ΠΙΣΩ
|
12o Φεστιβάλ ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης
Όψεις του κόσμου
Ο βασικός κορμός αυτού του προγράμματος αποτελείται από ταινίες που αφορούν κυρίως σύγχρονα θέματα κοινωνικού και ιστορικού περιεχομένου. Θέματα που ασχολούνται με την ανθρώπινη εμπειρία, όπως αυτή διαμορφώνεται από τις συνθήκες του κοινωνικού και του πολιτικού γίγνεσθαι. Έχουμε διαφορετικές οπτικές γωνίες, με κινηματογραφιστές από αρκετά μέρη του κόσμου, συνεισφέρουν τη δική τους άποψη για την πραγματικότητα που τους περιβάλλει και επηρεάζει, δημιουργώντας ένα πολυπολιτισμικό μωσαϊκό απόψεων, εμπειριών και καταγγελιών.
Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ
Ας ξεκινήσουμε με την ταινία του Jawed Taiman, «Οι εθισμένοι του Αφγανιστάν» («Addicted in Afghanistan»), 2009, Αφγανιστάν-Μεγάλη Βρετανία. Εδώ έχουμε ένα πολύ «καυτό» θέμα: οι άνθρωποι που ζουν σε αυτή τη χώρα και ζουν υπό την επιρροή των ψυχοτρόπων ουσιών, τα ναρκωτικά, όπως λαϊκά τα ονομάζουμε. Βρίσκονται σε ψυχολογική καταστολή που τους κρατά δέσμιους σε νοσηρό περιβάλλον, ανίκανοι να αντιληφθούν την πραγματικότητα και να αντιδράσουν στην καταπίεση τόσο της κυβέρνησης όσο και των Ταλιμπάν. Η ταινία κάνει στην αρχή μια αναφορά για να μπει, στη συνέχεια πιο βαθιά στο θέμα, όταν οι εικόνες, με ποιητικό τρόπο, μεραφράζουν την πραγματικότητα, αυτή που μόλις έχουμε δει, αφήνοντάς μας να φανταστούμε και να λειτουργήσει το θυμικό και η φαντασία μας για να συνδεθούμε με άμεσο τρόπο με τον κόσμο τους, έτσι ώστε να κατανοήσουμε πιο καλά τον κόσμο τους. Η απουσία του ρυθμού που θα άρθρωνε πιο γλαφυρά τον κινηματογραφικό λόγο, είναι το κυριότερο μειονέκτημα της ταινίας.
Θα μεταφερθούμε πιο βόρεια, στην περιοχή της Σιβηρίας, όπου επί Σοβιετικής Ένωσης έχει φτιαχτεί ένα τεχνητό νησί όπου υπάρχουν οι κατοικίες των εργατών και οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας του πετρελαίου. Οι Pierre-Olivier Francois και Pierre Bourgeois κάνουν την ταινία «Ένα βαρέλι γεμάτο όνειρα» («A barrel full of dreams»), 2009, Γερμανία, που μας ματφέρει σε αυτό το ονειρικό τοπίο. Βλέπουμε μόνο τη θάλασσα και γέφυρες-δρόμους που συνδέουν τα σπίτια και τις εγκαταστάσεις μεταξύ τους. Θα μπορούσαμε να πούμε ένα παζλ που φτιάχτηκε από τους ίδιους τους ανθρώπους, με κινητήρια δύναμη το πάθος του για την Οκτωβριανή Επανάσταση και για το Σοβιετικό κράτος. Η ταινία δεν μας δίνει τα στοιχεία που θα μας επέτρεπαν να ξεφύγουμε από το απλό ρεπορτάζ και να πάμε σε μια προσωπική αφήγηση, των σκηνοθετών και των κατοίκων, όπου θα βρίσκαμε αυτά τα στοιχεία που θα μας δημιουργούσαν μια προσωπική εμπλοκή.
Όπως και στην προηγούμενη ταινία, έτσι και σε αυτή της Ειρήνης Μιχαηλίδου, έχουμε μια ματιά εξωτική. Βλέπει με θαυμασμό ένα γεγονός και δεν μπορεί να εισχωρήσει στον πυρήνα του. Στο «Boxing Cuba», 2010, Ελλάδα, έχουμε να κάνουμε με τους διάσημους Κουβανούς πυγμάχους. Ο αθλητισμός της Κούβας είναι ειδωμένος με μια θαυμαστική ματιά και δεν μπορούμε να ανακαλύψουμε την πολιτική πλευρά αυτής της δραστηριότητας, η οποία έχει να κάνει κυρίως με την πάλη της Κούβας ενάντια στην υπερδύναμη των ΗΠΑ. Αντίθετα η δουλειά της Julia Bacha, «Μπουντρούς» («Budrus»), 2009, Κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη-Ισραήλ-ΗΠΑ, μας αφήνει να συνδέσουμε αυτά τα κομάτια της τοπικής κοινωνίας, του Μπουντρούς, που βάλλεται από τις ισραηλινές δυνάμεις, οι οποίες χτίζουν το τοίχος της απομόνωσης, με το διεθνές χώρο, όπου το παλαιστινιακό πρόβλημα έχει τοποθετηθεί από το 1948 και έπειτα. Η εικόνα παίρνει μια αφηγηματική απόσταση από το λόγο, δημιουργεί έτσι την ιδεολογία της ταινίας.
ΒΛΕΠΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΟΡΘΑΝΟΙΧΤΑ
Στη μακρινή και εξωτική Ισλανδία μας μεταφέρει η ταινία «Η χώρα των ονείρων» («Dreamland»), 2009, Ισλανδία. Οι Thorfinnur Gudnason και Andri Snaer Magnason θέλουν να κάνουν την καταγγελία τους. Η χώρα τους έχει βουτήξει στον κόσμο της τεχνολογίας και ξεχνά την ισορροπία με τη φύση. Ο λόγος τους όμως δεν είναι παρά μια απλή αναφορά που δε μας αφήνει να κάνουμε τον πιο απλό παραλληλισμό, την Ισλανδία να την τοποθετήσουμε δίπλα σε μια οποιαδήποτε δυτική χώρα, όπως την Ελλάδα, για παράδειγμα. Το αυθαίρετο και μη απόλυτα προσδιορίσημο θα μας βοήθαγε να πλάσουμε τη δική μας αφήγηση. Αντίθετα η Maria Isabel Ospina, με την ταινία «Όλοι θα είναι εδώ» («Everyone will be here»), 2008, Κολομβία-Γαλλία, βάζει μέσα στην καταγγελία της την προσωπική της άποψη. Η διασπορά, η φυγή από την πατρίδα, η ανάγκη να αγωνιστούμε για την ανάπτυξη της χώρας μας είναι και προσωπική της υπόθεση. Έτσι γίνεται και δική μας, αφού βλέπουμε το ανθρώπινο-θείο δράμα που θα μπορούσε να ήταν και δικό μας.
Αυτή ακριβώς την οπτική βρίσκουμε την ταινία «Με μάτια ορθάνοιχτα-εξερευνώντας τη σημερινή Νότια Αμερική» («Eyes wide open-exploring today’s South America»), 2009, Ουρουγουάη. Ο Gonzalo Arijon δεν κάνει τίποτε άλλο από το να μαζεύει ντοκουμέντα και να διαμορφώνει το ιδεολογικό τους πλαίσιο με το σχόλιό του. Σχολιάζει τα σημερινά γεγονότα, τις αλλαγές που επιχειρούνται στη Νότια Αμερική σήμερα, δίνοντας μας μια αιρετική ματιά που ξεφεύγει από το πολιτικά ορθό της επίσημης Αριστεράς. Ως προς αυτή την άποψη, η ταινία του έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον, είναι η άποψη του σκηνοθέτη και όχι μια που θα περιμέναμε να ακούσουμε. Το μοντάζ βοηθά στην άθρωση του κινηματογραφικού λόγου, δημιουργώντας έναν έντονο ρυθμό, σε κάποιες στιγμές. Κάτι ανάλογο έχουμε στη δουλειά του Γιώργου Αυγερόπουλου και του Γιάννη Καρυπίδη, «Γάζα ερχόμαστε», 2009, Ελλάδα. Αν και πρόκειται για μια τηλεοπτική δουλειά, για τον Εξάντα, εδώ ο λόγος γίνεται απόλυτα κινηματογραφικός, αφού βάζει «αυθαίρετα» σημεία που κολάνε αισθητικά με το θέμα. Η μόνη ένστασή μας είναι στην επανάληψη κάποιων μοτίβων που αν και είναι ευρηματικά χάνουν την αφηγηματική τους δύναμη, λόγω αυτής της επανάληψης.
Το ατομικό μπορεί να γίνει παγκόσμιο; Η ταινία του Tayo Cortes, «Το σπίτι» («The house»), 2009, Κολομβία-Ισπανία, μας βάζει σε αυτό το δρόμο: Η περίπτωση της οικογένειας Μέντες που βρίσκεται σε κίνδυνο να χάσει το σπίτι της, το οποίο είναι προϊόν μιας καταπάτησης, είναι, συγχρόνως και ο κίνδυνος να χάσουμε το ιδιαίτερο, αυτό που προσδιορίζει τα όρια του κοινωνικά αποδεκτού και του περιθωρίου, με άλλα λόγια χάνουμε την οριοθέτηση της κοινωνίας μας. Ο Lixin Fan, βλέπει την ιδιαίτερη κατάσταση στους μετανάστες εργάτες που δουλεύουν στην Κίνα, με πολύ χαμηλό μισθό, μακριά από το μέρος όπου ζουν οι οικογένειές τους. Στην ταινία του, «Το τελευταίο τρένο του γυρισμού» («Last train home»), 2009, Καναδάς, βλέπουμε αυτό το δράμα της μετανάστριας που δεν έχει τη δυνατότητα να πάει στο σπίτι της και να γιορτάσει μαζί με την οικογένειά της. Και πάλι το ατομικό γίνεται συλλογικό, μέσα από το φαντασιακό χώρο στον οποίο βρίσκεται η ρεαλιστική αφήγηση.
