταινίες που να αναφέρονται στην Πρωτομαγιά, με την έννοια του ντοκουμέντου, αν εξαιρέσουμε κάποια τηλεοπτικά ντοκιμαντέρ, τα οποία εδώ δε μας ενδιαφέρον, επειδή δε μας δίνουν μια επεξεργασμένη πληροφορία, επειδή δεν είναι κινηματογράφος. Θα μας ενδιέφερε εδώ το πως η Πρωτομαγιά έχει εμπνεύσει τους σκηνοθέτες και τους σεναριογράφους για να κάνουν το δικό τους, προσωπικό, έργο. Με αυτή την έννοια η Πρωτομαγιά και τα νοήματα με τα οποία είναι φορτισμένη, κοινωνικά, πολιτικά, ιδεολογικά, θα μπορούν να βρουν τη συνέχειά τους στη μεγάλη οθόνη και να ζουν για πάντα εκεί. Θα προσπαθήσουμε να ανακαλύψουμε κάποιες από αυτές τις ταινίες, δίνοντας σας ένα παράδειγμα. Εσείς θα βρείτε και άλλες για να συμπληρώσετε αυτό το μικρό κομμάτι του παζλ.
Η πρώτη ταινία που μας έρχεται στο μυαλό είναι -και σαν τίτλος- η «Απεργία», του Σεργκέι Αϊζενστάιν (Sergei M. Eisenstein). Αυτή η ταινία είναι ένα καλό παράδειγμα για να δούμε πως η πρωτογενής ύλη, οι αγώνες των εργατών, οι κοινωνικές αντιθέσεις και οι ταξικές ανισότητες, γίνονται, όλα αυτά ένα οργανικό σύνολο, μια δημιουργία, όλα αυτά με το μοντάζ που χρησιμοποιεί τις αντιθέσεις για να οδηγήσει το θεατή, οποίος αυτή τη στιγμή γίνεται αναγνώστης του φιλμικού κειμένου, σε ένα δρόμο όπου θα δει την ιστορία, την πολιτική και τα δικές του πεποιθήσεις να δοκιμάζονται. Αναγκάζει, αυτόν που βλέπει την ταινία, να σκεφτεί δημιουργικά μετά το τέλος της προβολής, αυτό που λέμε μεταθέαση, να σκεφτεί και να γίνει συνδημιουργός αυτού του φιλμικού κειμένου. Οι οξυμένες αντιθέσεις, η απάνθρωπη βαρβαρότητα του ιμπεριαλισμού περνούν μέσα από την ταινία και, σήμερα 82 χρόνια μετά, οι έννοιες που ο Αϊζενστάιν έχει βάλει σε αυτή μένουν εδώ και είναι ένα θέμα προβληματισμού.
Μετά από 23 χρόνια, το 1948, ο Λουκίνο Βισκόντι (Luchino Visconti) παίρνει την ανάθεση να κάνει μια ταινία για τις εργατικές τάξεις της Νότιας Ιταλίας. Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ιταλίας που του έδωσε αυτή την εντολή σίγουρα δεν είχε σκεφτεί ένα έργο σαν τη «Γη τρέμει», που έκανε ο μετρ του ιταλικού κινηματογράφου. Ο Βισκόντι έχοντας κάνει την πρώτη νεορεαλιστική ταινία, το «Ossessione», το 1943, θα κάνει, 5 χρόνια αργότερα, την ταινία με την οποία θα περάσουμε στον ποιητικό ρεαλισμό. Κινηματογραφεί απόλυτα ρεαλιστικά μια οικογένεια ψαράδων που πλουτίζουν, ζουν την ουτοπία του πλουτοκράτη, μέχρι να ξεπέσουν οικονομικά και κοινωνικά. Με πολύ απλά πλάνα, σε μια ταινία γεμάτη σύμβολα που παραπέμπουν στο φασισμό που, πριν λίγα χρόνια, είχε περάσει από την Ιταλία και το σημάδι του ήταν ακόμη νωπό στις συνειδήσεις των ανθρώπων, μας οδηγεί σε παραλληλισμούς για να μπορέσουμε να βγάλουμε τα δικά μας συμπεράσματα, καταλήγοντας, ουσιαστικά, στο «Κεφάλαιο», του Μαρξ. Αυτή η ταινία αποκρυσταλλώνει την ουσία της μαρξιστικής ιδεολογίας, χρησιμοποιώντας τις αντιθέσεις έτσι όπως, φιλοσοφικά, τις είχε ορίσει ο Μαρξ και ο Χέγκελ. Το αριστούργημα αυτό ακόμη και σήμερα καθηλώνει το θεατή. Χωρίς να ηθικολογεί ούτε μια στιγμή, χωρίς να καθοδηγεί το πνεύμα του θεατή, τον αναγκάζει να σκεφτεί τον εαυτό του, τη δική του κοινωνική θέση και το που τοποθετεί ο ίδιος τον εαυτό του μέσα στον ταξικό αγώνα. Δεν έχουμε βίαιες συγκρούσεις, όμως αυτή η κατάπτωση είναι μια πολύ πιο έντονη βουβή βία.
