ΦΡΙΤΣ ΛΑΝΓΚ
ένας μεγάλος κλασικός
του Θόδωρου Σούμα*
ΕΞΟΥΣΙΑ, ΠΕΠΡΩΜΕΝΟ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Η συνηθέστερη λανγκική αφηγηματική δομή είναι ο ιστός της αράχνης, ιστός στον οποίο πιάνονται οι ήρωες των ταινιών. Μερικές φορές ο ιστός αυτός μορφοποιείται σα λαβύρινθος, ακόμη και αρχιτεκτονικά (βλέπε τους λαβύρινθους του παλατιού και των υπογείων στην «Τίγρη του ΄Εσναπουρ», 1959).
Ο ιστός της αράχνης όπου παγιδεύονται οι ήρωες του Λανγκ στήνεται:
α) Από τη μοίρα, την τύχη: π.χ. «Ο κουρασμένος θάνατος», «Το υπουργείο του φόβου» (1944, ΗΠΑ).
β) Από την κοινωνία, τους θεσμούς, την εξουσία: π.χ. «Μητρόπολη», «Και οι δήμιοι πεθαίνουν» (1943, ΗΠΑ).
γ) Από τα πάθη των ηρώων, που παγιδεύουν τους αδύναμους άντρες και τις παραπαίουσες γυναίκες: π.χ. «Μ», «Scarlet Street» (1945, HΠΑ).
Στο έργο του Λανγκ εκφράζεται η διαλεκτική του πεπρωμένου και του τυχαίου.
Αναπτύσσεται η διαλεκτική σχέση α) της αναγκαιότητας, της μοίρας, των κοινωνικών δεσμών και β) του τυχαίου, της ελευθερίας, της ελεύθερης βούλησης και του αγώνα του ατόμου. Αυτή η διαλεκτική οδηγεί στη σύγκρουση του ατόμου ενάντια στη μοίρα του (π.χ. «Μ», «Η τίγρη του ΄Εσναπουρ» και «Ο τάφος του Ινδού», 1959), σύγκρουση τραγική λόγω του άνισου αγώνα του ανθρώπου ενάντια στο πεπρωμένο (μεταφυσικό ή κοινωνικό). Η τραγικότητα και η απελπισία, οι ενοχές των ηρώων στο έργο του Λανγκ γεννιούνται από τον ετεροκαθορισμό του ανθρώπου από τη μοίρα και το κοινωνικό πεπρωμένο (ετεροκαθορισμός που είναι ισχυρότερος στη γερμανική εξπρεσιονιστική περίοδο του σκηνοθέτη). Ο άνθρωπος αντιστρατεύεται το πεπρωμένο και την αναγκαιότητα, πολλές φορές μάταια. Η ελευθερία του, η ελεύθερη βούληση και συνείδηση συγκρούονται με την αναγκαιότητα. Ο αγώνας του ατόμου είναι σισύφειος, άνισος (βλέπε στον «Κουρασμένο θάνατο» τον αγώνα του ανθρώπου ενάντια στο θάνατο, στο «Μ» τη μάχη του βιαστή ενάντια στα διεστραμμένα, παράφρονα πάθη του και στον κλοιό της κοινωνίας).
Έτσι, σε ένα μέρος του έργου του Λανγκ εκδηλώνεται ο ηρωικός πεσιμισμός του σκηνοθέτη. Στην αμερικανική περίοδο των ταινιών του (βλέπε «Μεγάλη κάψα», 1953) ο αγώνας του ατόμου αποδίδει περισσότερο και δικαιώνεται. Στις ταινίες του Λανγκ έχει επιβληθεί ένα δίχτυ εξουσίας που παγιδεύει τα κεντρικά πρόσωπα και την κοινωνία. Τα νήματα κινούν οι εξουσιαστές (βλέπε το «Δρ Μαμπούζε» ή το μαχαραγιά της «Τίγρης του Έσναπουρ» και του «Τάφου του Ινδού»). Βασικό θέμα του Λανγκ είναι ο αυταρχισμός και η μεγαλομανία των εξουσιαστών, η τρέλα. Η αρχομανία κι ο αμοραλισμός τους. Αυτά τα χαρακτηριστικά έχει κι ο άρχοντας της «Μητρόπολης».
