Ορατότης μηδέν...
Το 2007 δεν έχει μπει με τους καλύτερους οιωνούς για την ελληνική κινηματογραφία. Από το μακρινό Λος Άντζελες και τον Μπαζ ως τη χθεσινή θλιβερή είδηση του θανάτου του Νίκου Κούρκουλου είχαν ήδη μεσολαβήσει και οι τεράστιες απώλειες του Βασίλη Φωτόπουλου και του Μπάμπη Ακτσόγλου. Σε μια χώρα που τα μεγάλα μεγέθη δεν είναι το σύνηθες γνώρισμα του σύγχρονου πολιτισμού της, σε ένα σινεμά που αναζητά απεγνωσμένα πρόσωπα του βεληνεκούς των παλαιοτέρων, σε μια κοινωνία που αρέσκεται στο να δίνει τα μεγαλύτερα ποσοστά θεαματικότητας σε «εκπομπές ανάδειξης νέων ταλέντων», το τέλος των μεγάλων μύθων της αφήνει μηδενική ορατότητα. Όπως ήταν ο τίτλος της απαξιωμένης από την κριτική, αλλά αγαπημένης από τους θεατές ταινίας του Νίκου Φώσκολου...
Ο Νίκος Κούρκουλος έφυγε από τη ζωή από καρκίνο σε ηλικία 72 ετών (5 Δεκεμβρίου 1934 – 30 Ιανουαρίου 2007). Ήταν ο ορισμός του λαϊκού πρωταγωνιστή, αλλά και εκφραστής μιας μαγκιάς που έχει εκλείψει από τα νέα πρότυπα ζεν πρεμιέ. Αφού πέρασε στην εφηβεία του από τον χώρο του ποδοσφαίρου, φορώντας μάλιστα για ένα φεγγάρι τη φανέλα του Παναθηναϊκού, επέλεξε εντέλει να αφοσιωθεί στο θέατρο και τον κινηματογράφο, τα οποία και τίμησε με το παραπάνω. Η θεατρική του πορεία υπήρξε αξιοθαύμαστη και έκλεισε με την ανάληψη του πόστου του διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, το οποίο κατά πως ομολογούν σύσσωμοι οι Αθηναίοι θεατρολόγοι αναμόρφωσε από το 1994 που το ανέλαβε.
Στο σινεμά εμφανίστηκε σε ταινίες σταθμούς του εμπορικού κινηματογράφου μας. «Το τελευταίο ψέμα» (1957) του Μιχάλη Κακογιάννη του έδωσε έναν πρώτο μικρό ρόλο. Η συνέχεια ήταν εντυπωσιακή και επιστεγάστηκε από τα δυο βραβεία καλύτερου ηθοποιού στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, με τα φιλμ «Οι αδίστακτοι» του Ντίνου Κατσουρίδη (1965) και «Ο Αστραπόγιαννος» του Νίκου Τζήμα (1970). Θα κλείσουμε με μέρος της φιλμογραφίας του: «Ο κατήφορος», «Γυμνοί στο δρόμο», «Ο εχθρός του λαού» (του Γιάννη Δαλιανίδη), «Το ταξίδι», «Λόλα» (εκεί του απευθύνεται η θρυλική ατάκα «Είναι πολλά τα λεφτά, Άρη»), «Ένας μεγάλος έρωτας», «Κατηγορώ τους ανθρώπους», «Κοινωνία ώρα μηδέν» (του Ντίνου Δημόπουλου), «Οργή», «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο» (του Βασίλη Γεωργιάδη), «Κατάχρηση εξουσίας» (του Σταύρου Τσιώλη), «Με φόβο και πάθος», «Έξοδος κινδύνου» (του Νίκου Φώσκολου), «Η δίκη των δικαστών» (του Πάνου Γλυκοφρύδη), «Ένα γελαστό απόγευμα» (του Ανδρέα Θωμόπουλου), αλλά και «Το φράγμα» (του Δημήτρη Μακρή... η τελευταία κινηματογραφική παρουσία του το 1982).
Δημοσθένης Ξιφιλίνος