Για μια απεργία μιλά η ταινία του Χέμπερτ Μπίμπερμαν (Herbert J. Biberman), το «Αλάτι της γης», το 1954. Είναι η εποχή του Μακαρθρισμού και ο Μπίμπερμαν, μαζί με άλλους, έχει πέσει σε δυσμένεια γιατί είχε αρνηθεί να υπογράψει και να συμπλεύσει με τον Μακάρθρουρ, είχε κατηγορηθεί ότι ήταν κομμουνιστής. Έχει φτιαχτεί η ομάδα των «Δέκα του Χόλιγουντ», από πίσω της κρύβονταν και άλλοι σκηνοθέτες και σεναριογράφοι που είχαν, για τους ίδιους λόγους, αποκλειστεί από τα κινηματογραφικά στούντιο. Παράγουν αυτή την ταινία, ενώ τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Μπίμπερμαν, με σεναριογράφους τον Μίκαελ Μπίμπερμαν (Michael Biberman) και τον Μίκαελ Ουίλσον (Michael Wilson). Είμαστε σε ένα ορυχείο ψευδαργύρου, στο Νέο Μεξικό. Οι Μεξικάνοι και Αμερικάνοι εργάτες δουλεύουν σκληρά βιώνοντας την καταπίεση κάθε μέρα και περισσότερο. Οι γυναίκες τους θα τους πείσουν να κάνουν απεργία, ενώ αυτοί έχουν αντίθετη γνώμη. Εδώ ο Μπίμπερμαν αποδίδει φόρο τιμής στο φεμινισμό. Με καταπληκτικές σκηνές αποδίδεται η απεργία, παθητικά, αργά, έτσι που να βιώσουμε αυτό το βάρος της καταπίεσης. Η νίκη των εργατών θα έρθει σα σωτηρία, τόσο για αυτούς όσο και για εμάς, τους θεατές. Πολύ όμορφα σκηνοθετημένη ταινία, κρατά κάποια σημεία από το Χόλιγουντ, ειδικά τις θεαματικές σκηνές, που, μέσα στο όλο ιδεολογικό πλαίσιο της, παίρνουν μια εντελώς διαφορετική σημασία, η ομορφιά τους τονίζει τον απάνθρωπο χαρακτήρα της σύγχρονης δουλείας των αφεντικών τους. Η ταινία υποστηρίχθηκε, σαν παραγωγή, από τη Διεθνή Ένωση των Εργατών στα Ορυχεία και αυτός ήταν ένας επιπρόσθετος λόγος για να απαγορευτεί στις ΗΠΑ. Πάντως, τόσο η σκηνοθεσία όσο και το σενάριο μας φέρνουν πίσω στο νεορεαλισμό, έτσι μπορούμε να συσχετίσουμε αυτή την ταινία με την «Γη τρέμει» και ότι προηγήθηκε αυτής.
Πολλά χρόνια μετά, θα έλεγε κανείς ότι τίποτε δεν έχει αλλάξει. Αν θέλαμε να είμαστε πιο ακριβείς, θα λέγαμε ότι έχουμε κάνει πολλά βήματα οπισθοχώρησης. Η απεργία είναι κάτι κακό και από τους ίδιους τους εργαζόμενους, τα συνδικάτα δεν υπολογίζονται στην υποστήριξή τους. Στην ταινία «Ελεύθερος ωραρίου», του Λοράν Καντέτ (Laurent Cantet), το 2001, βλέπουμε ένα στέλεχος μιας επιχείρησης που χάνει τη δουλειά του. Δεν έχει το κουράγιο να το πει ούτε στην οικογένειά του, στους γονείς και στη γυναίκα του. Κάθε μέρα πηγαίνει στα γραφεία του ΟΗΕ, όπου παριστάνει τον εργαζόμενο. Δεν ελπίζει πουθενά, δεν μπορεί και δε θέλει να βρει βοήθεια από κανένα. Όταν γίνεται γνωστή η ιστορία του, τότε η οικογένειά του θα αντιδράσει και αυτός, αναζητώντας την αξιοπρέπειά του, θα φύγει κυνηγημένος. Η απελπισία που ο Καντέτ θέλει να μας δώσει είναι πολύ μεγάλη. Δεν άφησε ασυγκίνητες τις Κριτικές Επιτροπές στο Φεστιβάλ της Βενετίας, το 2001, και της Διεθνής Ομοσπονδίας Κριτικών Κινηματογράφου, την ίδια χρονιά.
Όμως η αλήθεια είναι πιο σκληρή από ότι αυτή στην ταινία του Καντέτ. Κάθε μέρα βλέπουμε οι αντιθέσεις να οξύνονται. Οι αντιδράσεις είναι όλο και λιγότερες. Αφήνεται το πεδίο ελεύθερο για όλο και μεγαλύτερη εκμετάλλευση. Αν βέβαια προσθέσουμε σε αυτό και τους οικονομικούς μετανάστες, τότε έχουμε μια τρομαχτική, ρεαλιστική εικόνα. Δε θα ήταν υπερβολή αν θα λέγαμε ότι οδεύουμε προς ένα νέο εργασιακό μεσαίωνα, ο οποίος μπορεί να φέρει αυτό το μεσαίωνα στην ίδια την κοινωνία, στην οικογένεια, σαν κοινωνική συνισταμένη πλέον. Συνθήκες που η «φαντασία» ενός σεναριογράφου δεν μπορεί να περιγράψει ξετυλίγονται κάθε μέρα μπροστά στα μάτια μας. Εξαθλιωμένοι συνάνθρωποί μας που δεν ελπίζουν σε κανένα Γιάννη Αγιάννη είναι σε χειρότερη μοίρα από αυτούς του Ουγκό, σε τέτοιο βαθμό που μπορούμε να πούμε ότι αυτή η ταινία του Καντέτ ωραιοποιεί τις κοινωνικές καταστάσεις, ότι το «Αλάτι της γης» μας μιλά για ένα στόχο που πρέπει να κατακτήσουμε, ότι η «Γη τρέμει» περιγράφει ακριβώς την πραγματικότητα που ζούμε, το 2008.
Γιάννης Φραγκούλης
Η ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ ΣΤΟ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