ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
|
50o Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης
Κουβεντιάζοντας
ΤΟ «ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΖΟΝΤΑΣ» ΞΕΚΙΝΗΣΕ
Αρχίζω και επαναλαμβάνομαι νομίζω, αλλά όπως έγραφα και πέρυσι (αλλά και τις προηγούμενες χρονιές) ένα από τα πολύ ενδιαφέροντα παράλληλα events του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, που φέτος επιπλέον γιορτάζει και τα 50 του χρόνια, αποτελεί το Κουβεντιάζοντας.
Το «Κουβεντιάζοντας» πραγματοποιείται φέτος για τέταρτη χρονιά στο πλαίσιο του Φεστιβάλ, έχοντας γίνει ήδη δεκτό με μεγάλη επιτυχία, τόσο από τους συμμετέχοντες, όσο και από τους δημοσιογράφους και το κοινό που το παρακολούθησε. Και πώς να μην έχει τόση επιτυχία άλλωστε. Ατμόσφαιρα ανεπίσημη, χαλαρή και φιλική κουβεντούλα με ένα ποτήρι κρασί μαζί με τους επίσημους προσκεκλημένους του φεστιβάλ, μια μοναδική ευκαιρία για να γνωρίσει κανείς από κοντά σκηνοθέτες, ηθοποιούς και παραγωγούς, να ανταλλάξει απόψεις, να θέσει ερωτήματα και κυρίως να λάβει ενδιαφέρουσες απαντήσεις. Με άλλα λόγια ένα φόρουμ επικοινωνίας και συζήτησης, το οποίο προσφέρει την ευκαιρία σε επαγγελματίες του χώρου να γνωριστούν σε προσωπικό επίπεδο και να μοιραστούν τις εμπειρίες τους.
Το ιδανικό μέρος που.. μαγειρεύονται όλα αυτά είναι στο Αντλιοστάσιο, στον χώρο του φεστιβάλ από τις 16.00 ως τις 17.00, ενώ οι συζητήσεις πραγματοποιούνται στα αγγλικά. Συντονίστρια όπως και πέρυσι η δημοσιογράφος Έλενα Χρηστοπούλου αναλαμβάνει χρέη οικοδέσποινας, επικεντρώνοντας την συζήτηση σε θέματα που απασχολούν τους σύγχρονους δημιουργούς – από τις εμπειρίες τους κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, τη σχέση με τους ηθοποιούς και τις δυσκολίες στην ανάπτυξη και τη χρηματοδότηση των έργων τους ως την επαφή τους με το κοινό μετά τις προβολές. Καλεσμένοι στο «Κουβεντιάζοντας» είναι, εκτός από τους σκηνοθέτες των ταινιών, παραγωγοί, αγοραστές, ηθοποιοί και δημοσιογράφοι, ενώ το διαπιστευμένο κοινό μπορεί να παρακολουθήσει ή και να συμμετέχει ενεργά στην κουβέντα.
ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΖΟΝΤΑΣ 15/11
Η διανομή μη εμπορικών ταινιών εκτός των φεστιβάλ, οι δυσκολίες στην εξεύρεση χρηματοδότησης, αλλά και η «μάχη» της μεγάλης οθόνης με το διαδίκτυο, βρέθηκαν στο επίκεντρο του πρώτου «Κουβεντιάζοντας» του 50ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, που πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 15/11 στο Αντλιοστάσιο.
Στην πρώτη αυτή συμμετείχαν οι σκηνοθέτες Valerie Donzelli (The Queen of Hearts), Calin Netzer ( Medal of honor ), Margaret Corkery (Eamon), Σοφία Παπαχρήστου (Biloba), Damien Chazelle (Guy and Madeline on a park bench), Mahmut Fazil Coskun, (Wrong Rosary) και Darko Lungulov (Here and There).
H ταινία της Valerie Donzelli The Queen of Hearts είναι μια κωμωδία για μια νέα γυναίκα, που μετά το χωρισμό της από τον μεγάλο της έρωτα προσπαθεί να τον απομυθοποιήσει και να κάνει ένα νέο ξεκίνημα. Η ηρωίδα (που την ενσαρκώνει η ίδια η σκηνοθέτιδα) προσπαθεί να καλύψει το χαμένο χρόνο στις σχέσεις της με τους άνδρες.