Στη «Μητρόπολη» (1927), ο χώρος στον οποίο ασκείται η εξουσία είναι αυστηρά αρχιτεκτονημένος: Οι κυβερνώντες, η άρχουσα τάξη, κατοικούν στα υψηλά επίπεδα της Μητρόπολης όπου βρίσκονται τα διευθυντικά γραφεία και ο κήπος των απολαύσεων των αρχόντων. Χαμηλά βρίσκονται η πόλη των εργατών, η κόλαση του εργοστασίου όπου ιδροκοπούν οι εργάτες, εξισωμένοι με ρομπότ, και οι κατακόμβες όπου συναντιούνται μυστικά.
ΑΝΤΙΔΡΑΣΤΙΚΟΙ ΘΕΣΜΟΙ
Η απολυταρχική, τυφλή τεχνοκρατία γεννά την καταπίεση και την εκμετάλλευση, οδηγεί την κοινωνία της Μητρόπολης στην αταξία, στην παραφροσύνη, στο χάος, στην τυφλή αναρχική βία και στην καταστροφή των μηχανών, γενικά στην απελευθέρωση καταστρεπτικών δυνάμεων.
Τις ιδιότητες του εξουσιαστή έχουν οι ναζί στις τέσσερις αντιναζιστικές αμερικανικές ταινίες του Λανγκ («Κυνηγημένος άνθρωπος», 1941 – «Και οι δήμιοι πεθαίνουν», 1942 – «Το υπουργείο του φόβου», 1943 – «Μανδύας και στιλέτο», 1946). Οι αντιδραστικοί θεσμοί, η συντηρητική μερίδα της κοινωνίας, το κατεστημένο, παγιδεύουν τους ανθρώπους πιάνοντάς τους στα δίχτυα τους (βλέπε «Μανία», 1936, ΗΠΑ και «Ζεις μονάχα μια φορά», 1937, ΗΠΑ). Παρόμοια παγίδα στήνουν αδυσώπητα οι άρχοντες του υποκόσμου απλώνοντας τα πλοκάμια τους («Δρ Μαμπούζε», «Μ», «Οι κατάσκοποι», «Η μεγάλη κάψα»).
Υπόδειγμα αυτής της στρατηγικής έχουμε σε μια από τις πρώτες βουβές ταινίες του Λανγκ, τις «Αράχνες» του 1919, φιλμ στο οποίο για πρώτη φορά ο δημιουργός εκθέτει το ζοφερό, απαισιόδοξο κοινωνικό όραμα του, τις σκοτεινές συμμορίες που θέλουν να κατακτήσουν τον κόσμο. Ίδιο δίκτυο κατασκοπείας και παρακολούθησης με σκοπό την κυριαρχία, στήνει ο Λανγκ και ο ήρωάς του Χάγκι (τον υποδύεται ξανά ο ηθοποιός-φετίχ του, ο Κλάιν Ρόγκε, ο Μαμπούζε) στο φιλμ του 1926 «Οι κατάσκοποι».
Στα δίχτυα της εξουσίας όπου παγιδεύεται το άτομο, ο Φριτς Λανγκ αντιπαραθέτει τον ανθρωπισμό και τη κοινωνικοπολιτική ανθρωπιστική συνείδηση. Η συνείδηση αυτή -που ταυτίζεται με την κοσμοθεώρηση του σκηνοθέτη- ενσαρκώνεται στο γερμανό αρχιτέκτονα, που παραβιάζει τον απολυταρχικό Νόμο του βασιλείου του μαχαραγιά στην Τίγρη του ΄Εσναπουρ και τον Τάφο του Ινδού, για να σώσει τη φυλακισμένη χορεύτρια της θεάς και τον έρωτά τους.
