ΓΙΑ 5η ΦΟΡΑ ΣΤΟ GAGARIN
Είναι η πέμπτη φορά που γίνεται αυτό το Φεστιβάλ. Όλα αυτά τα χρόνια που το παρακολουθώ δεν έχει αλλάξει χαρακτήρα. Αυτό είναι από τα θετικά αλλά και από τα αρνητικά του σημεία. Το θετικό σημείο είναι ότι ο Νίκος Τριανταφυλλίδης, σκηνοθέτης και καλλιτεχνικός διευθυντής του, είχε πιάσει από την αρχή το νόημα. Στην Ελλάδα έλειπε ένας φεστιβαλικός χώρος όπου ταινίες οι οποίες δε διακρίνονται για την ποιότητά τους, είναι στο περιθώριο της ελληνικής κινηματογραφικής παραγωγής, αυτές που θα λέγαμε b-movies, δεν μπορούσαν να προβληθούν πουθενά γιατί κανένα Φεστιβάλ δεν ήθελε να δείξει σκουπίδια, όπως τα ονόμαζαν και τα ονομάζουν μερικοί ακόμα.
ΟΙ ΤΑΙΝΙΕΣ
Θα πρέπει να πούμε ότι κανένας σκηνοθέτης από αυτούς που έχουν κάνει αυτές τις ταινίες δε διεκδικεί δάφνες ούτε θέλει να συγκρίνει τις ταινίες του με άλλες, ελληνικές ή ξένες, που ξεχωρίζουν είτε για την πολύ καλή αφήγησή τους είτε για την υψηλή αισθητική τους. Αν πάρουμε το παράδειγμα κάποιων χωρών όπου παράγονται ταινίες αναλόγου αισθητικής και ποιότητας, βρίσκουν και αυτές το κοινό τους και μερικές φορές διεκδικούν ειδικά βραβεία, όπως είναι τα βατόμουρα στις ΗΠΑ. Στην Ελλάδα όμως λείπει το χιούμορ και περνά η άποψη ότι η ταινία θα πρέπει να είναι υψηλής ποιότητας, να μπορεί να αντιπαρατεθεί με ξένες παραγωγές, έτσι δεχόμαστε μόνο τέτοιες παραγωγές, αποκλείοντας είτε ερασιτεχνικές ταινίες είτε ταινίες που έχουν παραχθεί για ένα συγκεκριμένο κοινό, σε καμιά περίπτωση για τη διανομή σε κινηματογραφικές αίθουσες ή για τη βράβευση σε Φεστιβάλ εδώ ή στο εξωτερικό. Ακόμη δεχόμαστε ταινίες πολύ χαμηλής ποιότητας κάνοντας εκεί τα ¨στραβά μάτια».
Το αρνητικό σημείο είναι ότι αυτό Φεστιβάλ δεν έχει εξελιχθεί ακόμα, μετά από πέντε χρόνια διοργάνωσής του. Για να γίνει αυτό κατανοητό θα πρέπει να αναλύσουμε λίγο τι σημαίνει αυτός ο όρος «καλτ». Αυτός ο όρος έρχεται από τη λέξη «culture» που σημαίνει ακριβώς ένα κομμάτι του πολιτισμικού χώρο το οποίο, για κάποιο λόγο, βρίσκει φανατικούς υποστηρικτές. Έτσι το κοινό των b-movies, των ταινιών πορνό κ.λπ. είναι οπαδοί ενός καλτ κινηματογράφου, όμως δεν είναι οπαδοί του ίδιου αναγκαστικά κινηματογραφικού είδους. Με αυτό τον προσδιορισμό θέλουμε να πούμε ότι ο καλτ κινηματογράφος δεν είναι ένα μόνο είδος, αλλά μια μεγάλη γκάμα διαφορετικών ειδών, επίσης μια καλτ ταινία δεν είναι αναγκαστικά κακής ποιότητας. Για παράδειγμα, οι ταινίες του Ντέιβιντ Λιντς είναι καλτ, έχουν φανατικό κοινό, είναι όμως πολύ ποιοτικές.
ΟΙ ΑΛΛΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ
Με όλα αυτά θέλουμε να πούμε ότι ταινίες που απευθύνονται σε ένα συγκεκριμένο κοινό είναι καλτ, μπορούν να έχουν επίσης ποιότητα, απλά η αφήγησή τους δεν είναι συνηθισμένη. Αυτό το είδος των ταινιών λείπει από αυτό το Φεστιβάλ. Κάλλιστα θα μπορούσε να βρει χώρο εδώ, αφού και αυτές δεν προβάλλονται παρά πολύ σπάνια. Ένα παράδειγμα είναι οι ταινίες «Το κακό», του Γιώργου Νούσια, και «Η επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά», του Πάνου Κούτρα, που «έκατσαν» σε αυτό το Φεστιβάλ, τράβηξαν πολύ κόσμο και κανείς δε θα μπορούσε να τις κρίνει μειονεκτικά επειδή προβλήθηκαν στην ίδια διοργάνωση με την ταινία «Ροκάκιας την ημέρα, το βράδυ καμαριέρα», του Όμηρου Ευστρατιάδη, ή την «Χούλιγκανς κάτω τα χέρια από τα νειάτα», του Κώστα Καραγιάννη.
Αποκάλυψη η Τσιτσολίνα, ειδικά το live show που έκανε. Δεν προκάλεσε σχεδόν καθόλου, απλά με πολύ χιούμορ διασκέδασε το κοινό. Με την ευκαιρία να πούμε ότι η μεταφράστριά της, η Χριστίνα, δε μάθαμε το επίθετό της, και προσωπική φίλη της στεκόταν πολύ καλά στη σκηνή και βοηθούσε στο να δημιουργηθεί κέφι. Αν δεν κάνω λάθος, φέτος το Φεστιβάλ διήρκεσε μια μέρα παραπάνω, πράγμα που σημαίνει ότι από την επόμενη διοργάνωση θα μπορούσαν να υπάρχουν διαφορετικές κατηγορίες έστω και την ίδια μέρα. Με αυτό τον τρόπο θα μπορούσαν να προβληθούν και άλλες διαφορετικές ταινίες για να έχει και αυτό το Φεστιβάλ ένα πολυσυλλεκτικό χαρακτήρα, ανοίγοντας τη διοργάνωση για να διαρκέσει ακόμη μια μέρα.
Γιάννης Φραγκούλης
5ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ CULT ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