Στο Medal of honor ο Calin Netzer παρουσιάζει μια πραγματική ιστορία «μετακομμουνιστικής τρέλας», όπως λέει χαρακτηριστικά, όπου η ζωή ενός ηλικιωμένου Ρουμάνου, απαξιωμένου στα μάτια της οικογένειάς του, αλλάζει όταν ξαφνικά λαμβάνει ένα γράμμα που τον καλεί να παραλάβει μετάλλιο τιμής, για κάποιες υποτιθέμενες ηρωικές πράξεις του στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η ταινία Eamon προέκυψε μέσα από τη συμμετοχή της Margaret Corkery σε έναν διαγωνισμό που διεξήχθη στην Ιρλανδία. Η δημιουργός είχε στη διάθεσή της πολύ μικρό διάστημα για να γράψει το σενάριο, και στη συνέχεια, αφού κέρδισε το πρώτο βραβείο, για να γυρίσει την ταινία. «Ευτυχώς γιατί αν δεν είχα την πίεση του χρόνου, ίσως μου έπαιρνε μια ζωή» παραδέχτηκε η ίδια. Η ταινία αναφέρεται στην εμμονή ενός αγοριού με τη μητέρα του. Και όπως σημείωσε η Margaret Corkery, «εξερευνά τη φύση της αποκαλούμενης “tiger generation” της Ιρλανδίας», της γενιάς δηλαδή που μεγάλωσε την περίοδο ακμής του λεγόμενου «κέλτικου τίγρη».
Η ταινία της Σοφίας Παπαχρήστου, (Μπιλόμπα) διαδραματίζεται σε ένα μικρό νησί, την Πέρα Κάσσιρο. Εκεί φτάνει ένας γερμανός μηχανικός, για να υλοποιήσει ένα ευρωπαϊκό έργο. Οι κάτοικοι του χωριού, οι οποίοι στην αρχή του φαίνονται ιδιόμορφοι, θα τον κάνουν να επαναπροσδιορίσει τις αξίες του και την αντίληψή του για την ουσία της ζωής. «Το νησί παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο, δίνοντας ουσιαστικά και την λύση. Ο ήρωας χρειάζεται να πάει κάπου μακριά -και το συνθετικό «Πέρα» στο όνομα του νησιού αυτό υπονοεί - για να ανακαλύψει τη χαμένη μαγεία στη ζωή του», σημείωσε η δημιουργός.
Η τζαζ του Miles Davis, η τζαζ των μιούζικαλ του Χόλιγουντ και αυτή που αγαπά σήμερα η νέα γενιά συνυπάρχουν στην ταινία του Damien Chazelle Guy and Madeline on a Park Bench. Στο φόντο της ταινίας ο δημιουργός παρουσιάζει το πορτρέτο της Βοστόνης, «η οποία αν ήταν άνθρωπος θα είχε το χαρακτήρα του ρομαντικού», όπως σχολίασε ο ίδιος ο Damien Chazelle.
Το Wrong Rosary του Mahmut Fazil Coskun διηγείται μια ασυνήθιστη ερωτική ιστορία, που αναδεικνύει το πολυσύνθετο κοινωνικό πολιτιστικό και θρησκευτικό τοπίο της Κωνσταντινούπολης. «Αν για κάποιους η Κωνσταντινούπολη μοιάζει με πόρνη, για μένα είναι σαν μια μητέρα που μεγάλωσε μια μεγάλη οικογένεια και τώρα πια είναι μια ηλικιωμένη που ζει στη φτώχια και τη μοναξιά» ανέφερε ο σκηνοθέτης.
Στην ταινία Here and Τhere ο σέρβος δημιουργός Darko Lungulov θίγει το θέμα της μετανάστευσης παρουσιάζοντας την προσπάθεια ενός Σέρβου να αποκτήσει την πολυπόθητη πράσινη κάρτα. «Όλοι μας φαίνεται να ψάχνουμε αυτό που μας λείπει. Έτσι κι εγώ, επιστρέφοντας στο Βελιγράδι μετά από 12 χρόνια στη Νέα Υόρκη διαπίστωσα ότι οι σήμερα οι νέοι προσπαθούν να φύγουν από τη χώρα με κάθε τρόπο» σχολίασε ο σκηνοθέτης.