Στο δίπτυχο του Λανγκ «Η τίγρη του Έσναπουρ» και «Ο τάφος του Ινδού» (1959), οι κοινωνικοί, ηθικοί και θρησκευτικοί νόμοι στο ινδικό κρατίδιο καθορίζουν με απολυτότητα όλους τους κατοίκους, ακόμη και τον ίδιο το μαχαραγιά και τους φιλοξενούμενούς του γερμανούς αρχιτέκτονες. Το παλάτι, μια κλειστή ιερή πολιτεία, είναι ένα λαβυρινθώδες αρχιτεκτόνημα που φυλακίζει όλους τους υπηκόους, αυστηρά δομημένο. Στην επιφάνεια, στο επίγειο βασίλειό του, ζει και περιφέρεται ο μαχαραγιάς ασκώντας καταδυναστευτικά την εξουσία του. Στα υπόγεια, βαθιά στη γη, βρίσκεται ο τόπος του θανάτου (η φυλακή των εξορισμένων, ετοιμοθάνατων λεπρών και οι σκελετοί). Ψηλά, ο ναός της θεάς και των ιερέων της, άδυτο των αδύτων για τους κοινούς θνητούς.
Αυτή την άκαμπτη ιεραρχία παραβιάζει ο δυτικός, ορθολογιστής αρχιτέκτονας που εξερευνά το θαμμένο, καταραμένο και απωθημένο κόσμο του θανάτου και, κατόπιν, ανεβαίνοντας ψηλά, τον αποκλεισμένο ιερό χώρο της θεάς, υπερβαίνοντας τη θρησκευτική απαγόρευση και παραβιάζοντας τα ταμπού. Στο ναό βλέπει κρυμμένος τον αισθησιακό, ερωτικό και ιερό χορό της πανέμορφης, μισόγυμνης χορεύτριας (Ντέμπρα Πέιτζ) της θεάς. Ο ιερατικός αισθησιασμός και ερωτισμός, η θρησκευτική λατρεία, η υπέρβαση των ιερών κανόνων και ο θάνατος, μας δίνονται από το Λανγκ σε μια τοπογραφική και χρονική ενότητα, σε μια σχέση συγγένειας.
Η ανθρωπιστική κοινωνική συνείδηση ενσαρκώνεται επίσης στους αντιφασίστες ήρωες των αντίστοιχων τεσσάρων αντιναζιστικών, αμερικάνικων ταινιών του Λανγκ. Ενσαρκώνεται ακόμη στο πρόσωπο του αστυνόμου (Γκλεν Φορντ) που πολεμά τη διαφθορά στη «Μεγάλη κάψα».
ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΩΤΙΚΟΙ ΠΟΘΟΙ
Τα καταραμένα ερωτικά πάθη και οι κολασμένοι, αμαρτωλοί πόθοι υπερφορτίζουν με εντάσεις και κορυφώσεις τα ψυχολογικά ερωτικά δράματα του Φριτς Λανγκ. Αυτά τα συναισθήματα κι οι συγκινήσεις, καθώς και η κλιμάκωσή τους εντάσσονται αρμονικά στη δραματουργική και μυθοπλαστική ανάπτυξη των φιλμ του. Ο Λανγκ ενορχηστρώνει με αξεπέραστη μαεστρία, δύναμη και ορμή όλες τις λεπτομέρειες της αφήγησης των ταινιών του, τελειοποιώντας το εκάστοτε δραματουργικό και αφηγηματικό τους σύστημα. Όλα τα επιμέρους στοιχεία συνδέονται με τρόπο που εκπλήσσει με το σύνολο και μεταξύ τους και δεν υπάρχει τίποτε μετέωρο ή στην τύχη. Ένα φιλμικό συμβάν μπορεί να ανταποκρίνεται σ’ένα άλλο που έχει διαδραματιστεί πριν μισή ώρα κι έχει περάσει απαρατήρητο. Η αφήγηση των ταινιών κρύβει συνεχείς εκπλήξεις, δίνει -όταν χρειάζεται- ταχύτατες απαντήσεις και προσφέρει νέα δεδομένα. Γεννά ερωτήματα ή δίνει λύσεις. Η ανάπτυξη της ιστορίας κλιμακώνεται με χαλύβδινη λογική και ρυθμό, σύμφωνα με μία δομή ακριβείας. Ο Λανγκ δε χάνει ούτε δευτερόλεπτο.
