Παιδιά: ματαιοδοξίες γονέων, αντικείμενο εκμετάλλευσης και κακοποίησης
Με αφορμή την ταινία «Little Miss Sunshine»
Στην γεμάτη ευγένεια ατμόσφαιρα της Βερόνας της Μακεδονίας, τη Βέροια, τον τελευταίο χρόνο υπάρχει μια διάχυτη θλίψη. Μολυσμένος και δύσοσμος αέρας, στοιχεία σήψης από ένα πτώμα που δεν βρίσκεται για να στοιχειοθετήσει το έγκλημα. Η μνήμη του Άλεξ θα πλανάται στον αέρα της πόλης για πολλά χρόνια, ως ερινύα αυτών που κάναμε, αλλά κυρίως αυτών που δεν κάναμε. Τη σκυτάλη πήρε η όμορφη Έδεσσα. Εδώ, δεν υπάρχει χαμένο σώμα, αλλά ψυχούλες, που ίσως δεν βρούνε ποτέ την ηρεμία στην παρούσα ζωή. Οι ερινύες εσαεί για τους εγκληματούντες, αλλά κυρίως για τους συνεργούς, έστω και δια της ανοχής. Ο Τόμας Μαν προειδοποιούσε τους συμπολίτες του, πως όταν έρθει η σειρά τους για τους χτυπήσουν την πόρτα οι Ναζί, θα είναι ήδη πολύ αργά για αναστροφή ή ακόμη και διαφυγή. Επιβεβαιώθηκε.
Παιδιά λοιπόν, στο επίκεντρο του θέματός μας, αλλά κυρίως στη ζωή μας. Η πρώτη μεγάλη ματαιοδοξία των θνητών που εναγώνια αναζητούν την αθανασία δια της προβολής των ιδίων, στους καρπούς του έρωτά τους. Τους καρπούς, που βλέπουν ως προέκταση του εαυτού τους, ως επιμήκυνση της πεπερασμένης ζωής τους. Ω, ποία ματαιοδοξία, τα τέκνα του σπόρου μας και όχι τα αναρίθμητα, που λιμοκτονούν. Κι ενώ συχνά πυκνά, σχολίαζα και καυτηρίαζα την υπερπροστασία των ελλήνων ιθαγενών γονέων προς τα σπλάχνα τους, τώρα οφείλω να σωπάσω ενοχικά, απέναντι στα εγκλήματα, αδιαφορίας, εγκατάλειψης, αιμομιξίας και παιδεραστίας. Όταν θαύμαζα την εξαιρετική τεχνική δεξιοτεχνία του Φριτζ Λανγκ στην πρώτη του ομιλούσα ταινία το 1931, «Ο Δράκος του Ντίσελντορφ», ταυτόχρονα έμενα έκπληκτος από την δύναμη της ιστορίας που είχε στο επίκεντρο τη σεξουαλική κακοποίηση και τη δολοφονία παιδιών. Πάνω απ’ όλα, όμως, με συγκίνησε η ομοψυχία μιας κοινωνίας που συνέπασχε και κυρίως απέδωσε δικαιοσύνη διαμέσου ενός λαϊκού δικαστηρίου, που είχε δόση αυτοδικίας. Βέβαια και στο κακό υπάρχουν διαβαθμίσεις και κατά συνέπεια δεν έχουμε μόνο το χείριστο. Υπάρχουν και εγκλήματα δεύτερης και τρίτης γραμμής. Η παιδική εκμετάλλευση πραγματοποιούνταν στο παρελθόν από του πολύτεκνους γονείς, που υποχρέωναν τα παιδιά 7 και 10 ετών να βόσκουν γελάδια ή πρόβατα συνοδεία βιβλίου ή να εργάζονται στα χωράφια. Φυσικά, σκληρή η επιβίωση και δεν άφηνε πολλά περιθώρια, αλλά…
Στο «Δεν φοβάμαι» του Γκαμπριέλε Σαλβατόρες, η απαγωγή ενός πλούσιου παιδιού με στόχο τα λύτρα, ως απόρροια της ενήλικης απληστίας και ματαιοδοξίας, θα υπερκεραστεί από την αγνότητα και την αλληλεγγύη των παιδιών.
Στον «Καιρό των τσιγγάνων» του Εμιλ Κουστουρίτσα, η εκμετάλλευση παιδιών είναι έγκλημα διαρκείας εφ’ όρου ζωής. Αλλά, λίγο ή πολύ έχουμε εξοικειωθεί με τα παιδιά των φαναριών, των λουλουδιών στα καφέ και της εν γένει επαιτείας, αφού αντισταθμίζουμε τις όποιες ενοχές μας, με ελεημοσύνη.