Μετά τις πρώτες «συστάσεις» οι δημιουργοί είχαν την ευκαιρία να ανταλλάξουν απόψεις και εμπειρίες σχετικά με την διαδικασία παραγωγής μιας ταινίας, αλλά και τις διαφορές που υπάρχουν μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ. Ο Darko Lungulov που αναζήτησε χρηματοδότηση από ιδιωτικά κεφάλαια στις ΗΠΑ, ήταν κατηγορηματικός ως προς το ότι η κατάσταση στην Ευρώπη είναι σαφώς καλύτερη. «Για μας εδώ πολλά πράγματα θεωρούνται δεδομένα και για αυτό ίσως παραπονιόμαστε. Στις ΗΠΑ δεν υπάρχουν κρατικά κονδύλια για τον κινηματογράφο. Με όσα βγάλω από την ταινία θα πληρώσω τους χρηματοδότες μου που ζητούν τόκο 20%» είπε.
Το ίδιο υποστήριξε και ο αμερικάνος Damien Chazelle που χρησιμοποίησε τη λέξη «εφιάλτης» για να χαρακτηρίσει την προσπάθειά του να βρει χρηματοδότηση στις ΗΠΑ. «Στην Αμερική είσαι μόνος σου, δεν έχεις υποστήριξη από κρατικούς φορείς. Δεν υπάρχει καμία σύγκριση με την ευρωπαϊκή προσέγγιση» σημείωσε. Το γεγονός ότι η Margaret Corkery χρηματοδότησε την ταινία της μέσω ενός διαγωνισμού τράβηξε το ενδιαφέρον των υπολοίπων σκηνοθετών. Όμως η Corkery εμφανίστηκε μάλλον απαισιόδοξη σχετικά με το αν αυτή η διαδικασία επαναληφθεί και του χρόνου, καθώς όπως τόνισε η οικονομική κρίση πλήττει ιδιαίτερα την οικονομία της Ιρλανδίας.
«Τα χρήματα που δίνονται είναι λίγα και επιπλέον δεν δίνονται όταν τα έχεις ανάγκη, αλλά ενάμιση χρόνο αφού έχεις ολοκληρώσει την ταινία» είπε από την πλευρά της η σκηνοθέτης Σοφία Παπαχρήστου για την κατάσταση στην Ελλάδα, εκτιμώντας ότι η κατάσταση χειροτερεύει χρόνο με το χρόνο. ««Τα χρόνια και άλυτα προβλήματα στο χώρο του κινηματογράφου και το αίτημα για ύπαρξη ενός νέου νόμου οδήγησαν κινηματογραφιστές στην αποχή από τη φετινή διοργάνωση, αλλά είναι κρίμα γιατί το φεστιβάλ είναι το σπίτι τους, εδώ ανήκουν», επεσήμανε η Σοφία Παπαχρήστου.
Το ζήτημα της διανομής μη εμπορικών και χαμηλού προϋπολογισμού ταινιών εκτός των διεθνών φεστιβάλ ήταν ακόμη ένα θέμα που προβλημάτισε τους σκηνοθέτες που έλαβαν μέρος στη συζήτηση του «Κουβεντιάζοντας». «Φυσικά και υπάρχει το κοινό των φεστιβάλ αλλά με απασχολεί ιδιαίτερα το πώς οι ταινίες μας θα φτάσουν και στο κοινό των εμπορικών κινηματογράφων» ανέφερε η Margaret Corkery. Στον αντίποδα, ο Darko Lungulov σημείωσε ότι οι ευρωπαίοι δημιουργοί είναι τυχεροί που μπορούν τουλάχιστον να προβάλλουν τις ταινίες τους στα φεστιβάλ, ενώ ο Damien Chazelle αναφέρθηκε στη χρεοκοπία ενός κινηματογραφικού κολοσσού στον τομέα της διανομής, που δυσκόλεψε ακόμη περισσότερο την ήδη άσχημη κατάσταση στις ΗΠΑ.