Στο βλέμμα των εξουσιαστών και αμοραλιστών ηρώων του Λανγκ βρίσκει διέξοδο και έκφραση η παντοδυναμία του σκηνοθετικού βλέμματος. Οι εξουσιαστές αποτελούν κατά κάποιον τρόπο μεταφορά του σκηνοθέτη-εξουσιαστή του βλέμματος και των εικόνων. Ο Μαμπούζε, νιτσεϊκός υπεράνθρωπος, αλλά και στυγνός εγκληματίας, είναι ένας ήρωας του κακού, με τον οποίο παρόλα αυτά ο δημιουργός του ως ένα βαθμό ταυτίζεται. Στους «Μαμπούζε», το «Μ» και την «Τίγρη του Έσναπουρ», το κακό γοητεύει μερικά το σκηνοθέτη παρόλο που το απαρνείται με έμφαση. Διευρύνοντας την έννοια της «λογοτεχνίας του κακού» που πρότεινε ο Ζωρζ Μπατάιγ, μπορούμε να πούμε πως η έλξη που ασκούν οι εξουσιαστές στο Λανγκ υποδεικνύει πως ένα μέρος του έργου του συγγενεύει με την «τέχνη του κακού».
Το ηδονοβλεπτικό βλέμμα που κρυφοκοιτάζει ή σκηνοθετεί τη ζωή των άλλων, κάνει έντονη την παρουσία του. Το σύμπαν του Λανγκ διατρέχουν και καθορίζουν υπνωτιστές, ψυχίατροι, παράφρονες, ηδονοβλεψίες και τυφλοί που βλέπουν περισσότερα από τους άλλους, τύραννοι που παρατηρούν μέσα από οθόνες τηλεόρασης κλειστού κυκλώματος και σκηνοθετούν τα δράματα των υποτελών τους (ο Μαμπούζε στα «1000 μάτια του Δρ Μαμπούζε»).
Στα «Scarlet street», «Clash by night», «Human desire» και «The woman in the window», ο Λανγκ σκύβει με ψυχολογική γνώση και αγάπη πάνω από τα βίαια ερωτικά ένστικτα των ώριμων ανδρών αλλά και των ταραγμένων συναισθηματικά και παθιασμένων γυναικών του. Συνήθως οι άντρες είναι γερασμένοι, ερωτικά αποστερημένοι και αβέβαιοι. Ποθούν την αισθησιακή, νέα γυναίκα που τους θέλει πολύ λιγότερο. Ανάμεσά τους κυριαρχεί η σεξουαλική δυσαρμονία. Κάποτε η γυναίκα θα τους απατήσει. Τότε θα ξυπνήσει μέσα τους η ζήλια κι η εκδικητικότητα.
Ο ανθρωπάκος θα γίνει δυνατός και σκληρός, ικανός να φτάσει ως το έγκλημα πάθους («Scarlet street», «Clash by night», 1952, και «The Woman in the window», 1944).
