48o ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Την τρίτη μέρα στο Φεστιβάλ δεν έχει αλλάξει σχεδόν τίποτε. Τα λάθη συνεχίζονται στις προβολές των ταινιών, για τους δημοσιογράφους, οι ολοκληρωτικές συμπεριφορές των πορτιέρηδων, οι οποίοι απαιτούν από τους θεατές την τήρηση του χρόνου ενώ το Φεστιβάλ είναι παντελώς ασυνεπές σε αυτό ακριβώς, τα επεισόδια που έχουν παρατηρηθεί δεν είναι πολλά λόγω της υπομονής που κάνει ο κόσμος. Κατά τα άλλα, οι ταινίες ικανοποιούν γενικά το γούστο των θεατών, λίγες είναι οι απογοητεύσεις από τις προβολές.
ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ
Με μια ταινία, κατά πολλούς μια από τις επιτυχίες της σαιζόν, όμως για το κοινό δεν ήταν παρά μια μέτρια ταινία τόσο καλλιτεχνικά όσο και εμπορικά, το «Straight story», της Έφης Μουρίκη και του Βλαδίμηρου Κυριακίδη, με αυτή ξεκίνησε το ελληνικό τμήμα. Αν και ο Κυριακίδης έχει κάνει, τα τελευταία χρόνια μια πετυχημένη πορεία στο θέατρο, σα σκηνοθέτης, στον κινηματογράφο δεν τα κατάφερε. Το θεατρικό παίξιμο ήταν εμφανές και η κινηματογραφική αφήγηση δε βρίσκει το χώρο της. Παρωχημένες ατάκες, μίμηση του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, μια ταινία που δεν ακούμπησε το κοινό, τουλάχιστον όπως θα ήθελε η παραγωγή της.
Ο Ιωάννης Παρασκευόπουλος ήρθε στο Φεστιβάλ με την ταινία του «Κορόιδο εν τάξει», μια δουλειά που μιλά για τον ελληνικό κινηματογράφο, ένα θέμα πιασάρικο για το θεατή και μια καλή ευκαιρία για σάτιρα. Όμως η σάτιρα, ειδικά σε τέτοια ευαίσθητα θέματα, είναι πολύ δύσκολη. Θα πρέπει κανείς να βρει αυτούς τους συσχετισμούς που κινούν και νομοτελειακά ορίζουν αυτές τις καταστάσεις και, τότε, να ξεκινήσει να τις κοροϊδεύει. Ο Παρασκευόπουλος δεν τα καταφέρνει, η σάτιρά του γυρνά πίσω στον εαυτό του, στην ίδια την ταινία του και το μόνο που καταφέρνει είναι να κάνει ένα χαβαλέ για να «περάσει καλά» το κοινό του. Είναι όμως αυτό ο κινηματογράφος; Το ερώτημα αυτό αιωρείται σε όλες τις ελληνικές ταινίες, πολύ περισσότερο σε αυτές που διεκδικούν ένα άλλο επίπεδο σκέψης και κριτικής.
ΟΙ ΞΕΝΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ
Θα μείνουμε για μια στιγμή στην ταινία του Jonas Cuaron, τη... «Η στιγμή σου» («Year of the nail»), η πρώτη ταινία του γιου του Alfonso Cuaron που μας έχει δώσει πολύ καλές ταινίες, πάντα μεξικάνικες παραγωγές. Σε αυτή την ταινία έχουμε κινηματογραφημένες στατικές φωτογραφίες, στιγμιότυπα από τη ζωή μιας παρέας με σχόλια τα οποία εξηγούν ή προεκτείνουν το κείμενο της εικόνας. Ένας τρόπος κινηματογράφησης που τον έχουμε δει σε παλιότερες ταινίες, όμως σε αυτό λείπει ο μεστός και παιχνιδιάρικος λόγος ενός Τζάρμους (για παράδειγμα) και η ταινία χάνει πολύ γρήγορα το ενδιαφέρον της.
Δύο βαλκανικές ταινίες μας έκαναν εντύπωση. Η πρώτη είναι το «Πεπρωμένο» («Destiny»), του Zeki Demirkubuz, από την Τουρκία. Ανεξάρτητη παραγωγή, μας μιλά για την αποσάθρωσή της τούρκικης κοινωνίας, με βάση τον έρωτα δύο αντρών προς μια γυναίκα. Η κάμερα κινείται, μπαίνει και βγαίνει από χώρους του περιθωρίου όπου δοκιμάζονται τα ήθη του ανθρώπου, ο έρωτας και, τελικά, η αθωότητα. Αυτή η τελευταία δε χάνεται ότι και αν συμβεί, πλήγεται, όμως δε φεύγει ποτέ από τους ανθρώπους. Ο ξέφρενος ρυθμός της κινηματογράφησης είναι άναρχος και δεν μπορεί να δομήσει τους χαρακτήρες.