«Όταν δουλεύεις για ένα πρότζεκτ πέντε χρόνια θέλεις να το δεις να προβάλλεται στη μεγάλη οθόνη, όχι στην οθόνη ενός κινητού». Στη συνέχεια παραδέχτηκε ότι το ίντερνετ είναι μια μοιραία και αναπόφευκτη εξέλιξη, αλλά σημείωσε ότι όσο υπάρχει το σινεμά οι κινηματογραφιστές πρέπει να δώσουν αγώνα να προβάλλονται οι ταινίες τους στη μεγάλη οθόνη. Ο Calin Netzer και ο Mahmut Fazil Coskun εξέφρασαν την αγωνία τους για την προστασία του έργου μέσω διαδικτύου, καθώς συμφώνησαν πως πρέπει να βρεθούν λύσεις τόσο για το κατέβασμα, όσο και για τον τρόπο με τον οποίον θα πληρώνονται οι δημιουργοί.
KOYBENTIAZONTAΣ 16/11
Το μείζον θέμα της χρηματοδότησης των ταινιών εν μέσω οικονομικής κρίσης, οι διαφορές μεταξύ ερασιτεχνών και επαγγελματιών ηθοποιών, αλλά και οι συνθήκες των γυρισμάτων ήταν τα θέματα που απασχόλησαν τους συμμετέχοντες στο δεύτερο «Κουβεντιάζοντας», που πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα 16/11.
Σε αυτή τη συνάντηση συμμετείχαν οι σκηνοθέτες Vladimir Perisic (Ordinary people), Pepe Diokno (Engkwentro), Ralston Jover (Children Metal Divers), Esther Rots (Can Go Through Skin) καθώς και ο sound designer της ταινίας Can Go Through Skin, Dan Geesin.
Ανάμεσα στους πιο ενδιαφέροντες προβληματισμούς που αναπτύχθηκαν στη συζήτηση ήταν και η διαφορά των επαγγελματιών από τους ερασιτέχνες ηθοποιούς, ένα στοιχείο που αναδεικνύεται με ιδιαίτερα εύστοχο τρόπο στις ταινίες των φιλιππινέζων δημιουργών Pepe Diokno και Ralston Jover.
Στην ταινία Engkwentro, η οποία προβάλλεται στην 50η διοργάνωση στο πλαίσιο του αφιερώματος στο Νέο Φιλιππινέζικο Κινηματογράφο που πραγματοποιεί το τμήμα Ημέρες Ανεξαρτησίας, ο 22χρονος σκηνοθέτης Pepe Diokno θίγει ένα θέμα ταμπού για τις Φιλιππίνες, τις λεγόμενες «ομάδες θανάτου», οι οποίες, δρώντας αυτόβουλα σαν «τιμωροί», με την ανεπίσημη συγκατάθεση της κυβέρνησης, ευθύνονται για πολλούς ανεξιχνίαστους φόνους νεαρών γκάνγκστερς στους δρόμους της Μανίλα. Ο 22χρονος σκηνοθέτης τόλμησε να χρησιμοποιήσει ανήλικους επαγγελματίες ηθοποιούς, προσδίδοντας στην ταινία του πηγαίο αυθορμητισμό και αυθεντικό ρεαλισμό.
Από την άλλη, ο σεναριογράφος Ralston Jover στο σκηνοθετικό ντεμπούτο του με τίτλο Children Metal Divers, ταινία που συμμετέχει στο Διεθνές Διαγωνιστικό του 50ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, επέλεξε ερασιτέχνες ηθοποιούς -και πάλι παιδιά- και για λόγους κόστους, προκειμένου να ξετυλίξει στη μεγάλη οθόνη την σκληρή καθημερινότητα των παιδιών που ζουν στις παραγκουπόλεις. Ο δημιουργός, πάντως, παραδέχθηκε ότι υπήρχαν στιγμές που αναγκαζόταν να αγνοήσει εντελώς το σενάριο και να προτρέψει τα παιδιά να παίξουν όπως νόμιζαν.
Ο σέρβος Vladimir Perisic στο Ordinary People, ταινία που προβάλλεται στο τμήμα Ματιές στα Βαλκάνια, βαδίζει στα σκοτεινά μονοπάτια του εμφυλίου της πατρίδας του, με «οδηγούς» της αφηγηματικής του δομής μια ομάδα στρατιωτών τους οποίους υποδύονται ηθοποιοί και όχι πραγματικοί στρατιώτες, όπως επεσήμανε ο ίδιος ο νεαρός σκηνοθέτης. Με τη σειρά της, η ολλανδή σκηνοθέτιδα Esther Rots βασίστηκε και σε ερασιτέχνες ηθοποιούς όσον αφορά στην ταινία Can go through skin, με ηρωίδα μια γυναίκα που έπειτα από μια τραυματική εμπειρία επιχειρεί να κάνει ένα νέο ξεκίνημα στη ζωή της, ωστόσο σταδιακά χάνει τον έλεγχο.
Στο πλαίσιο της συζήτησης τέθηκε και το ζήτημα του προϋπολογισμού των ταινιών. Όταν οι δύο φιλιππινέζοι δημιουργοί μίλησαν για τα budgets των δικών τους φιλμ –20.000 δολάρια για το Engkwentro του Pepe Diokno και 40.000 δολάρια για το Children Metal Divers του Ralston Jover- η συζήτηση στράφηκε και στις συνθήκες των γυρισμάτων. Οι ευρωπαίοι συνάδελφοί τους απόρησαν για αυτόν τον χαμηλό προϋπολογισμό, ωστόσο οι φιλιππινέζοι κινηματογραφιστές εξήγησαν ότι κατόρθωσαν να γυρίσουν τις ταινίες τους μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα – έντεκα μέρες ο Ralston Jover- ή με πιο οικονομικά μέσα -κάμερες DV για τον Pepe Diokno.
Σε αυτό το σημείο, η Esther Rots δεν παρέλειψε να επισημάνει και τον διαχωρισμό μεταξύ «hard money» και «soft money», δηλαδή των χρημάτων που δανείζεται κανείς ακόμα και με τόκο για την ταινία, και των χρημάτων που του δίνονται από κάποιον οργανισμό, τα οποία δεν χρειάζεται να επιστρέψει, αποτυπώνοντας με αυτό τον τρόπο άλλη μια πλευρά των προβληματισμών των νέων δημιουργών σχετικά με τους οικονομικούς πόρους που απαιτούνται για την υλοποίηση των ταινιών τους.
Τα απρόοπτα κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων μιας ταινίας, η διαδρομή μιας ιστορίας από το χαρτί του σεναρίου μέχρι την προβολή της στη μεγάλη οθόνη, καθώς και το μείζον θέμα της χρηματοδότησης των μη αγγλόφωνων ταινιών, ήταν τα κύρια ζητήματα που συζητήθηκαν στο τρίτο «Κουβεντιάζοντας» του 50ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Η συζήτηση πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 17 Νοεμβρίου. Στην κουβέντα συμμετείχαν οι σκηνοθέτες Vimukthi Jayasundara (Between two worlds), Adrian Biniez (Gigante), Viktor Oszkar Nagy (Father’s Acre), Peter Strickland (Katalin Vagra), Razvan Radulescu (First of all, Felicia), καθώς και η παραγωγός και συντονίστρια στο International Financing Forum, Jan Nathanson και ο γάλλος κριτικός κινηματογράφου, Antoine Thirion.
Οι πέντε σκηνοθέτες αναφέρθηκαν σε απρόβλεπτα γεγονότα με τα οποία βρέθηκαν αντιμέτωποι κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων των ταινιών τους. Ο Vimukthi Jayasundara τόνισε χαρακτηριστικά: «Απρόοπτα γεγονότα προκύπτουν καθημερινά και η αλήθεια είναι ότι, προσωπικά, μου αρέσει να ξεκινώ κάτι και να μην γνωρίζω πως θα ολοκληρωθεί. Γι’ αυτό και όταν γράφω μια ιστορία, δεν εντάσσω σε αυτή λεπτομέρειες, αλλά την αφήνω να εξελιχθεί στην πορεία». Για τον Adrian Biniez, η έννοια του απρόοπτου αφορούσε σε προσωπικά ζητήματα: «Αρχικά, είχα δώσει το σενάριο στην ηθοποιό, η οποία εκείνη την περίοδο ήταν παράλληλα και σύντροφός μου, ωστόσο όταν ξεκινήσαμε να γυρίζουμε την ταινία, χωρίσαμε». Από την πλευρά του, ο Peter Strickland επεσήμανε ότι ο χρόνος αποτέλεσε τον μεγαλύτερο εχθρό του, ενώ οι Razvan Radulescu και Victor Oszkar Nagy ανέφεραν ότι τα χρονοδιαγράμματα για τις δικές τους ταινίες ήταν τόσο αυστηρά, οπότε οι εξελίξεις ήταν προκαθορισμένες.