Με πιο ποιητικό τρόπο, ο Brian McKenzie βλέπει τη σημερινή Ινδία. Στην ταινία «Ραντεβού στο δέντρο» («Meet me at the mango tree»), 2009, Αυστραλία, βλέπουμε τρεις περιπτώσεις Ινδών, τον εργασικό τους χώρο, το κοινωνικό περιβάλον στο οποίο ζουν. Μέσα από αυτό το ιδιαίτερο ξεδιπλώνεται η σημερινή Ινδία με τις τρομερές αντιθέσεις της. Ο σκηνοθέτης μπαίνει μέσα στο θέμα, δε βλέπει καν το εξωτικό και μας καλεί σε ένα υπέροχο ταξίδι μέσα στον αφηγηματικό του κόσμο, ο οποίος μπορεί να γίνει και δικός μας. Δε συμβαίνει το ίδιο στη δουλειά των Jonas Ginter και Levin Peter, «Πρέστες Μάια-ελευθερία μέσα στο μπετόν» («Prestes Maia-freedom in concrete»), 2008, Γερμανία. Η ματιά των σκηνοθετών προσπαθεί να μπει μέσα στη σύγχρονη Βραζιλία και να ανακαλύψει τις αντιθέσεις, δεν καταφέρνει όμως παρά νας τις περιγράψει, όχι να τις αφηγηθεί.
ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΙ ΔΡΟΜΟΙ
Ο Davide Barletti, στην ταινία «Ράδιο Εγνατία» («Radio Egnatia»), 2008, Ιταλία, έχει ένα πολύ όμορφο θέμα: η επικοινωνία μέσω των οδών, από τη Ρώμη στο Βυζάντιο. Ένας καλλιτεχνικός κόσμος που κινείται σε αυτό τον άξονα είναι το λάιτ μοτίβ του. Δε θέλει να μπει μέσα στις ιδιαιτερότητες και να βγει με μια άλλη ανάγνωση του ρεαλιστικού. Μένει στο πραγματικό και χάνεται στο βαρετό. Το ίδιο πρόβλημα βλέπουμε στο «Δρόμο για το Ναρ αλ Μπάρεντ» («Road to Nahr al Bared»), 2009, Ισπανία. Σε αυτή την ταινία του Sebastian Talavera βρίσκουμε την πολιτκή σκέψη και κάπου-κάπου μια κινηματογραφική ματιά που σώζουν την κατάσταση. Η Ιρλανδή Anna Rodgers, θα κάνει μια συμπαθητική ταινία για τους μοναχούς στο Λάος. «Κάλλιο ένα σήμερα παρά δύο αύριο» («Today is better than two tomorrows»), 2009, Ιρλανδία. Εδώ οι μικροί υποψήφιοι μοναχοι ακολουθούν μια βιωματική πορεία. Η κάμερα τους παρακολουθεί διακριτικά και καταγράφει τις συμπεριφορές τους. Εμείς βλέπουμε έναν άγνωστό μας κόσμο, από τα μέσα, χωρίς την προστατευτική μεμβράνη του εξωτισμού.
Ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, η Chantal Lasbats, με την ταινία «Στα έγκατα της Νέας Υόρκης» («The Tunnel dwellers of New York»), 2008, Γαλλία, εξερευνεί τον άγνωστο κόσμο της υπόγειας Νέας Υόρκης. Περιπτώσεις ανθρώπων που έχουν κάνει σπίτι τους τις υπόγειες στοές, οι χώροι που ζουν, όλα αυτά μας ταξιδεύουν σε έναν άγνωστο κόσμο, όμως διαβάζουμε τις αντιθέσεις, τον μποέμικο τρόπο ζωής, τις σκέψεις των άστεγων και, ασυναίσθητα, βλέπουμε την αντίθεση του «πολιτισμένου» κόσμου με τον «άγριο» των περιθωριακών.
Θα τελειώσουμε με την ταινία του Nati Baratz, «Το αλάθευτο παιδί» («Unmistaken child»), 2008, Ισραήλ. Σε αυτή την περίπτωση έχουμε τον ορισμό της εξωτικής ματιάς. Αυτή που βλέπει μόνο το περιτύλιγμα και δεν μπορεί να ανακαλύψει την ουσία. Το παιδί που θα είναι ο διάδοχος του Λάμα Κόντσοκ επιλέγεται από δεκάδες. Η πορεία του μοναχού που θα το βρει είναι αυστηρά περιγραφική, δεν είναι ούτε βιωματική ούτε ιδεολογική. Το κατασκεύασμα της ταινίας χάνει την ουσία του και μένει μόνο ένα λαμπερό κουτί.
Γιάννης Φραγκούλης
ΌΨΕΙΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
|
|