Για την άσκηση βίας, σωματικής, αλλά κυρίως ψυχικής, μας μιλά ο Κριστόφ Μπαρατιέ στο χώρο του σχολείου με το «Τα παιδιά της χορωδίας». Το σχολείο είναι ένας θεσμός μόλις διακοσίων χρόνων και θα μπορούσε να πει πολλά κανείς, ιδιαίτερα για την ελληνική πραγματικότητα και τον μύθο της πανεπιστημιακής προοπτικής, που περνά από το δρόμο μιας εξουθενωτικής και ταυτόχρονα ελλιπούς εφηβείας. Ηθικοί αυτουργοί οι γονείς και οδηγός τους η μικροαστική μεγαλομανία και η αστική ματαιοδοξία.
Αλλά τι να πει κανείς όταν βλέπει την «Πόλη του Θεού» του Φερνάντο Μεϊρέγιες, όπου η ενηλικίωση συντελείται στα 8 και 10 χρόνια με όπλα, ναρκωτικά και ληστείες. Εκεί όπου ο ήλιος είναι για όλους αλλά η παραλία για λίγους; Η τύχη του ανθρώπου και ταυτόχρονα η ανισότητα και η αδικία της ζωής, ξεκινά από το που γεννιέται.
Στην νεοκαπιταλιστική Ρωσία για την εγκαταλειμμένη από τη μάνα της Λίλια, στο «Λίλια για πάντα», το διέξοδο και η λύση βρίσκεται στα ναρκωτικά και την πορνεία.
Στο Ιράν συχνά τα πράγματα θυμίζουν αγροτική Ελλάδα του ‘30 , ‘40 και ‘50. Στο «Μεθυσμένα άλογα» του Μπαμάν Γκομπάντι, η ενηλικίωση είναι βίαιη και πρόωρη και η επιβίωση μόνο για τους τολμηρούς, που ρισκάρουν κάνοντας λαθρεμπόριο.
Για κάποιους, το παιδί γίνεται εμπόδιο στην προσωπική ζωή κι έτσι ο τυφλός και πανέξυπνος ορφανός θα βρει το θάνατο τη βοηθεία της μοίρας και ο πατέρας την επώδυνη ελευθερία του, στο «Χρώμα του παραδείσου» του Μαζίντ Μαζίντι.
Ακόμη και στην αχανή σοσιαλιστική Κίνα με τις πρόσφατες καπιταλιστικές χροιές, σε κάποια σχολεία μετρούν τις κιμωλίες της χρονιάς και η μεγαλύτερη ηλικιακά μαθήτρια θα επωμιστεί ρόλο δασκάλας, σύμφωνα με το «Ούτε ένας λιγότερο» του Ζαν Γιμού.
Ας δούμε τώρα και μια αντιδιαστολή δύο διαφορετικών αντιλήψεων, από δύο διαφορετικούς πολιτισμούς, αλλά κυρίως διαφορετικά κοινωνικοοικονομικά δεδομένα. Όταν στο πρόσφατο «Stick It» της Τζέσικα Μπέσινγκερ (που θα δούμε προσεχώς στη Θεσσαλονίκη), οι φιλοδοξίες γονέων και αθλητών είναι οι Ολυμπιακοί Αγώνες, για τον μικρό από το «Τα παιδιά του Παραδείσου» είναι όχι η πρώτη θέση στους σχολικούς αγώνες αλλά η τρίτη, για να ντύσει τα ξυπόλυτα πόδια του. Αλλά στο ένα έχουμε ΗΠΑ και στο άλλο Ιράν. Όσο για τα εν Ελλάδι σκάνδαλα σχολικών αγώνων, που οδηγούν στο πανεπιστήμιο χωρίς εξετάσεις, ας μη μιλήσουμε καλύτερα.
Ας κλείσουμε με δύο ανώδυνες και κωμικές ιστορίες. Το «Μόνος στο σπίτι» του Κρις Κολόμπους, όπου ο μικρός ξεχνιέται στο σπίτι παραμονές Χριστουγέννων από τους άρτι αναχωρήσαντες για διακοπές γονείς.
Και το «Little Miss Sunshine», που στάθηκε αφορμή για το παρόν κείμενο και όπου μια οικογένεια ολόκληρη βρίσκει ως δεκανίκι στήριξης και διέξοδο στη δυσλειτουργία της, στην συμμετοχή της οκτάχρονης κορούλας τους σε καλλιστεία.
Έτσι κι αλλιώς, τα παιδιά βρίσκονται στο μάτι του κυκλώνα, άλλοτε ως ικανοποίηση ματαιοδοξίας των γονέων, άλλοτε ως αντικείμενο σεξουαλικής κακοποίησης, άλλοτε ως αντικείμενο υπερπροστασίας και άλλοτε ως αντικείμενο οικονομικής εκμετάλλευσης. Ποιος θα τα προστατέψει;
Γιάννης Ν. Γκακίδης