Αντίθετα στην ταινία «Η Διεθνής» («The International»), των Sirri Sureyya Onder και Muharrem Gulmez, έχουμε όλο το χρόνο να φτιάξουμε τους χαρακτήρες και μετά την τοπική κοινωνία σε μια μικρή πόλη της Τουρκίας. Οι σκηνοθέτες καταφέρνουν να φτιάξουν μια δική τους πραγματικότητα, την οποία θα την καταστρέψουν στο τέλος της ταινίας, για να δείξουν τη βία του ολοκληρωτικού καθεστώτος της Τουρκίας, επί χούντας, και τις ελάχιστες ελευθερίες που έχουν δοθεί στους κατοίκους της, στη σημερινή εποχή. Κάποιοι μουσικοί, σκόρπιοι σε ένα χωριό, αναγκάζονται μα ενωθούν και να γίνουν μια ομάδα, μια μπάντα. Ένας από αυτούς ορίζεται ως αρχηγός και θα πρέπει να ετοιμάσουν ένα εμβατήριο για την επίσκεψη ανωτάτου κλιμακίου της στρατιωτικής χούντας. Η κόρη του είναι ερωτευμένη με ένα φοιτητή αριστερό ο οποίος της βάζει να ακούσει τη Διεθνή. Ο πατέρας της βρίσκει την κασέτα και νομίζει ότι είναι εμβατήριο, προσπαθεί η μπάντα να το μάθει και στις πρόβες ένας αξιωματικός τους ενθαρρύνει, θεωρώντας ότι είναι ένα όμορφο εμβατήριο. Το παίζουν και δέχονται την οργή των ανώτατων αξιωματικών και της φρουράς τους που συλλαμβάνουν τους μουσικούς, τους σκοτώνουν, μαζί με το φοιτητή, ο οποίος ανοίγει ένα πανό διαμαρτυρίας. Μετά από πολλά χρόνια, στην Κωνσταντινούπολη, πλέον, η κόρη του μουσικού, πριν να πάει την κόρη της στο σχολείο ακούει στην τηλεόραση τη Διεθνή που την παίζει η τούρκικη μπάντα προς τιμή Ρώσων επισήμων. Σε σχετική ερώτηση της κόρης της, απαντά ότι αυτό το τραγούδι είναι του παππού της, χωρίς να μπορέσει να της εξηγήσει περισσότερα. Μια πολύ όμορφη και συγκινητική ιστορία, με πολύ χιούμορ και με την έκρηξη της αγανάκτησης ενάντια στην αναστολή της Δημοκρατίας, προς το τέλος της ταινίας.
Θα τελειώσουμε με το «Φθινοπωρινό κύκλο» («Autumn ball»), του Veiko Ounpuu, από την Εσθονία. Μια ταινία που μας θύμισε τον Μπέργκμαν και πιο συγκεκριμένα το λιθουριανό τρόπο σκέψης. Η κοινωνία της Εσθονίας τεμαχίζεται, δειγματοληπτικά εξετάζεται και, όσο προχωρά η αφήγηση, μπαίνουμε στα βαθύτερα αίτια της κοινωνικής κατάπτωσης. Βρίσκουμε την ουσία αυτού του ρήγματος που θα δημιουργήσει τελικά σεισμό, ένα φόνο που κάνει ένας άντρας σε έναν άλλο που ενοχλεί μια γυναίκα, το χωρισμό και την επανένωση ενός ζευγαριού, τη μοναχική ζωή δύο αντρών μετά από ένα χωρισμό, τη ζωή μιας μάνας που μεγαλώνει μόνη της το μικρό κορίτσι της. Φτάνουμε στα ουσιαστικά ερωτήματα για τη ζωή του ανθρώπου, αυτά που δοκιμάζουν την ηθική του και διαμορφώνουν την προσωπικότητά του.
Οδεύοντας προς την τέταρτη μέρα, ελπίζοντας ότι οι ελληνικές ταινίες θα παρουσιάσουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον, συνεχίζουμε να βλέπουμε το τι γίνεται, αυτά που θα γράψουμε, με την επιστροφή στην Αθήνα, όταν θα πέσουν οι ε΄ντονοι ρυθμοί του Φεστιβάλ.
Γιάννης Φραγκούλης
ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