Η Μήδεια στο κινηματογράφο
Η ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΗΣ ΜΗΔΕΙΑΣ
Αν και προσφέρεται ο μύθος της Μήδειας για σεναριακή απόδοση και για κατασκευή ταινιών με εμπορική επιτυχία, στην ιστορία του κινηματογράφου δεν έχουμε πολλές προσεγγίσεις του και, απ΄όσο ξέρουμε, μόνο δύο στην παγκόσμια κινηματογραφία και μια στην Ελλάδα ασχολούνται με αυτόν καθ΄αυτό το μύθο της Μήδειας. Μιλάμε για τις ταινίες «Μήδεια», του Πιέρ-Πάολο Παζολίνι και του Λαρς Φον Τρίερ, αλλά και για την ταινία μικρού μήκους «Μήδεια ΄70», του Παπανικολάου. Και στις τρεις περιπτώσεις έχουμε μια επεξεργασμένη μεταφορά του μύθου σε ένα νέο κειμενικό περιβάλλον.
Στην απόδοση του Πιέρ-Πάολο Παζολίνι πρωταγωνιστεί η Μαρία Κάλλας, ίσως στη μοναδική της κινηματογραφική εμφάνιση. Η ταινία είναι γυρισμένη στην Καπαδοκία, ένα τοπίο που προσφέρεται για την τραχύτητά του και φέρνει στην Κόρινθο, σε πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις. Ο Παζολίνι μένει πιστός στο μύθο, παρουσιάζει τη Μήδεια σα μια μάγισσα και δεσποτική γυναίκα, αποδίδοντάς της όλα τα άδικα, στην αρχή, εξελίσσοντας τον χαρακτήρα της, στη συνέχεια του έργου, και φέρνοντας σε μια ισορροπία τη Μήδεια και τον Ιάσωνα, προς το τέλος του έργου, για να στρέψει το κοινό με το μέρος της, λίγο πριν να κάνει η Μήδεια τη φριχτή και αποτρόπαια πράξη της.
Σε όλο το έργο βλέπουμε τα θεατρικότητα, στις σκηνές όπου περιγράφεται η γενική κατάσταση στην Κόρινθο ή οι σχέσεις της Μήδειας με την αυλή της. Εκεί, όμως, όπου δομεί ή μεταλλάσσει το χαρακτήρα της, τότε το κινηματογραφικό στοιχείο επεμβαίνει για να μπούμε στον κινηματογράφο, σα να πηγαίνουμε από το γενικό (θέατρο) στο ειδικό (κινηματογράφος). Στον Παζολίνι η Μήδεια δικαιολογείται για το ότι κάνει, κρατώντας βέβαια τις αποστάσεις. Ο χορός είναι η ίδια η κάμερα, δηλαδή οι θεατές, οι οποίοι καλούνται να κρίνουν αν η Μήδεια πράττει καλώς ή κακώς.
Αν έχουμε μια κλασική αφήγηση στον Παζολίνι, σε έναν κατ΄εξοχήν ποιητή κινηματογραφιστή, η οποία χάνει την κλασικότητά της αν κάνεις εξετάσει με πολύ προσοχή τις μικροδομές της αφήγησης, τότε στο Λαρς Φον Τρίερ έχουμε μια εντελώς ανατρεπτική αφήγηση. Το τέλος της τραγωδίας είναι και το τέλος του φιλμικού έργου του Παζολίνι, ενώ είναι η αρχή του Τρίερ. Έτσι μπορεί ο Τρίερ να αποδομήσει τη Μήδεια, έχει όλο το δικαίωμα και τη δυνατότητα να της δώσει εντελώς νέες παραμέτρους, φτιάχνοντας μια νέα ηρωίδα, έτσι που είναι εντελώς διαφορετική όσον αφορά στο χαρακτήρα του αρχαίου κειμένου, μόνο όμως στη γενική περιγραφή.