Η γυναίκα είναι και στα τέσσερα φιλμ ομορφότερη και νεότερη από τον άντρα της ή από το μεσήλικα εραστή της. Έμπειρη αλλά διαψευσμένη από τη ζωή, αισθάνεται λόγω αυτής της απογοήτευσης ασταθής, εύθραυστη και ανασφαλής. Γι’ αυτό αποζητά τη σιγουριά και τον άντρα που θα πολεμά για λογαριασμό της. Στο «Scarlet street» («Κόκκινος δρόμος», 1945) και στο «Human desire» (1954) πέφτει θύμα κάποιου ρεμαλιού, ενός ζόρικου αρσενικού που την εκμεταλλεύεται, ενός συζύγου («Human desire») ή ενός ερωμένου («Scarlet street») που της φέρεται σαν προαγωγός. Γενικά γίνεται θύμα των συγκυριών και της ευαισθησίας της στον έρωτα. Είναι, με δυο λόγια, ευάλωτη στην αισθαντικότητά της. Ταυτόχρονα όμως, λόγω της εμπειρία της και του ερωτισμού που εκπέμπει, είναι σκληρή και δυναμική. Συμπερασματικά, διαρκώς αμφιταλαντεύεται και κλυδωνίζεται.
Όλα τα πρόσωπα του Λανγκ, ακόμη και τα πιο μοχθηρά, ονειρεύονται ανικανοποίητα και ελπίζουν. Είναι απελπισμένα, γι’αυτό και θέλουν κάποιος να τα αγαπάει. Η γυναίκα στο Λανγκ ποθεί κάτι παραπάνω από αυτό που έχει. Έτσι δεν αργεί να εισχωρήσει ο τρίτος άνθρωπος, ένας ακόμη αρσενικός, ανάμεσα στο αταίριαστο ζευγάρι. Επηρεάζει τη γυναίκα που φτάνει ως την απιστία και την προδοσία κι έτσι αναπόδραστα έρχεται η ώρα της σύγκρουσης και της βίας. Τη μάχη κερδίζει ο πιο καλός, που αναγκάζεται από τα πράγματα να γίνει δυνατός για να σώσει την αξιοπρέπεια ή τον έρωτά του.
ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΤΑΙΝΙΕΣ ΜΕ ΗΡΩΑ ΤΟ ΔΡ. ΜΑΜΠΟΥΖΕ
Ο Δρ. Μαμπούζε είναι ο πρώτος μεγάλος αρνητικός ήρωας που δημιούργησε ο Φριτς Λανγκ. Είναι πρωταγωνιστής γερμανικών ταινιών του Λανγκ, οι οποίες διασχίζουν όλη την ιστορία του κινηματογράφου, από τις βουβές καταβολές του, όταν διαμορφωνόταν η κινηματογραφική γλώσσα, έως τις αρχές της δεκαετίας του ’60, όταν γεννιόταν το μοντέρνο σινεμά: «Δρ Μαμπούζε, ο παίκτης» (κινηματογραφικό βουβό δίπτυχο του 1922. 1ο μέρος: «Δρ Μαμπούζε, ο παίκτης» -μια εικόνα της εποχής. 2ο μέρος: «Η κόλαση, άνθρωποι της εποχής»). «Η διαθήκη του Δρ Μαμπούζε» (1932, ομιλών κινηματογράφος). «Τα 1000 μάτια του Δρ Μαμπούζε» (1960).
Ο Μαμπούζε είναι ένας νιτσεϊκός ήρωας, ένας νιτσεϊκός υπεράνθρωπος που θέλει να είναι υπεράνω του καλού και του κακού, να επιβάλει το προσωπικό του δίκαιο σαν Νόμο της κοινωνίας. Είναι τύραννος, αμοραλιστής, υπνωτιστής-ψυχίατρος, αρχιγκάνγκστερ, οικονομικός παράγων που κερδοσκοπεί και κάνει απάτες. (Τον υποδύεται υποβλητικά και επιβλητικά ο τρομακτικός Ρούντολφ Κλάιν Ρόγκε, που εμφανίζεται επίσης στους «Κατασκόπους» και στη «Μητρόπολη»). Στον Δρ Μαμπούζε συνυπάρχουν ο εξπρεσιονισμός, το φανταστικό σινεμά και οι κοινωνικός κινηματογράφος (ο κόσμος της πραγματικότητας και της φαντασίας δεν απέχουν πολύ), η κινηματογραφική ποίηση, ο ηθικοφιλοσοφικός στοχασμός και το γκαγκστερικό φιλμ.
