Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Σχεδόν ταυτόχρονα με τη γέννηση του κινηματογράφου στη Γαλλία, το 1895, έρχονται συνεργεία των Lumieres και του Eddison, από τη Γαλλία και την Αμερική, αντίστοιχα, για να γυρίσουν ταινίες και για να προβάλλουν άλλες στις ευρωπαϊκές χώρες και στη Ρωσία. Δεν υπάρχει μια ακριβής καταγραφή για το ποιος πρόβαλλε πρώτος ταινίες στην Ελλάδα, όμως ξέρουμε ότι το ελληνικό κοινό από τις αρχές του 20ου αιώνα είχε έρθει σε επαφή με τον κινηματογράφο.
Για να είμαστε όμως ακριβείς, δεν μπορούμε να ορίσουμε την γέννηση του κινηματογράφου στην Ελλάδα, μόνο από τις προβολές ταινιών, αλλά από τα γυρίσματα κινηματογραφικών έργων στη χώρα μας. Δυστυχώς τα γυρίσματα είναι υπόθεση ξένων, αν εξαιρέσουμε τους αδελφούς Μανάκια που γύρισαν κάποιες ταινίες με έναν άγνωστο, ακόμη και σήμερα τρόπο, από τις οποίες δεν έχουμε δει ακόμη τίποτε, οι περισσότερες δε από αυτές έχουν σήμερα χαθεί κάπου ανάμεσα στα κράτη που έγιναν μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Εξάλλου, οι Μανάκια ήταν Έλληνες, πιο συγκεκριμένα Βλάχοι, για την υπηκοότητά τους όμως ερίζουν όχι μόνο η Ελλάδα, αλλά και η Τουρκία, τα Σκόπια και η Γιουγκοσλαβία, αφού έγιναν γνωστοί από ιστορικές έρευνες και μετά το θάνατο του ενός από τα δύο αδέλφια.
Αναφέρεται ότι το 1906 έγιναν τα πρώτα γυρίσματα, από ένα Γάλλο οπερατέρ, ανταποκριτή της Γκωμόν, ο οποίος είχε έρθει από την Αίγυπτο για να καλύψει τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1910 έχουμε τις πρώτες καθαρά ελληνικές κινηματογραφικές παραγωγές, από μια εταιρεία παραγωγής, την Αθήνη Φιλμς, και με σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή το Σπύρο Δημητρακόπουλο, ο οποίος, για διαφημιστικούς λόγους είχε υιοθετήσει το όνομα Σπυριντιών. Σώζονται τέσσερις τίτλοι, «Κβο βάντις Σπυριντιών», «Ο Σπυριντιών χαμαιλέων», «Ο Σπυριντιών μπέμπης» και «Οι δύο τυχεροί». Μόνο ως φαρσοκωμωδία θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε αυτές τις ταινίες. Καθαρή μίμηση του θεάτρου και, μάλιστα, του πιο εύπεπτου είδους του.
Είναι φανερό ότι ο Σπυριντιών μιμείται τις πρώτες ταινίες των Lumieres, τουλάχιστον ως προς τις θεματικές τους. Κατά τα άλλα, δεν έχουμε παρά ένα θέαμα που έχει απλά κινηματογραφηθεί, δηλαδή έχει αποτυπωθεί η κίνηση στο φιλμ, ενώ ο ήχος με κάποιο τρόπο θα υπήρχε στην αίθουσα, πολύ πιθανόν με έναν οργανοπαίκτη, είμαστε, φυσικά στην εποχή του βωβού κιινηματογράφου. Δε θα κάναμε λάθος αν μιλάγαμε για αρπαχτή. Ο κινηματογράφος ήταν ένα λαϊκό θέαμα που το σνόμπαρε η «υψηλή κοινωνία» της εποχής, όπως θα δούμε αργότερα. Άρα ο Δημητρακόπουλος τον ταπεινό και αμόρφωτο θεατή έβλεπε, αυτόν που δεν μπορούσε να πάει στο θέατρο και ήθελε να ζήσει μια παρόμοια εμπειρία. Αυτή η ιδιότυπη κινηματογραφική δραστηριότητα θα είχε συνέχεια αν δεν γινόντουσαν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι και η Μικρασιατική Καταστροφή, άρα για αυτά τα χρόνια πρακτικά δεν είχαμε κάποια κινηματογραφική δραστηριότητα στην Ελλάδα.
Οι πιο σοβαρές προσπάθειες θα γίνουν από το Ζόζεφ Χεπ. Αυτός ήταν Ούγγρος, συνεργαζόταν με τη βασιλική οικογένεια, είχε συνεργαστεί με την εταιρεία Πατέ, δούλεψε, ως κινηματογραφιστής στην Ουγγαρία και στη Γαλλία, για να καταλήξει στην Ελλάδα, όπου κινηματογράφησε, το 1912, τα πρώτα ζουρνάλ, κάτι σαν επίκαιρα, τα οποία αναφέρονταν στις δραστηριότητες της βασιλικής οικογένειας («Οι μικροί πρίγκιπες στον κήπο των ανακτόρων») και του στρατού («Η είσοδος του ελληνικού στρατού στη Θεσσαλονίκη», ταινία που γύρισε στις 26 Οκτωβρίου 1912). Σε όλες αυτές τις ταινίες ο βασιλιάς και η οικογένειά του παίζουν πρωτεύοντα και βασικό ρόλο. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτές έγιναν αποκλειστικά και μόνο για αυτό το σκοπό.
Παρόλα αυτά είναι η πρώτη σοβαρή προσπάθεια καταγραφής της ιστορικής πραγματικότητας με τον κινηματογράφο και οι πρώτες κινηματογραφικές ταινίες που γυρίστηκαν στην Ελλάδα. Κάπως έτσι ξεκινά ο κινηματογράφος στη χώρα μας, με την αυγή του 20ου αιώνα.
Ο κριτικός
τηλ. 6974123481 email: cineotenet.gr