Στο πλαίσιο της συζήτησης, οι πέντε δημιουργοί περιέγραψαν, επίσης, πώς βιώνουν τη διαδικασία κατά την οποία το σενάριο «μεταμορφώνεται» σταδιακά σε κινηματογραφική ταινία. Αναφορικά με το σκηνοθετικό του ντεμπούτο, την ταινία Katalin Varga, ο Peter Strickland επεσήμανε χαρακτηριστικά ότι πρόκειται για το πιο δύσκολο σενάριο με το οποίο έχει καταπιαστεί μέχρι σήμερα: «Το γράψιμο, ειδικά τα βράδια, σε οδηγεί σε περίεργα μονοπάτια. Δυσκολεύτηκα πολύ να αποφασίσω τι να κρατήσω και τι να πετάξω από το σενάριο, χρειάστηκε να το μελετήσω πολύ». Ο σκηνοθέτης Vimukthi Jayasundara, ο οποίος στην ταινία του Between two worlds «αναγέννησε» έναν μύθο της Σρι Λάνκα με κεντρικό ήρωα έναν πρίγκιπα, τόνισε: «Συνηθίζω να διηγούμαι σε γνωστούς μου την συγκεκριμένη ιστορία μέχρι να γίνω βαρετός. Μεταδίδοντάς την κάθε φορά, την αλλάζω συνεχώς και στο τέλος φτιάχνω την ιστορία που μου αρέσει» τόνισε χαρακτηριστικά. Από την πλευρά του, ο Adrian Biniez υπογράμμισε: «Χρειάζεται να δουλέψεις πολύ κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων προκειμένου να μη παγιδευτείς στο τέλος».
Ο Razvan Radulescu, ωστόσο, εξέφρασε την ακριβώς αντίθετη άποψη: «Πιστεύω ότι δεν πρέπει να δουλέψεις τόσο πολύ στα γυρίσματα, γιατί ακριβώς με αυτόν τον τρόπο παγιδεύεσαι. Στην δική μου ταινία, τα πράγματα ήταν ξεκάθαρα από την αρχή, υπήρχε χημεία ανάμεσα στους συντελεστές και όλα κύλησαν ομαλά και αβίαστα». Ανάλογο κλίμα φαίνεται ότι επικρατούσε και στα γυρίσματα της ταινίας Father’s acre του Viktor Oszkar Nagy. Ο ούγγρος δημιουργός υπογράμμισε ότι: «Στα γυρίσματα ό,τι έχεις υπολογίσει αλλάζει, ωστόσο για μένα ήταν εύκολο να δουλέψω με τους ηθοποιούς, γιατί καταλάβαιναν τι ακριβώς ήθελα».
Στο πλαίσιο της κουβέντας, η παραγωγός και συντονίστρια στο International Financing Forum, Jan Nathanson, μίλησε για την χρηματοδότηση των μη αγγλόφωνων ταινιών. «Δυστυχώς, συνήθως όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα στην Αμερική. Είναι απογοητευτικό το γεγονός ότι αξιόλογες ταινίες δεν χρηματοδοτούνται, επειδή δεν είναι αγγλόφωνες. Πρόκειται για ένα ζήτημα το οποίο οφείλουν να εξετάσουν οι ίδιοι οι παραγωγοί», κατέληξε.
Στο κλείσιμο της συζήτησης, ο γάλλος κριτικός κινηματογράφου Antoine Thirion μοιράστηκε με το κοινό τις δυσκολίες που αντιμετώπισε κατά την περίοδο που εργαζόταν στο περιοδικό «Cahiers du Cinema», κάνοντας μεταξύ άλλων λόγο για περιορισμό της ελευθερίας έκφρασης, αιτία η οποία τον οδήγησε έπειτα από καιρό στη δημιουργία της ιστοσελίδας www.independencia.fr, έναν δικτυακό τόπο ελεύθερης συνδιαλλαγής μεταξύ φίλων του κινηματογράφου.
Ρέα Κατσανεβάκη
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ - ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΖΟΝΤΑΣ
|
|