Μια παραδειγματική σκηνή μαζικής ύπνωσης των θεατών στην ταινία, είναι αυτή που διαδραματίζεται στο θέατρο, υπό την επίδραση του υπνωτιστή μάγου Βέλτμαν-Μαμπούζε. Στη σκηνή της μαζικής υποβολής, ο Λανγκ χρησιμοποιεί τη θεατρική σκηνή και τους παριστάμενους θεατές για να μας παρουσιάσει τον τρόπο κατασκευής της κινηματογραφικής ψευδαίσθησης, για να αναπαραστήσει το χώρο και τους μηχανισμούς της κινηματογραφικής σκηνοθεσίας. Η θεατρική αίθουσα του μιούζικ χωλ παρομοιάζεται με την κινηματογραφική αίθουσα. Ο μάγος Βέλτμαν, με το σκηνοθέτη. Το μέντιουμ πετυχαίνει τη μαζική υποβολή, δημιουργεί στους θεατές την ψευδαίσθηση πως παρακολουθούν ένα καραβάνι στην εξωτική έρημο και τους δίνει διάφορες εντολές.
Ο Μαμπούζε-Λανγκ με επιδέξια τεχνάσματα εμπλέκει τον Βενκ στο παιχνίδι και τη σκηνοθεσία του, με σύνθετο και εφευρετικό τρόπο. Ιδού μερικά απ’ αυτά τα αφηγηματικά τεχνάσματα: Ο υπνωτιστής ζητά από τους θεατές να του πουν δύο αριθμούς. Ο κρυμμένος στο πλήθος συνεργάτης του προτείνει έναν αριθμό που, για να μη κινήσει υποψίες, δεν είναι ο αριθμός του καθίσματος του Βενκ, αλλά του διπλανού, άδειου καθίσματος. Έτσι ο Βέλτμαν, αφού η θέση είναι επίτηδες κενή, «αναγκάζεται» να επιστρατεύσει στο πείραμα του υπνωτισμού τον ανύποπτο εισαγγελέα. Επίσης, «μαντεύει» τι έχει στην τσέπη του ο Βενκ, αφού σε προηγούμενο περιστατικό τον έχει κοιμίσει και του έχει αδειάσει τις τσέπες. Υπνωτίζει μια γυναίκα και τη βάζει να πάρει το πιστόλι που βρίσκει στην τσέπη του Βενκ, αφοπλίζοντάς τον. Ύστερα τον υπνωτίζει με τη λέξη «τσιν-ναν-φου» και τον κατευθύνει με το αυτοκίνητό του σε μια τρελή πορεία προς τον γκρεμό και τον θάνατο.
Στην υπνωτιστική και θεατρική αυτή ενότητα, η ποίηση συνδυάζεται με τον τρόμο, η φαντασία με το μυστήριο και την αστυνομική περιπέτεια, η αρτιότητα του στυλ -απόκοσμο φως, κιαροσκούρο, διπλοτυπίες- με τη δραματουργική πολυπλοκότητα. Ο Λανγκ, για άλλη μια φορά, μας επιβάλλεται με τη δύναμη της αισθητικής σύλληψης και της φιλοσοφικής-πολιτικής σκέψης του.
Ο ΛΑΝΓΚ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ
http://uk.imdb.com/name/nm0000485/
http://www.sensesofcinema.com/contents/directors/02/lang.html
http://www.jscheuer.com/lang.htm
http://www.germanhollywood.com/metrop_1.html
http://www.bfi.org.uk/features/lang/magic.html
http://www.cyberroach.com/m/m.htm
*Ο Θόδωρος Σούμας είναι κριτικός κινηματογράφου και συγγραφέας κινηματογραφικών βιβλίων.