Και εδώ η Μήδεια είναι τιμωρός. Τιμωρεί με νέους μεθόδους, χρησιμοποιώντας νέα όπλα που τα βρίσκει σε ένα εφιαλτικό περιβάλλον, σε ένα βάλτο, κάτι που είναι πολύ οικείο για το σκανδιναβικό κοινό και μας θυμίζει το «Kingdom», την τηλεοπτική σειρά που είχε σκηνοθετήσει ο ίδιος, ένα ατμοσφαιρικό θρίλερ. Η Μήδεια στον Τρίερ τιμωρεί με την αυστηρότητα ενός Σκανδιναβού, όπως στον Μπέργκμαν ή στον Ντράγιερ. Εδώ έχουμε μια γυναίκα-Αφέντρα που αποδίδει πολύ πιο αυστηρά τη Μήδεια, όπως υπάρχει στο αρχαίο κείμενο. Ο Τρίερ της βάζει νέες παραμέτρους που ανανεώνουν το κείμενο και το βάζουν στη σύγχρονη κοινωνία.
Φαίνεται ότι η Μήδεια προσφέρεται για να γίνει μια νεωτεριστική απόδοση. Κατ΄αρχήν ο αρχαίος μύθος ήταν πολύ τολμηρός για την εποχή του και άφηνε περιθώρια διαφόρων αντιδράσεων. Το δε πρόβλημα της τραγωδίας είναι θεμελιώδες και για τη σημερινή κοινωνία και, πιθανότατα, και για τις μελλοντικές. Με αυτή την έννοια, η «Μήδεια ΄70» μας φέρνει σε ένα άλλο πολύ μεγάλο πρόβλημα: στην καταπίεση της (σύγχρονης) γυναίκας ως μητέρα και ως ερωμένη. Στην περίπτωση αυτής της ελληνικής ταινίας μικρού μήκους έχουμε μια μίξη του φιλμικού χρόνου, έτσι ώστε να αποδοθεί το απροσδιόριστο του μύθου, κάτι που υπάρχει εν μέρει στον Τρίερ και πολύ λίγο στον Παζολίνι.
Η Μαριέττα Ριάλδη, η οποία παίζει τη Μήδεια, βιώνει αυτό το ρόλο και ο σκηνοθέτης, με ένα χαζοχαρούμενο σχόλιο, μας βάζει μέσα στην καταπίεση της γυναίκας, με τις δύο παραμέτρους που προαναφέραμε, δίνοντας όμως ένα ρόλο στον Ιάσωνα πολύ διαφορετικό από αυτός της αρχαίας τραγωδίας: είναι ο μάγκας, ο ερωτύλος, ο πρόστυχος. Στο τέλος, και εδώ, η Μήδεια έχει όλο το δίκιο να σκοτώσει τα παιδιά της, συναντά τη Φραγκογιαννού (του Παπαδιαμάντη), θέλει να μη ζήσουν σε ένα βάρβαρο και απάνθρωπο κόσμο.
Βλέπουμε όμως ότι και στις τρεις περιπτώσεις η λύση της τραγωδίας είναι η κάθαρση, περισσότερο σε κοινωνικό επίπεδο παρά σε αυτό της Μήδειας, η τιμωρία της φόνισσας και αποκατάσταση του ηθικού κοινωνικά, αλλά και της κοινωνικής τάξης, δηλαδή του πατριαρχικού μοντέλου διακυβέρνησης και όχι του μητριαρχικού, το οποίο εκπροσωπείται από τη Μήδεια.
Σε άλλες περιπτώσεις, η Μήδεια, σα χαρακτήρας μπαίνει σε διάφορες αφηγηματικές συναρτήσεις, μέσα στις οποίες χάνει το νόημα σαν τραγικός χαρακτήρας και σαν ιστορικό πρόσωπο (μετεξέλιξη του μοντέλου διακυβέρνησης μητριαρχίας προς πατριαρχία). Αντίθετα είτε χρησιμοποιείται χλευαστικά και επιφανειακά, ουσιαστικά χυδαία, χωρίς σεβασμό στο δραματουργικό πρόσωπό της. Η επικαιρότητα του δραματουργικού προσώπου της, έτσι όπως εμφανίζεται στην αρχαία τραγωδία, επαληθεύεται με τις καθημερινές αναφορές σε παρόμοιες περιπτώσεις, όπου ο προσδιορισμός «Μήδεια» συμβολοποιείται και χαρακτηρίζει, με τραγικό τρόπο, το πρόσωπο στο οποίο αναφέρεται. Συγχρόνως όμως επαληθεύει το επίκαιρο της αρχαίας τραγωδίας.
Γιάννης Φραγκούλης
Σχετικά άρθρα : Η Μήδεια στο θέατρο
Η ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΜΗΔΕΙΑ